Πολιτικη & Οικονομια

Τα αμερικανικά σχέδια για την Αν. Μεσόγειο και την Ελλάδα

Το χειρότερο είναι να σε χρησιμοποιούν και εσύ να νομίζεις ότι σε στηρίζουν

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 651
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η αλλαγή στρατηγικής των ΗΠΑ στην περιοχή μας πρόκειται σύντομα και σταδιακά να ξεδιπλωθεί. Αυτό δεν είναι καλό νέο. Οι αμερικανικοί σχεδιασμοί είναι σφαιρικοί και δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν τις ιδιαίτερες καταστάσεις που επικρατούν μεταξύ των χωρών της ευρύτερης Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Οι νέοι αυτοί σχεδιασμοί έχουν να κάνουν με την αλλαγή φιλοσοφίας των ΗΠΑ μετά την παταγώδη αποτυχία των επιλογών τους στην ευρύτερη Μεσοποταμία. Ιδιαίτερα ως προς την αναποτελεσματική εμπλοκή τους στη Συρία με όλες τις διαπιστωμένες πια παράπλευρες απώλειες που υπέστησαν. Την αναβάθμιση της Ρωσίας στην Εγγύς Ανατολή, την απώλεια της Τουρκίας ως πειθήνιου συμμάχου, την ανατροπή στις σχέσεις Τουρκίας - Ισραήλ, την επιστροφή του Ιράν στη σκακιέρα, την απώλεια ελέγχου στο Αφγανιστάν, την αναποτελεσματικότητα της αμερικανικής επιρροής στην Αίγυπτο.

Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί για την υπερδύναμη. Ήταν σχεδιασμένο να αποχωρήσει από τη Μέση Ανατολή και να απασχοληθεί κυρίως με τα συμφέροντά της στον Ειρηνικό, αλλά αυτό το σχέδιο δεν περπάτησε όπως θα το επιθυμούσαν οι αμερικανοί σχεδιαστές. Σε αυτή τη φάση βρίσκεται πλέον η Ουάσινγκτον. Θα αναλογιστεί ο παρατηρητής. Γιατί μία τέτοια προοπτική πρέπει να απασχολεί την Ελλάδα; Η απάντηση είναι κυνικά διατυπωμένη. Η Αθήνα αυτή την περίοδο βιώνει τα προεόρτια μιας αλλαγής στρατηγικής, χωρίς να έχουν διασαφηνιστεί δύο δεδομένα. Α) Ποιος πραγματικά αποφασίζει στην Ουάσινγκτον και Β) Ποια είναι τα πραγματικά μακροπρόθεσμα συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή.

Σε αυτή τη φάση η Ελλάδα αντιμετωπίζει το πρώτο κύμα της γενικευμένης αστάθειας. Στην Τουρκία, στις σχέσεις της Δύσης με τη Ρωσία, στην κατάσταση που επικρατεί στα Δυτικά Βαλκάνια, στη ρευστότητα της Ανατολικής Μεσογείου με επίκεντρο την Κύπρο.

Λόγω αυτής της φάσης, η Αθήνα καλείται να διαχειριστεί ταυτόχρονα τα τέσσερα ζητήματα - φωτιά που την απασχολούν άμεσα. Την εκρεμμότητα με την ΠΓΔΜ, το Αλβανικό που πιέζει αφάνταστα και ενδεχομένως να υπάρξουν ταχύτατες εξελίξεις ακόμη και εντός της επόμενης εβδομάδας, τα ελληνοτουρκικά - Κυπριακό και βεβαίως το μείζον που είναι η 4η αξιολόγηση και το πρόγραμμα εξόδου στις αγορές μετά τον Δεκαπενταύγουστο. Δύσκολα μια ελληνική κυβέρνηση εκ του παρόντος πολιτικού συστήματος δεν θα μπορούσε με αποτελεσματικότητα να διαχειριστεί παράλληλα τα προαναφερθέντα ζητήματα. Πόσο δε μάλλον η σημερινή, με το υφιστάμενο πολιτικό προσωπικό που διαθέτει. Όχι πως η αντιπολίτευση διαθέτει ικανότερο και πιο εκπαιδευμένο πολιτικό προσωπικό. Η διαφορά έγκειται στο ότι η παρούσα κυβέρνηση κυβερνά, πώς να το κάνουμε.

