Πολιτικη & Οικονομια

Ασπρόπυργος: Ομορφιά και ασφυξία στην άκρη της πόλης

Εκεί όπου δοκιμάζεται η ανθρωπιά μας

Γιώργος Παναγιωτάκης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Μη φωτογραφίζεις εδώ. Απαγορεύεται».

Ο τύπος που μου είχε μιλήσει ήταν καμιά εξηνταριά χρονών και έμοιαζε θυμωμένος. Όχι μ’ εμένα προσωπικά. Με τον κόσμο ολόκληρο. Τον ρώτησα, όσο πιο φιλικά γινόταν, για ποιο λόγο απαγορευόταν η φωτογράφιση. «Γιατί είναι στρατιωτική περιοχή», απάντησε δείχνοντάς μου τη σχολή αλεξιπτωτιστών στην άλλη άκρη της παραλίας. «Και γιατί έρχονται οι γύφτοι και ανοίγουν τα σπίτια».

Ήταν μεσημέρι Δευτέρας, έριχνε ψιλόβροχο με άμμο και βρισκόμουν στην παραλία του Ασπρόπυργου. Η ατμόσφαιρα απολύτως αποπνικτική. Λίγη ώρα πριν ήμουν στο κέντρο της πόλης, στη βιβλιοθήκη του Δήμου. Ένα υπέροχος πιτσιρίκος μου είχε δείξει από ψηλά τα αξιοθέατα. «Εκεί πέρα έχει βουλιάξει ένα καράβι, εκεί είναι το μεγάλο φουγάρο, εκεί είναι το άλλο μεγάλο φουγάρο…». Από το απέναντι τζάμι, πίσω από τα σπίτια, τους δρόμους, τις μάντρες και τα κάθε λογής παράταιρα κτίσματα, φαίνονται οι πράσινες αυτήν εποχή υπώρειες της Πάρνηθας .

Μια μόνιμη κάτοικος της πόλης μου είχε πει τον πόνο της. Για την εγκληματικότητα, για τις συμμορίες που παραφυλάνε τα απομονωμένα σπίτια, για τη μόλυνση από τα διυλιστήρια και τις βιομηχανικές μονάδες, για τις πλημμύρες, για τη μυρωδιά από τα καλώδια που καίγονται κάθε σαββατοκύριακο στους καταυλισμούς. «Το εύκολο είναι να αρχίσεις να βρίζεις συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού. Όμως έτσι δεν πρόκειται να διορθωθεί τίποτα. Απλά θα χάσουμε και τα τελευταία αποθέματα της ανθρωπιάς μας». Μου μίλησε για μια δασκάλα που κάνει αγώνα σ’ ένα δημοτικό σχολείο όπου τα περισσότερα παιδάκια είναι Ρομά. Ένα από αυτά την τρόλαρε ένα πρωί καθημερινής στην παραλία. «Εσύ δεν θα έπρεπε να είσαι στο σχολείο τέτοια ώρα;» το ρώτησε. «Όχι κυρία» απάντησε εκείνο. «Εγώ έτσι και αλλιώς κλέφτης θα γίνω».

«Και η ατμόσφαιρα;» τη ρώτησα. Δεν απάντησε –τι να απαντούσε άλλωστε; Μου είπε όμως ότι ένα από τα διυλιστήρια στηρίζει οικονομικά την τοπική κοινωνία. «Ο άντρας μου αυτό το ονομάζει: να σε κάψω Γιάννη, να σε αλείψω λάδι. Εγώ λέω, ότι τουλάχιστον αυτοί καταλαβαίνουν το κακό που κάνουν και προσφέρουν κάτι σε ανταπόδοση. Οι υπόλοιποι σε σκοτώνουν χωρίς φιλοδώρημα».

Εκείνες τις μέρες είχε γίνει ένα φονικό. Ένας μετανάστης από το Πακιστάν είχε βρεθεί νεκρός, χτυπημένος από σκαρπέλο. Στην αρχή ακούστηκε πως το είχαν κάνει ομοεθνείς του για να τον ληστέψουν. Έπειτα συνελήφθη ένας ηλικιωμένος ημεδαπός, παππούς της νεαρής γυναίκας με την οποία το θύμα είχε ένα παιδί. Το αστυνομικό δελτίο είναι πάντα πλούσιο στον Ασπρόπυργο: Επαναλαμβανόμενα -και οργανωμένα από συγκεκριμένο κόμμα - πογκρόμ σε μετανάστες, ληστείες και ξυλοδαρμοί σε ερημικές περιοχές, εισβολές οπλοφόρων σε σπίτια, συλλήψεις για ναρκωτικά, μέχρι και ζωοκλοπή. 

Φεύγοντας, λοιπόν, είπα να περάσω και από την παραλία. Στο φανάρι για την εθνική δεν έστριψα για Αθήνα, αλλά πήγα ευθεία και μετά πέρα δώθε το ένα- ενάμισι χιλιόμετρο του παραλιακού μετώπου, που έχει υποστεί ανάπλαση εδώ και μερικά χρόνια. Από εκεί και πέρα η παραλία είναι καλά τσιμεντωμένη και φραγμένη, ώστε να δέχεται με την ησυχία της τα κάθε είδους απόβλητα που επιβάλλει ο τρόπος ζωής μας.

Στο δρόμο υπάρχουν δυο τρεις ψαροταβέρνες, έρημα σπίτια φυλασσόμενα από ιδιωτικές εταιρίες, ένα ξενοδοχείο με χορταριασμένο περίβολο, μια μεγάλη παιδική χαρά, ένα παράξενο μνημείο-κενοτάφιο γεμάτο με σκονισμένα λούτρινα ζωάκια, ένα γαλάζιο κτίσμα σε σχήμα πλοίου, ένα γήπεδο τένις χωρίς περίφραξη και φιλέ, καλαμιές, ταμπέλες που απαγορεύουν όσο πιο κατηγορηματικά γίνεται το κολύμπι, πάρα πολλά σκουπίδια, μετά η γκριζοκίτρινη θάλασσα και στο βάθος η Σαλαμίνα.    

Όταν ο θυμωμένος κύριος σιγουρεύτηκε πως δεν βρισκόμουν εκεί για να σταμπάρω τα άδεια σπίτια, ηρέμησε και έγινε περισσότερο φιλικός και ομιλητικός. «Μην το βλέπεις έτσι το μέρος», μου είπε. «Φταίει και ο καιρός. Όταν φυσάει βοριαδάκι είναι όμορφα. Δεν υπάρχει τόση ασφυξία».