Πολιτικη & Οικονομια

Η ρεβάνς

Υπάρχει ελπίδα να ξεκολλήσουμε το κάρο της πατρίδας από την πολιτισμική λάσπη;

Λεωνίδας Καστανάς
ΤΕΥΧΟΣ 655
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο θάνατος του εκατοντάχρονου αντάρτη του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ, καπετάν Ερμή, κατά κόσμο Βασίλη Πριόβολου, μας έδωσε και πάλι την ευκαιρία να βυθιστούμε στην προσφιλή μας διχόνοια και να διαβάσουμε πάλι την Ιστορία με όρους οπαδικούς, όρους αντιπαλότητας. Έτσι, για άλλους μεν έφυγε ένα παλικάρι του Άρη, ένας αγωνιστής της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, για άλλους έφυγε ένας στασιαστής, ένας εχθρός της δημοκρατίας, ένας υπέρμαχος του παραπετάσματος. Όπως το πάρει κανείς.

Αλλά και τα πρόσφατα δύο στρατόπεδα στο μέτωπο της Συρίας άναψαν φωτιές στην εγχώρια ιδεο-κίνηση. Αμερική, Γαλλία, Αγγλία, Ισραήλ εναντίον Άσαντ, Ρωσίας, Ιράν και Χεζμπολάχ. Δύση εναντίον Ανατολής και η Ελλάδα αμφίρροπη, διστακτική, να πατά, όπως  πάντα, σε δύο κόσμους. Και ο διχασμός εδώ, πάντα παρών. Άλλοι με τη Ρωσία και την ταλαίπωρη  Ανατολή, άλλοι με την Αμερική και την ιμπεριαλιστική Δύση. Μόνο που τώρα Ρωσόφιλοι δεν είναι μόνο οι αριστερόφρονες, που βλέπουν σ’ αυτή την παλιά αγαπημένη Σοβιετία. Είναι και οι φασίστες και το πράγμα περιπλέκεται. Ζούμε και πάλι την εποχή του ψυχρού πολέμου ως φάρσα; Ή μήπως το ζήτημα είναι αλλού;

Η Ελλάδα δεν χάνει ευκαιρία να τσαλαβουτάει στο παρελθόν και μάλιστα στο χειρότερο παρελθόν της. Η έκδοση ενός βιβλίου, η προβολή μιας ταινίας, ο θάνατος ενός δημόσιου προσώπου, ακόμα και ένα διεθνές πολιτικό γεγονός γίνονται λαβές για ιδεολογικές αναγνώσεις της Ιστορίας και ιδιοτελείς προβολές στην πολιτική οθόνη του σήμερα. Μια αγωνιώδης αναζήτηση δικαίωσης στάσεων και επιλογών της νεότητας, μια ευκαιρία για αξίωση πλασματικής ισχύος. Ο κόσμος τρέχει πια τόσο γρήγορα και το μακρινό παρελθόν είναι αδύνατον να καθορίσει το τόσο αβέβαιο μέλλον. Απλά, μια ιδεολογική αυτοϊκανοποίηση.

Η αντίθεση σ’ αυτό το σταυροδρόμι των πολιτισμών δεν είναι απλά πολιτική. Ως τέτοια παρουσιάζεται γιατί κανείς δεν θέλει να αγγίξει την αλήθεια. Δεν είναι καν η αντίθεση Ανατολής και Δύσης που αποτελεί την εύκολη ερμηνεία λόγω γεωγραφικής θέσης. Είναι ο φόβος του άγνωστου μέλλοντος που φυλάει τα έρημα. Είναι το καταφύγιο της παράδοσης, η απέχθεια της προόδου. Είναι η αδυναμία κατανόησης του τεχνολογικού δυτικού πολιτισμού, της χειραφέτησης των πολιτών, των ανεξάρτητων αρχών, της κουλτούρας των συνεργασιών, των ανοικτών θεσμών, της σύγχρονης παραγωγικής δημοκρατίας. Όλα όσα αδυνατούμε να κατανοήσουμε τα βαφτίζουμε αντιδημοκρατικά, φασιστικά, καπιταλιστικά ή ανθελληνικά και τα ρίχνουμε στη φωτιά της ιδεολογίας. Έτσι τα βγάζουμε από το πεδίο της τρέχουσας πολιτικής και νομίζουμε ότι δεν υπάρχουν.   

