- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Όταν ο Μάικλ Ντάγκλας έκανε σεξ με τον Ματ Ντέιμον
«Μετά το πρώτο φιλί, αισθάνεσαι πολύ άνετα»
Τι συμβαίνει όταν βάζει κανείς στην ίδια ταινία τον ντετέκτιβ που αντιμετώπισε τη Σάρον Στόουν στο «Βασικό Ένστικτο» μαζί με τον σκληροτράχηλο κατάσκοπο Τζέισον Μπορν; Η απάντηση είναι μια ταινία για την ερωτική ζωή του θρυλικού πιανίστα και σόουμαν Λιμπεράτσε που άφησε εποχή στο Λας Βέγκας και την αμερικανική τηλεόραση με τις μεγαλοπρεπείς, πομπώδεις και έξτρα χλιδάτες εμφανίσεις του. Εμφανίσεις που έδιναν λαβή σε αναρίθμητα ομοφοβικά σχόλια, σε μια εποχή που ήταν πρακτικά αδύνατο για ένα δημόσιο πρόσωπο να μιλήσει ανοιχτά για την ομοφυλοφιλία του.
Έχουν όμως αλλάξει τα πράγματα τόσο πολύ από τότε; Η ταινία «Πίσω από τα Κηροπήγια» ήταν ένα πρότζεκτ με τη βαριά υπογραφή του σκηνοθέτη Στίβεν Σόντερμπεργκ (γνωστού για μεγάλες επιτυχίες όπως το «Σεξ, ψέματα και βιντεοταινίες», «Η ζωή της Έριν Μπρόνκοβιτς» και «Η συμμορία των έντεκα»). Ο Σόντερμπεργκ είχε στρατολογήσει για τους κεντρικούς ρόλους δύο από τους μεγαλύτερους σταρ του Χόλιγουντ, ενώ ο προϋπολογισμός της ταινίας ήταν ιδιαίτερα χαμηλός για τα δεδομένα των χολιγουντιανών στούντιο (γύρω στα 23 εκατομμύρια δολάρια). Παρόλα αυτά, το γεγονός ότι η ταινία εστιάζει στην 5χρονη σχέση του Λιμπεράτσε με τον κατά σαράντα χρόνια νεότερό του Σκοτ Θόρσον, είχε σαν αποτέλεσμα τα στούντιο να αρνηθούν οποιαδήποτε χρηματοδότηση.
Τελικά το πρότζεκτ ανέλαβε το καλωδιακό κανάλι HBO, γνωστό για τα πολύ επικερδή ρίσκα που αναλαμβάνει σε ευαίσθητα θέματα όπως το σεξ, η βία και ο θάνατος με τις υπέρ-επιτυχημένες σειρές του όπως οι «Σοπράνος», το «Γραφείο κηδειών Φίσερ», το "True Blood" και το «Παιχνίδι του στέμματος». Αυτό σημαίνει ότι το τελευταίο φιλμ στην καριέρα του Σόντερμπεργκ δεν πρόκειται να διανεμηθεί στις αμερικάνικες κινηματογραφικές αίθουσες αλλά θα προβληθεί ως ...τηλεταινία. Κάτι που δεν εμπόδισε βέβαια τα ξένα γραφεία διανομής να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους αλλά και το Φεστιβάλ των Κανών να λάβει την πρωτοφανή απόφαση να εντάξει μια τηλεταινία στο επίσημο διαγωνιστικό του πρόγραμμα.
«Η επίσημη γραμμή των στούντιο ήταν ότι λατρεύουμε το σενάριο, αλλά αυτή η ταινία δεν θα αρέσει σε κανέναν εκτός από τους γκέι» δηλώνει ο παραγωγός του φιλμ που είχε γνωρίσει τον Λιμπεράτσε όσο ζούσε. «Ξεχνάνε βέβαια ότι στις δεκαετίες του '50 και του '60, το κοινό του Λιμπεράτσε δεν ήταν οι γκέι. Το πιο φανατικό κοινό του ήταν οι κυρίες μιας κάποιας ηλικίας με τα μοβ μαλλιά. Όταν ήταν πάνω στη σκηνή τις έκανε ό,τι ήθελε. Στο σπίτι του όμως ζούσε τη σεξουαλικότητά του ελεύθερα και ανοιχτά. Θυμάμαι ότι υπήρχαν νεαροί σε κάθε δωμάτιο. Δεν μ' ένοιαζε – αυτό σήμαινε περισσότερες γυναίκες διαθέσιμες για μένα!»
Τα κηροπήγια πάνω στο πιάνο που έδωσαν στην ταινία τον τίτλο της, υπήρξαν το σήμα κατατεθέν του Λιμπεράτσε μαζί με τις γούνες, τις περούκες και τις καλυμμένες με κρυστάλλους Ρολς Ρόις. Παρά τα κακεντρεχή σχόλια και την ενστικτώδη ομοφοβία που προκαλούσαν οι δημόσιες εμφανίσεις του, την εποχή εκείνη η ομοφυλοφιλία ενός σταρ που αρνιόταν πεισματικά να παντρευτεί και συνοδευόταν σε όλα τα ταξίδια από τη μητέρα του, δεν μπορούσε παρά να είναι ένα επτασφράγιστο μυστικό. Τόσο επτασφράγιστο που ο Λιμπεράτσε δεν δίστασε να σύρει στα δικαστήρια έναν άγγλο δημοσιογράφο που αναφέρθηκε με ιταμό τρόπο στη σεξουαλικότητά του σε μια δίκη που άφησε εποχή.
