- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Κώστας Πολίτης - Μια Ελλάδα που θα γινόταν άλλη
Ο Παναγής Παναγιωτόπουλος «διαβάζει» τη φωτογραφία
Έχουν περάσει 31 χρόνια και μία εβδομάδα από τη νύχτα αυτής της φωτογραφίας. Ήταν το καλοκαίρι του ’87. Μια χρονιά που έδειχνε ότι η Ελλάδα είχε νέες προοπτικές και ότι η μεταπολιτευτική δημοκρατία δεν ήταν διά βίου εγκλωβισμένη ανάμεσα στις επιβιώσεις της χωροφυλακίστικης δεξιάς και στον αριστερό λαϊκισμό του Ανδρέα.
Το σκάνδαλο Κοσκωτά δεν είχε ακόμα δηλητηριάσει το πολιτικό σύστημα και τα συναισθήματα των πολιτών. Το Πρόγραμμα Σταθεροποίησης της οικονομίας που κλήθηκε δυο χρόνια νωρίτερα να σχεδιάσει και να υλοποιήσει ο Κώστας Σημίτης είχε ανατάξει επιτυχώς τα δημοσιονομικά. Η χώρα με ομόνοια και χωρίς φωνακλάδικους εθνικισμούς είχε αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την τούρκικη αμφισβήτηση των ελληνικών κεκτημένων στο Αιγαίο. Το «Κλικ» μόλις ξεκινούσε την pop ερωτικοποίηση των πάντων και τη χρήση εναλλακτικών εκφραστικών, εμπλούτιζε την καταναλωτική μονοτονία των ανερχόμενων μεσοστρωμάτων με ένα twist ηθικής παραβατικότητας. Δεν ήμασταν ακόμα στο επιθετικό ξεβλάχεμα που ο εμπνευστής του θα μας χάριζε στο μέλλον. Την προηγούμενη χρονιά, το 1986, εμπνευσμένοι άνθρωποι υπό τον Σταύρο Μπένο είχαν διαχειριστεί τη μείζονα ανθρωπιστική-αστική κρίση του σεισμού της Καλαμάτας.
Ήταν όμως και η χρονιά της μεγάλης ζέστης. Ένας καύσωνας θα σκότωνε χιλιάδες γέροντες και ευάλωτους ανθρώπους στις πόλεις του τσιμέντου. Ανθούσε τότε η ελληνική διαφήμιση και συνέχεια επινοούσε ηδυπαθή σποτάκια για παγωτά που κολάζουν, φραπέδες που δροσίζουν, παγωμένα λευκά κρασιά με ψευδογαλλικές ονομασίες λακντερός. Ο κλιματισμός θα άρχισε να εποικίζει τα σπίτια μας αμέσως μετά.
Αυτό είναι το εθνικό περιβάλλον αυτής της φωτογραφίας της 12ης Ιουνίου 1987 από το παρκέ του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας. Είναι το ευρωμπάσκετ του 1987, τότε που θριάμβευσε επί των μεγάλων μπασκετικών δυνάμεων η Εθνική Ελλάδος. Πολλά έχουν γραφτεί και άλλα τόσα ακόμη απομένουν να μελετηθούν για τις μέρες και τις νύχτες εκείνες που ένωσαν τάξεις, ευαισθησίες, πρόσωπα, φίλους και εχθρούς, για τον ψυχικό ορίζοντα που διαμόρφωσαν στη χώρα. Για τα κράματα της συλλογικής ψυχής και του ατομικού επιτεύγματος. Για τη δημοκρατική γιορτή στους δρόμους και έναν «λαό» που για πρώτη φορά κινητοποιήθηκε πέραν των επιμέρους πολιτικών ταυτίσεων.
