Πολιτικη & Οικονομια

Πού είναι οι διανοούμενοι;

Μπορούμε να τους αγνοήσουμε, αν αυτό επιλέξουμε

Εύα Στάμου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τα τελευταία χρόνια έχουν κυκλοφορήσει δεκάδες βιβλία, κάθε ιδεολογικής κατεύθυνσης, για την οικονομική και πολιτική κατάσταση της χώρας, καθώς και λογοτεχνικά κείμενα με εκτενείς αναφορές στη ζωή των Ελλήνων την εποχή της κρίσης. Οι εφημερίδες και τα σάιτς κατακλύζονται από αναλύσεις και άρθρα άποψης. Ακόμα και μία απλή «βόλτα» στο Fαcebook μπορεί να προσφέρει σε κάποιον τροφή για σκέψη, αφού πανεπιστημιακοί, δημοσιογράφοι, και συγγραφείς κάνουν συχνά εκτενείς αναρτήσεις για σημαντικά θέματα της επικαιρότητας.

Την ίδια στιγμή, ακούγεται διαρκώς το ερώτημα: «Γιατί δεν μιλούν οι διανοούμενοι;» Τι είναι, άραγε, αυτό που κάνει κάποιους να θεωρούν πως οι διανοούμενοι παραμένουν αμέτοχοι στα κοινωνικά και πολιτικά τεκταινόμενα;

Καταρχάς, τον περισσότερο τηλεοπτικό χρόνο τον καταλαμβάνουν οι επαγγελματίες πολιτικοί με τον γνωστό, προπαρασκευασμένο, λόγο τους και τη συγκεκριμένη κομματική τους ατζέντα. Αντίθετα, οι περισσότεροι δημιουργοί, οι συγγραφείς, ή οι καλλιτέχνες, δεν έχουν καμία πρόσβαση στα ΜΜΕ. Από τους λίγους καλλιτέχνες που έχουν καταξιωθεί στη συνείδηση των πολλών, κι εμφανίζονται σε τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές, δεν ζητείται συνήθως σχολιασμός για θέματα της τέχνης τους, τα οποία κατέχουν σε βάθος, αλλά ένας γενικός σχολιασμός επί όλων των θεμάτων της επικαιρότητας, με αποτέλεσμα οι παρεμβάσεις τους να ακούγονται τετριμμένες κι η πολιτική παρουσία τους να μοιάζει διακοσμητική.

Επίσης, η πλειονότητα των επιστημόνων, των ακαδημαϊκών, των ερευνητών –με άλλα λόγια, των πραγματικά ειδικών– συστηματικά αγνοείται αφού τα περισσότερα ΜΜΕ επιλέγουν να συνομιλούν για τα φλέγοντα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα με «διασημότητες» των πρωινών εκπομπών και τραγουδιστές πίστας.

Μουσικοσυνθέτες, ζωγράφοι, ηθοποιοί, καλούνται να δώσουν τα φώτα τους στο κοινό για την οικονομική κρίση, το μεταναστευτικό, τους γκέι γάμους, την άνοδο της Χρυσής Αυγής, τη θέση της γυναίκας στο Ισλάμ, ή οτιδήποτε άλλο, πέρα από την τέχνη τους. Άλλωστε θεωρείται δεδομένο στη χώρα μας ότι ελάχιστοι ενδιαφέρονται για την τέχνη κι επομένως αν θέλει να προβληθεί ένας καλλιτέχνης θα πρέπει να μιλήσει θέματα που ελάχιστη σχέση έχουν με το έργο του. Το μικρό ποσοστό των πολιτών που ασχολείται συστηματικά με τις εικαστικές τέχνες, τη λογοτεχνία, την κλασική μουσική, παρακολουθεί ήδη το έργο των δημιουργών και δεν περιμένει κάποιο αφιέρωμα στην κρατική ή την ιδιωτική τηλεόραση για να ενδιαφερθεί.

Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι το μήνυμα που λαμβάνουν οι Έλληνες πολίτες από τις κυβερνητικές επιλογές στον τομέα του Πολιτισμού, εδώ και δεκαετίες, είναι πως η ενασχόληση με την τέχνη δεν είναι παρά ένα βίτσιο που αφορά ελάχιστους. Όσοι φέρουν τον τίτλο του «διανοούμενου» παρουσιάζονται συχνά ως πλούσιοι τεμπέληδες, «ανεπάγγελτοι» που δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για την τύχη της χώρας και των πολιτών, που ζωγραφίζουν, γράφουν, συνθέτουν ή αρθρογραφούν για να περάσουν την ώρα τους,  και να κάνουν το «ψώνιο» τους.

Σε περιόδους αναταραχής και οικονομικής ή πολιτικής κρίσης, οι διανοούμενοι είναι οι πρώτοι που δέχονται τα επικριτικά βέλη του κίτρινου Τύπου αλλά και την αμφισβήτηση ενός τηλεορασόπληκτου κοινού.

Ας μην περιμένουμε να συναντήσουμε τον λόγο των διανοούμενων στα «κόντρα», «αποκαλυπτικά δελτία», ή να τον ακούσουμε να ξεχύνεται μέσα από τις ντουντούκες στις πλατείες. Ας αναζητήσουμε ιστορικά, φιλοσοφικά, λογοτεχνικά κείμενα, άρθρα σε έγκριτες εφημερίδες, ας παρακολουθήσουμε συνέδρια και ομιλίες ανοικτές στο ευρύ κοινό. Οι διανοούμενοι είναι παρόντες: κάνουν έρευνα και καταθέτουν τις απόψεις τους μέσα από τα κείμενά τους, συχνά με μεγάλο κόστος.

Μπορούμε να τους αγνοήσουμε, αν αυτό επιλέξουμε – αλλά ας μη λέμε ότι αυτοί σιωπούν, επειδή εμείς τους περιφρονούμε.