Πίσω από την αδυναμία κατανόησης του σύγχρονου κόσμου είναι η τραγική ημιμάθεια του πληθυσμού, που είναι πια πλειοψηφική. Η γενιά της μεταπολίτευσης έμεινε, αν και πτυχιούχος, αγράμματη λόγω του φόβου και της δυσανεξίας των ταγών και των συντεχνιών για την πρόοδο. Από το άλλοτε ρητό και άλλοτε υπόρρητο μίσος για τη Δύση και τον πολιτισμό της. Άποψη και στάση που διατρέχουν όλα τα κόμματα και υπερβαίνουν τις πολιτικές ιδεολογίες. 

Η οικονομική κρίση έγινε αιτία για να σπάσει το σπυρί και να βγει το έμπυο. Το είπαμε «λαϊκισμό», μια εύκολη, ασαφής λέξη για να λειάνουμε τις γωνίες ή και να θολώσουμε την εικόνα. Η κεντροδεξιά που κυβέρνησε για πολλά χρόνια τη χώρα έχτισε το ιδεολογικό της οικοδόμημα πάνω στο αρχαίο κλέος, το Βυζάντιο, τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό, την εξαιρετική περίπτωση του ανάδελφου έθνους, τον ελληνοκεντρισμό. Η αριστερά, που ανέβηκε πρόσφατα στην εξουσία, από τη γέννησή της καταγγέλλει την αστική δημοκρατία που δεν μας άφησε να χωθούμε και να χαθούμε στη λάσπη του υπαρκτού σοσιαλισμού και να γλιτώσουμε από τα πλούτη και τα οφέλη του καπιταλισμού. Νίκησε γιατί υποσχέθηκε στο πόπολο έξοδο από την Ευρώπη και επιστροφή στην «αξιοπρεπή φτώχεια και εξαθλίωση». 

Αμφότερες κατήγγειλαν επί χρόνια τη διαφθορά και την αλλοτρίωση του δυτικού πολιτισμού, λάτρευαν δήθεν τη φτώχεια και απεχθάνονταν τα πλούτη. Τα κορίτσια και τα αγόρια του λαού θριάμβευαν πάντοτε επί των καλοθρεμμένων αστών, από τον κινηματογράφο μέχρι το τραγούδι και το ποδόσφαιρο. Η αριστεία ήταν των κακομαθημένων βουτυρομπεμπέδων αστών και η κοπάνα των ντόμπρων επιδέξιων προλετάριων. Μάθαμε να εξυμνούμε την κοπάνα, αν και για τα παιδιά μας προσδοκούσαμε το καλύτερο. Ως άνθρωποι της εργασίας λογίζονταν μόνο οι εργάτες και οι υπάλληλοι, ενώ τα αφεντικά και οι διευθυντές ήταν οι άνθρωποι της λούφας.  

Όμως τι ειρωνεία; Ο επαρχιώτης συντηρητικός δεξιός Καραμανλής μάς άνοιξε σχεδόν μόνος του το παράθυρο της Δύσης, βάζοντάς μας στην ΕΟΚ, ενώ ο κοσμοπολίτης προοδευτικός αριστερός Παπανδρέου αγωνίζονταν για το ακριβώς αντίθετο. Μας ήθελε παρέα με τον Τίτο, το Νεχρού και το Νάσερ. Οι έννοιες «πρόοδος» και «συντήρηση» σε μια αδιάκοπη ταλάντωση και εναλλαγή περιεχομένου. Η απόλυτη παρερμηνεία εννοιών και πολιτικών στάσεων. Διότι πίσω από τον λαϊκισμό ή τη λαϊκότητα καραδοκούσε ο φόβος της εξέλιξης. Η ανάγκη μόρφωσης και έρευνας υψηλού επιπέδου, η εφαρμογή, η καινοτομία και η παραγωγή.

