Πολιτικη & Οικονομια

Μητσοτάκης: Aνίκανος και επικίνδυνος ο Πάνος Καμμένος

«Ασκεί εξωτερική πολιτική και ρίχνει αχρείαστα λάδι στην φωτιά»

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Όχι μόνο ανίκανο, αλλά και επικίνδυνο» χαρακτήρισε τον υπουργό Άμυνας Πάνο Καμμένο ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στον Real Fm και στον Νίκο Χατζηνικολάου.

Ο κ. Μητσοτάκης υποστήριξε ότι ο κ. Καμμένος «ασκεί εξωτερική πολιτική και ρίχνει αχρείαστα λάδι στην φωτιά» για να προσθέσει ότι «ο κ. Τσίπρας είναι ένας αδύναμος πρωθυπουργός που θα έπρεπε να έχει αποπέμψει χθες τον κ. Καμμένο». Ζήτησε από τον υπουργό Άμυνας να μιλάει λιγότερο και να κάνει περισσότερο τη δουλειά του, που είναι η ενίσχυση του αξιόμαχου των ενόπλων δυνάμεων.

Για το θέμα τον δύο αξιωματικών είπε ότι αυτό που θα είχε κάνει ο ίδιο διαφορετικά «θα ήταν ότι δεν θα είχα υποτιμήσει το περιστατικό και θα είχα κινητοποιήσει όλες τις διεθνείς συμμαχίες. Ο κ. Τσίπρας ό,τι έκανε το έκανε με μεγάλη καθυστέρηση. Θα ήθελα να αναλογιστείτε πως αισθάνονται οι γονείς όταν λέει ότι οι δύο αξιωματικοί μπορεί να μείνουν στην φυλακή και 15 χρόνια».

Σχετικά με τους χαρακτηρισμούς για τον κ. Ερντογάν εκτίμησε ότι «η δήλωση είναι παντελώς άσχετη που ρίχνει λάδι στην φωτιά», συμπλήρωσε ότι «είναι λάθος η έκφραση όπως και η ανακοίνωση του Μαξίμου που μιλούσε για "σουλτάνο"», για να καταλήξει: «Δεν έχω χρησιμοποιήσει ποτέ τα εθνικά θέματα για εσωτερική κατανάλωση».

«Θα εξετάσουμε τη στάση μας αν έλθει συμφωνία για το ζήτημα της ΠΓΔΜ στη Βουλή»

Αν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συγκαλέσει σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών θα προσέλθω, ανέφερε ο πρόεδρος της ΝΔ, Κυριάκος Μητσοτάκης αλλά πρόσθεσε ότι «η συναίνεση θέλει δύο, ο κ. Τσίπρας δεν έχει δείξει καμία διάθεση για συναίνεση».

Είπε ότι αν κληθεί να ενημερωθεί από τον πρωθυπουργό θα ανταποκριθεί. Για το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ επέρριψε ευθύνες στον πρωθυπουργό για τους μέχρι τώρα χειρισμούς του, γιατί δεν επεδίωξε να ενημερώσει την αντιπολίτευση και αντίθετα αξιοποίησε το παράθυρο ευκαιρίας για να διχάσει την αντιπολίτευση και έκανε μυστική διπλωματία. Επίσης, πρόσθεσε, περιφρόνησε όσους έχουν αυξημένη εθνική ευαισθησία και διαδήλωσαν χαρακτηρίζοντάς τους όχλο. Η κυβέρνηση στην αρχή μιλούσε μόνο για το θέμα της ονομασίας, είπε ο κ. Μητσοτάκης, στη συνέχεια προσήλθε στην δική μας γραμμή και έβαλε το θέμα της αναθεώρησης του Συντάγματος. Διευκρίνισε ότι η αναθεώρηση είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη.

Τέλος άφησε ανοικτό το τι θα κάνει αν έλθει συμφωνία στην Βουλή λέγοντας ότι «θα εξετάσουμε την οποιαδήποτε συμφωνία αν και η κυβέρνηση δίχασε την κοινωνία και δημιούργησε αρνητικό υπόστρωμα για τη διαπραγμάτευση».

Για την συμπεριφορά της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ είπε ότι οποιαδήποτε παρέμβαση στα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου είναι απαράδεκτη και πρέπει να καταδικαστεί από όλη την διεθνή κοινότητα με εκκωφαντικό τρόπο.

Σημείωσε ότι ο Νίκος Αναστασιάδης με γενναιότητα έχει πει ότι θα δημιουργηθεί ταμείο για την ενίσχυση και των δύο κοινοτήτων. Χαρακτήρισε απαράδεκτη την τακτική του Ταγίπ Ερντογάν, ενώ συνεχάρη τον Κύπριο Πρόεδρο για την επανάληψη των συναντήσεών του με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί.

Πρόταση για στρατηγικό επενδυτή στο νερό

Και στην ΕΥΑΘ και στην ΕΥΔΑΠ πρέπει να μπει στρατηγικός επενδυτής, με ισχυρή εποπτική Αρχή, ώστε να διασφαλιστεί ότι το νερό δεν θα γίνει αντικείμενο οικονομικής εκμετάλλευσης με αυξήσεις στις τιμές του, ανέφερε ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης.

Οι κρατικές επιχειρήσεις που διαχειρίζονται το νερό έχουν αποτύχει υποστήριξε ο κ. Μητσοτάκης και, φέρνοντας ως παράδειγμα επιτυχημένης ιδιωτικοποίησης τον ΟΤΕ, πρόσθεσε ότι στρατηγικός επενδυτής δεν σημαίνει αυτόματα απολύσεις.

Ο πρόεδρος της ΝΔ τόνισε ότι το ερώτημα δεν είναι αν θα πρέπει να γίνει αυτό, αλλά πως θα πρέπει να γίνει με τον καλύτερο τρόπο.

Γενικότερα για τις ιδιωτικοποιήσεις είπε ότι η κυβέρνηση με τα στελέχη της αντί να τις ενθαρρύνει τις υπονομεύει. Εκτίμησε, επίσης, ότι η κυβέρνηση καθυστερεί τις ιδιωτικοποιήσεις «γιατί τις θέλει σαν μηχανές προσλήψεων, όπως τα ΕΛΠΕ».

Ο κ. Μητσοτάκης συμπλήρωσε ότι ο ίδιος έχει και τη διάθεση και τη δυνατότητα να προσελκύσει επενδύσεις και να επιταχύνει τις ιδιωτικοποιήσεις.