Όμως η φωτογραφία αυτή κινείται σε ένα άλλο βάθος. Έχει για ορίζοντα τις κερκίδες, θολές φιγούρες διακρίνονται μέσα από την πολυχρωμία τους. Είναι τα ρούχα του τότε. Τα χρώματα της δεκαετίας της κακογουστιάς, όπως επιμένουν να τη χαρακτηρίζουν πολλοί. Πολύ κίτρινο, κάτι παράξενα γαλάζια, λευκό θερινό και πράσινα κάθε λογής. Δεν είναι το total black των αιώνιων εστέτ, δεν είναι καμία χρωματική στιβαρότητα ή λεπτότητα. Είναι τα ρούχα μιας εποχής όπου άνοιγε ο κώδικας, οι απομιμήσεις και οι κόπιες των πρώτων οίκων μαζικής μόδας είχαν ήδη την εγχώρια βιοτεχνική τους υποδοχή. Dur μπλουζάκι για τους πολλούς, αξιοπρεπές και μεσοαστικό των συζύγων με τσαντάκι που χωρούσε ταυτότητα, μπλοκάκι και μάνεξ μαντιλάκι, ελληνικό μεσοαστικό αντί για μπένετον της Αγίας Παρασκευής και λακόστ της Εκάλης. Πολλές εξάλλου οι γκρίζες δεκαετίες για να μη βάλεις (ό,τι) χρώμα (να ’ναι) στη ζωή σου.
Αριστερά στην εικόνα, το μνημειώδες κίτρινο καρό του προπονητή της υπέροχης Γιουγκοσλαβίας, του γιγαντιαίου συμπαθούς Τσόσιτς με τη σέρβικη χωρίστρα. Η πλάτη ενός παίκτη του και ένας διαιτητής να παίρνει ανάσα. Πιο χαμηλά ένας τεχνικός της ΕΡΤ, που τότε καινοτομούσε και έβγαινε από τη σκόνη της τριτοκοσμικής θεατρικότητάς της, με φορητή κάμερα κάνει γενναίο και οξύ, χιτσκοκικό πλάνο contre-plongée. Στη μέση η γραμματεία υπερήφανα, μα σεμνά, με τον υπολογιστή της. Και δεξιά, ο προπονητής της Εθνικής Ελλάδας να δίνει εντολές στους παίκτες του.
Είναι ο Κώστας Πολίτης, που πέθανε πριν από λίγες ημέρες. Οστεώδες πρόσωπο, ευγενικά χαρακτηριστικά, μια πολύτονη φωνή που έβγαινε σπασμένη σαν άλλου Τομ Ουέιτς. Εγκράτεια και κινητική αυτοκυριαρχία στην ένταση του παρκέ. Έλλογος λόγος, όπως και πολλών παικτών του. Μετρημένες φράσεις, έξω από την παλιά εθνική μυθολογία, προσχώρηση και σε μια νέα πατρίδα, του μπάσκετ και του επαγγελματισμού. Και μια διακριτική σχέση με τους παίκτες (που έμελλε να διαταραχτεί από τη συγκρουσιακή εμμονή με τον Γκάλη) που έδινε τεράστιο χώρο στον αυτονόητο ναρκισσισμό του ήρωα. Ο δικός του ναρκισσισμός ήταν δευτερογενής, πιο μύχιος και απαιτητικός, μα έξω από τις έμμεσες προκλήσεις κάποιου αντιστάρ. Για τους θεατές, τους Έλληνες που συντρόφευαν την ομάδα, ήταν σπάνια ενσάρκωση μιας ήπιας και λελογισμένης εξουσίας.
Η προσωπική του ιστορία δεν είναι άσχετη με αυτό, παρότι οι μύχιες δυνάμεις της ψυχικής οικονομίας έχουν πάντοτε τον τελευταίο λόγο. Παιδί του πολέμου και της ανοικοδόμησης και ενός αμερικάνικου αθλήματος κατόπιν, αριστερός που διώκεται από τη Χούντα, ο Πολίτης εκφράζει ταυτόχρονα την Ελλάδα της ομαλής μετάβασης στη δημοκρατία, την Ελλάδα της ηπιότητας και του πλουραλισμού. Εκφράζει ιδανικά, στο απόγειο της καριέρας του, μαζί με τους τότε παίκτες του, την Ελλάδα του 1987. Μια Ελλάδα που έδειχνε πως θα γινόταν άλλη.
↑ Φωτογραφία του Νίκου Αποστολόπουλου από τον ημιτελικό Ελλάδα-Γιουγκοσλαβία (81-77), 12 Ιουνίου 1987