Πολιτικη & Οικονομια

Οι δικαστές και το λεφτόδεντρο

Η αρμοδιότητα για τον καθορισμό των μισθών και των συντάξεων ανήκει στη νομοθετική εξουσία

Σπύρος Βλέτσας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κατά την ανακοίνωση της παραίτησής του ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας Νικόλαος Σακελλαρίου ανέφερε μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:

«Ήδη, από την εποχή του πρώτου μνημονίου, ορισμένοι συνάδελφοί μου μεταξύ των οποίων και εγώ, είχαμε, με τις μειοψηφίες μας επισημάνει, τη μη συμβατότητα των ρυθμίσεων του μνημονίου με το Σύνταγμα και είχαμε, εγκαίρως, προειδοποιήσει, χωρίς δυστυχώς να εισακουστούμε, για την επερχόμενη πλήρη επικυριαρχία του οικονομικού επί του θεσμικού, που επηρέασε, καίρια, το σύνολο σχεδόν της κρατικής δράσεως και σηματοδότησε την συνακόλουθη υποχώρηση του Κράτους Δικαίου και του Κοινωνικού Κράτους.

Τα χρόνια που ακολούθησαν, οι αντοχές όλων μας δοκιμάσθηκαν ακόμη περισσότερο από τα νεώτερα μνημόνια που επέβαλαν τη λήψη και νέων επώδυνων οικονομικών μέτρων, που συνοδεύθηκαν από τις συνεχείς μειώσεις μισθών και συντάξεων».

Και ο απερχόμενος ανώτατος δικαστής συνέχισε: «Φρονούμε, ότι τα δικαστικά αυτά προηγούμενα και οι εγγυήσεις που ετέθησαν με αυτά, δεν μπορούν, χωρίς να παραβιάζεται το Σύνταγμα, να αγνοηθούν ούτε, πολύ περισσότερο, να παρακαμφθούν από το νομοθέτη, με το πρόσχημα της καταρτίσεως ενός νέου ασφαλιστικού συστήματος μέσω του επανυπολογισμού όλων, των μέχρι σήμερα, απονεμηθεισών συντάξεων - πράγμα που θέτει τους ήδη συνταξιούχους σε καθεστώς πλήρους ανασφάλειας, κατά παράβαση της αρχής της εμπιστοσύνης - και μέσω της εισαγωγής, σε συνάρτηση, πάντοτε, με τον επανυπολογισμό, ενός νέου τρόπου υπολογισμού των εφεξής απονεμομένων συντάξεων, μέτρα που οδηγούν, με μαθηματική ακρίβεια, σε περαιτέρω μείωση του ύψους των συντάξεων, το οποίο, όμως, έχει ήδη διαμορφωθεί, μετά τις αλλεπάλληλες περικοπές τους, σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο».

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας μιλάει σαν να είναι αρμοδιότητα των δικαστών η ρύθμιση του ύψους των συντάξεων. Όμως η αρμοδιότητα για τον καθορισμό των μισθών και των συντάξεων ανήκει στη νομοθετική εξουσία, δηλαδή στο κοινοβούλιο, που εκλέγεται από τους πολίτες για αυτή τη δουλειά. Ψηφίζει τους νόμους και μετά οι νόμοι ελέγχονται  από τα δικαστήρια για το αν παραβιάζουν ή όχι το Σύνταγμα.

Ορισμένοι δικαστές θεωρούν ότι επικαλούμενοι γενικές αρχές του συντάγματος (όπως η αρχή της εμπιστοσύνης, στην οποία αναφέρεται ο πρόεδρος του ΣτΕ) μπορούν να χαρακτηρίζουν αντισυνταγματικές διατάξεις νόμων.

Όπως έχει επισημάνει ο καθηγητής συνταγματικού δικαίου Σταύρος Τσακυράκης «η δικαστική εξουσία θεωρεί ότι έχει την αρμοδιότητα να καθορίζει το μισθολόγιο του Δημοσίου και κατ’ επέκταση ένα μεγάλο μέρος της δημοσιονομικής πολιτικής της χώρας. Φυσικά, από καμία συνταγματική διάταξη δεν προκύπτει η δικαιοδοσία της να καθορίζει τους μισθούς και τις συντάξεις του Δημοσίου. Έχει “υφαρπάξει” αυτήν την αρμοδιότητα και το έχει κάνει με τρόπο αυθαίρετο και προκλητικό» (Καθημερινή στις 29-6- 2014).

Η κυβέρνηση και το κοινοβούλιο, που ψηφίζει τον προϋπολογισμό και τους νόμους, έχουν την αρμοδιότητα να αποφασίσουν από πού θα συγκεντρώσουν τα χρήματα του Δημοσίου και πώς θα τα διαθέσουν. Έχουν την αρμοδιότητα να βάζουν φόρους και να ορίζουν το ύψος των συντάξεων. Και αναλαμβάνουν την ευθύνη των αποφάσεών τους.

Με το να λέει ένας δικαστής στο κράτος ότι πρέπει να βρει τρόπο για να μη μειωθούν οι συντάξεις, λέει κάτι από το οποίο λείπει το δεύτερο σκέλος, δηλαδή ότι θα πρέπει να περικόψει κάποιες άλλες δαπάνες ή να αυξήσει τη φορολογία, αφού πλέον δεν μπορεί να δανείζεται για να δίνει συντάξεις. Γιατί τα χρήματα που θα δοθούν για συντάξεις από κάποιους θα λείψουν.

Το θέμα εδώ δεν είναι αν είναι σωστό ή όχι να περικοπούν οι συντάξεις. Το θέμα είναι αν είναι στην αρμοδιότητα των δικαστηρίων να καθορίζουν τέτοια ζητήματα πολιτικής. Γιατί από τη στιγμή που δεν υπάρχει το λεφτόδεντρο να παράγει χρήμα για όλες τις ανάγκες, είναι μια πολύ δύσκολη άσκηση πολιτικής η ιεράρχηση των αναγκών και η διάθεση των πόρων. Και αυτό δεν μπορούν να το καθορίζουν τα δικαστήρια.

Ο καθηγητής Σταύρος Τσακυράκης είχε σημειώσει παλιότερα ότι αν αρκούσαν οι διατάξεις του Συντάγματος για να εξασφαλιστεί η ευημερία, τότε πάμφτωχες αφρικανικές χώρες, όπως η Ζιμπάμπουε και η Τανζανία, θα είχαν βάλει τις ανάλογες διατάξεις στα συντάγματά τους και θα έλυναν το πρόβλημα της φτώχειας.

Γιατί ακόμη και αν ονομάσεις Σύνταγμα το λεφτόδεντρο, εκείνο δεν πρόκειται να βγάλει χρήμα.