Πολιτικη & Οικονομια

Η μαζοχιστική ηδονή της κυρίας Ρεπούση

Σταύρος Κωνσταντινίδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Για έναν προσεκτικό παρατηρητή της πολιτικής ζωής και γνώστη του κώδικα του «μαγικού» κόσμου της αριστεράς, είναι εύκολο να διαγνώσει ότι η Μαρία Ρεπούση, είναι ένας σοβαρός και συγκροτημένος άνθρωπος. Με καθαρές αναφορές στο άρωμα της ελληνικής ανανεωτικής αριστεράς, της γυναικείας χειραφέτησης, της αντιεθνικιστικής ρητορικής και με ευφράδεια λόγου, ισχυρή αυτοπειθαρχία και κυρίως απαράμιλλη γενναιότητα και ψυχραιμία, έγινε σχεδόν πολιτικός πρώτης γραμμής με αφορμή ένα γεγονός, που άλλους ανθρώπους θα τους καθήλωνε σε ισόβια μελαγχολία.

Με αφορμή τον περίφημο «συνωστισμό της Σμύρνης», αντιμετώπισε με τέτοια αυτοσυγκράτηση, μαχητικότητα και ψυχραιμία, τον υποκριτικό, δημόσιο κανιβαλλισμό, που κατάφερε να μετασχηματίσει την άβολη θέση της σε συγκριτικό της πλεονέκτημα. Αφού ομολόγησε την αστοχία της έκφρασης, κέρδισε με τη στάση της την αποδοχή πολιτικής περσόνας που δεν «μασάει» τα λόγια της και αντιστέκεται θαρραλέα με τη μέγιστη δυνατή αξιοπρέπεια. Ειδικά στο χώρο της σκεπτόμενης αριστεράς, τα χαρακτηριστικά αυτά της προσέδωσαν παράσημα καθολικού σεβασμού και αναγνώρισης.

Η εκλογή της ως βουλευτή της ΔΗΜΑΡ άνοιξε τις πόρτες και μια άνετη πρόσβαση στο κεντρικό μιντιακό σύστημα. Με όρους τηλεοπτικής επικοινωνίας, κατέστη σχεδόν περιζήτητη, καθώς αντιμετωπίστηκε από τα ΜΜΕ ως μια καλλιεργημένη και εν δυνάμει αιρετική φωνή, που από τη μια στέκεται επάξια και ακομπλεξάριστα ως αντίπαλο δέος στις κραυγές των εγχώριων σταρ του εθνικισμού και από την άλλη ειναι έτοιμη ανά πάσα στιγμή να εκστομίσει την πικρή αλήθεια της στις περιοχές των απαγορευμένων ζωνών των εθνικών μύθων.

Υποβοηθούμενη από την κομψή και φινετσάτη παρουσία της, την αστική της αύρα, με άψογη υφολογία σύγχρονης, μεταμοντέρνας διανοούμενης, υπερείχε σαφώς απο τις μπρουτάλ γυναικείες παρουσίες του αριστερού «γαλαξία», κυρίες Κανέλλη, Κωνσταντοπουλου, Δούρου, αλλά και τις πιο λαϊκό-ποπ γυναικείες εκδοχές των λοιπών κομμάτων. Έγινε γρήγορα η ιδανική καλεσμένη του τηλεοπτικού κατεστημένου.

Η Μαρία Ρεπούση φαίνεται να μην έμεινε ασυγκίνητη από τη μιντιακή αποδοχή. Σε αντίθεση με τη στοχαστική και πνευματώδη ιδιοσυγκρασία της, έδωσε συστηματικά το «παρών» σε κάθε πρωινή τηλεοπτική πρόσκληση. Η διαχείριση της τηλεοπτικής της παρουσίας έγινε από μέρους της με ακραία αυταρέσκεια. Χτίσιμο δημόσιας εικόνας, με αξιοποίηση της μέγιστης δυνατής τηλεοπτικής προβολής, είναι ένα απλοϊκό επικοινωνιακό δόγμα, αλλά μοιάζει να μη διαφέρει από το τετριμμένο μοτίβο του Άδωνι Γεωργιάδη. Πάντως, το αιρετικό της προφίλ και η λανθάνουσα πιθανότητα μιας σκληρής ατάκας στον αέρα, της προσέφεραν το φωτοστέφανο της εκκεντρικότητας και εξασφαλισμενη πρώτη θέση στα τηλεοπτικά πάνελς.

Όλοι οι βουλευτές πολιτεύονται, και ορθώς, μέσα από την οπτική και τη συγκριτική υπεροχή του γνωστικού τους πεδίου. Είναι απόλυτα λογικό. Τα όσα υποστηρίζει η Ρεπούση επιστημονικα στις επίμαχες περιοχές της ιστορίας και ειδικά της κατεδάφισης των εθνικών μύθων, κινούνται αντίρροπα προς τις κρατούσες αντιλήψεις. Η αντίθεσή της στην ποινικοποίηση της άρνησης της γενοκτονίας των Ποντίων, ή της υποβάθμισης της επικότητας του Ζαλόγγου, είναι ανυπέρβλητα ταμπού, διεγείρουν το θυμικό και δεν βρίσκουν θέση στην πολιτική ατζέντα. Αντίθετα, είναι απόλυτα φυσιολογικά και σχεδόν υπέχουν θέση banalite προσέγγισης στη σφαίρα των ιστορικών, θεωρητικών και συνεδριακών αναζητήσεων.

Όπως όλοι οι άνθρωποι, με την προσωπική τους γκρίζα και αντιφατική περιοχή, έτσι και η Μαρία Ρεπούση, διαθέτει μεν σοβαρότητα και γενναιότητα στην ελευθερία της έκφρασης, παράλληλα όμως είναι ακραία εμμονική στην ανάδειξη της επιστημονικής της άποψης. Η ανάδειξη μάλιστα αυτή επιχειρείται άστοχα μέσα απο τον μεγεθυντικό φακό της όψιμης πολιτικής της ιδιότητας, χρησιμοποιώντας ματαιόδοξα τον λαμπερό κόσμο των ΜΜΕ. Νομιμοποιημένη εσωτερικά, με το αναφαίρετο δικαίωμα στην προσωπική της αλήθεια, απολαμβάνει ηδονικά με κάθε κόστος την αναπάντεχη προβολή και δημοσιότητα. Είναι ένα είδος μαζοχιστικής ηδονής...