Μετά το ’45, όταν η δυτική Ευρώπη μάζευε τα κομμάτια της και η ανατολική έμπλεκε στο έρεβος του ρώσικου ιμπεριαλισμού, η Ελλάδα βυθίζονταν στον αδελφοκτόνο εμφύλιο, σε μια ηρωική προσπάθεια να κατέβει στον Άδη με τη θέλησή της. Αλλά και μετά το τέλος, νικητές και ηττημένοι δεν έθαψαν το τομαχόουκ του πολέμου. Οι νικητές με παράλογα βίαιες διώξεις δικαίωναν ηθικά τους ηττημένους που δεν έπαψαν ποτέ να αγωνίζονται για να τελειώσουν νικηφόρα εκείνο που άρχισαν. Όλοι μαζί αναπαρήγαγαν το κλίμα διχασμού και τρέφονταν από αυτό. Μια αέναη προσπάθεια παραμονής στο παρελθόν, ένας εμφανής φόβος να αντικρίσουν το μέλλον. Ως λαός επιζητήσαμε τον όλεθρο. Σωθήκαμε από τύχη, από λίγες εξαιρετικές περιπτώσεις και από τις αποφάσεις των ξένων. Των δυτικών, που μισούσαμε και συνεχίζουμε να  μισούμε.

Ο αντιαμερικανισμός της μεταπολίτευσης δεν έχει τη μήτρα του στη χούντα και το Κυπριακό, όπως και ο αντιευρωπαϊσμός δεν την έχει στα μνημόνια και το χρέος. Η δημοκρατία είναι το ερώτημα. Η πλειοψηφία σήμερα μισεί το «αυταρχικό διευθυντήριο των Βρυξελλών», αλλά αγαπά τον Πούτιν και τη ρώσικη ημιδικτατορία του κοινωνικού και οικονομικού ελέγχου. Εκλεκτικές συγγένειες και επιθυμίες; Δεν είναι παραλογισμός, είναι η πλαστή μας ταυτότητα. 

Αν υπάρχει ελπίδα να ξεκολλήσουμε το κάρο της πατρίδας από την πολιτισμική λάσπη, αυτή βρίσκεται σε μια μικρή πλειοψηφία πολιτών κάθε κατηγορίας και στρώματος που αντιλαμβάνονται τη ρίζα του λάθους και προσπαθούν με πενιχρά μέσα να κάνουν το σωστό. Είναι οι πραγματικά προοδευτικοί πολίτες κάθε συχνότητας του δημοκρατικού φάσματος, που αγωνίζονται με τίμια και ορθολογικά μέσα να παράγουν πνευματικό και υλικό πλούτο. Που δεν πλένονται με τα σαπούνια των μέσων ενημέρωσης, που δεν καταναλώνουν εύπεπτες αφηγήσεις, που δεν παραμυθιάζονται με φτηνά ψέματα, που δεν φανατίζονται με απλοϊκά συνθήματα, που δεν αποθεώνουν πολιτικάντηδες. Που διακρίνονται για την αστική τους ευγένεια και κείνο, το ξεχασμένο ήθος.

Αν όλοι αυτοί αποκτήσουν πολιτική ισχύ και διαμορφώσουν ανάλογα τις ηγεσίες των κομμάτων εξουσίας ίσως καταφέρουν να μας κρατήσουν και πάλι στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Ίσως μας βγάλουν από το σπιράλ του αναίτιου και ανώφελου ρεβανσισμού. Το σπιράλ της καθόδου.