Σε αυτό το πλαίσιο διαπιστώνεται το έλλειμμα ικανότητας διαχείρισης κρίσεων. Η Αθήνα, τουλάχιστον στα τέσσερα μείζονα ζητήματα που προαναφέρθηκαν, εξαρχής κατέδειξε αδυναμία αποτελεσματικής διαχείρισής τους. Όσον αφορά τα δύο συμβάντα όπου οι διαχειρίσεις τους προϋπέθεταν προσωπικό ειδικά εκπαιδευμένο και κυρίως με ειδικές ικανότητες, δηλαδή το επεισόδιο στα Ίμια και εκείνο στις Καστανιές Έβρου, αποκαλύφθηκε η τεχνική γύμνια στο διπλωματικό εν αρχή και στις υπόλοιπες συνιστώσες στη συνέχεια. Παρά τα περί του αντιθέτου λεχθέντα η τελική διαμόρφωση της τακτικής της Αθήνας «ακούμπησε» σε μία παλιά και πολύ λιγότερο αποτελεσματική πια σταθερά. Την ενεργοποίηση του αμερικανικού και ευρωπαϊκού παράγοντα. Μόνον που τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Ούτε η Ευρώπη συνολικά ούτε και η Αμερική ειδικά έχουν την αποτελεσματική επιρροή που ενδεχομένως διέθεταν στο κοντινό παρελθόν. Ούτε η Άγκυρα είναι πλέον η ίδια ούτε στην Τουρκία υπάρχουν ισχυρά κέντρα αποφάσεων που να μπορούν να εξισορροπήσουν την ισχύ του προεδρικού Κονκλαβίου στο παλάτι του Σουλτάνου.

Οι ανάλογες εξελίξεις διαφάνηκαν και ως προς τη διαχείριση και των άλλων εκρηκτικών εμπλοκών. Ούτε τα Τίρανα αλλά ούτε και τα Σκόπια φαίνονται διατεθειμένα να διευκολύνουν χωρίς ισχυρά ανταλλάγματα την ελληνική διπλωματία.

Σοβαροί διπλωμάτες στο ΥΠΕΞ, αλλά και άλλοι εκτός κυβέρνησης πολιτικοί παράγοντες, έχουν αρχίσει να «νιώθουν» πως κάτι αλλάζει στις πάγιες σταθερές που εδώ και δεκαετίες εφησύχαζαν τις εκάστοτε ελληνικές εξουσίες. Η περίπτωση «Αφρίν» ενδεχομένως να έπεισε πολλούς στην ελληνική πρωτεύουσα πως κυρίαρχη συνιστώσα στις εξελίξεις είναι η χαοτική ρευστότητα και όχι όσα με ευκολία διαρρέουν δεξιά και αριστερά ως «ασφαλείς πληροφορίες». Η περίπτωση «Αφρίν» καταδεικνύει πως ακόμη και τη στιγμή των εξελίξεων οι συμμαχίες άλλαζαν, τα deal έδιναν και έπαιρναν και πως επί του εδάφους δεν λειτούργησε καμία ιδεοληπτική σταθερά. Η Αθήνα «επιθυμούσε» να αφηγείται τα τεκταινόμενα σύμφωνα με τις δικές της επιθυμίες και όχι σύμφωνα με την πραγματικότητα επί του εδάφους. Η ευκολία αυτή, άλλα να συμβαίνουν και άλλα να κατανοείς, προκαλεί εύγλωττα ερωτήματα και ανησυχία ως προς τη δυνατότητα αντίληψης των επερχομένων στην περιοχή κατά το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. Όταν μάλιστα οι εξελίξεις αναμένονται εντός του επόμενου τριμήνου για όλες τις στρατηγικού χαρακτήρα εκκρεμότητες. Το χειρότερο σε μία τέτοια περίπτωση είναι να σε χρησιμοποιούν και εσύ να νομίζεις ότι σε στηρίζουν.