Η ταινία σηκώνει τις βαρύτιμες κουρτίνες και αποκαλύπτει τι συνέβη πραγματικά όταν ο 57χρονος σταρ γνώρισε έναν πανέμορφο νεαρό που προσφέρθηκε να φροντίζει το τυφλό κανίς του. Ο Λιμπεράτσε θα πάρει κάτω από τις φτερούγες του τον Σκοτ Θόρσον, παιδί μιας διαλυμένης οικογένειας που έχει περάσει τη ζωή του μπαινοβγαίνοντας σε ιδρύματα. Με την ιδιότητα του σοφέρ που τον συνοδεύει παντού ο Σκοτ θα περάσει πέντε χρόνια μέσα στην υπέρ-πολυτελή έπαυλη που μετατρέπεται σε κλειστοφοβικό σκηνικό μιας δυσλειτουργικής αλλά παθιασμένης σχέσης, καθώς πέρα από το ερωτικό στοιχείο ο νεαρός αναζητά μια πατρική φιγούρα και ο Λιμπεράτσε τον γιο που δεν απέκτησε ποτέ. Θα φτάσει μάλιστα σε σημείο να αναθέσει σε έναν πλαστικό χειρούργο να μετατρέψει τον Σκοτ σε μια πιο νεανική εκδοχή του εαυτού του...
Τελικά η εξάρτηση του Σκοτ από τα ναρκωτικά θα θέσει τέρμα στη σχέση τους και ο Λιμπεράτσε δεν πρόκειται να του συγχωρέσει το γεγονός ότι κατέφυγε στα δικαστήρια ζητώντας διατροφή παρά μόνο χρόνια αργότερα, λίγο πριν πεθάνει από Aids το 1987. Ο πρωταγωνιστής Μάικλ Ντάγκλας δηλώνει «Όταν βλέπω την ταινία, μετά από λίγο ξεχνώ ότι πρόκειται για δύο άντρες. Ο έρωτας, οι τσακωμοί – πρόκειται για πραγματικό ζευγάρι. Και όπως κάθε σχέση, υπάρχει εκείνη η στιγμή που ο ένας απ' τους δύο ξεπερνάει κάποιο όριο. Εκείνη τη στιγμή κάτι σπάει και δεν ξανακολλάει. Υπάρχουν ορισμένα πράγματα που μπορείς να τα συγχωρέσεις μόνο στην οικογένειά σου. Ο Λιμπεράτσε προσπάθησε αλλά δεν μπόρεσε να συγχωρέσει τον Σκοτ παρά μόνο στα τελευταία του.»
Για τον Ματ Ντέιμον «αυτοί οι δύο άντρες ήταν βαθιά ερωτευμένοι και ζούσαν μαζί σαν παντρεμένοι δεκαετίες πριν οι γκέι αρχίσουν να παντρεύονται. Αυτό είναι κάτι που έχει μεγάλη σημασία. Ο καθένας μπορεί να ταυτιστεί με το σενάριο. Βλέπεις δύο ανθρώπους να συζητάνε την ώρα που ντύνονται ή ξεντύνονται, να καβγαδίζουν ή να ετοιμάζονται για ύπνο. Δεν διαφέρει από τον οποιονδήποτε γάμο. Είναι ακριβώς αυτό που θα έβλεπες ανάμεσα σε έναν άντρα και μια γυναίκα, αλλά σε αυτή την περίπτωση είναι δύο άντρες, που το κάνει ακόμα πιο ενδιαφέρον.»
Από την ταινία δεν λείπει φυσικά το σεξ, αλλά αυτό δεν προβλημάτισε τον Μάικλ Ντάγκλας που είδε την ταινία σαν ευκαιρία να αναβιώσει την καριέρα του μετά τη μάχη που έδωσε με τον καρκίνο και τη φυλάκιση του γιου του για εμπόριο ναρκωτικών: «Μετά το πρώτο φιλί αισθάνεσαι πολύ άνετα. Με τον Ματ δεν κάναμε πρόβα για τις ερωτικές σκηνές. Του είπα: έχουμε διαβάσει και οι δύο το σενάριο έτσι δεν είναι; Το πρόβλημα με τις σεξουαλικές σκηνές είναι ότι οι πάντες θεωρούν ότι μπορούν να σε κρίνουν. Κανείς δεν είχε τινάξει τα μυαλά κάποιου στον αέρα, όμως όλοι έχουν κάνει σεξ το προηγούμενο βράδυ οπότε έχουν άποψη για το πως πρέπει να το κάνεις.»
Και για τον Ματ Ντέιμον όμως –που στο παρελθόν αρνήθηκε να διαψεύσει τις φήμες περί σχέσης του με τον Μπεν Άφλεκ από σεβασμό προς τους ομοφυλόφιλους– η φυσικότητα είχε πολύ μεγάλη σημασία: «Και οι δύο έχουμε γκέι φίλους, οπότε δεν υπήρχε περίπτωση να εξευτελίσουμε τις συγκεκριμένες σκηνές. Παρόλα αυτά ορισμένα πράγματα απαιτούν τον κατάλληλο σχεδιασμό. Υπάρχει αυτή η σκηνή που βγαίνω από την πισίνα, στέκομαι όρθιος από πάνω του στην ξαπλώστρα και αρχίζουμε τις ερωτοτροπίες. Χρειάστηκε να κάνουμε ένα προσεκτικό πλάνο με την κάθε κίνηση όπως οι προπονητές στο γήπεδο.»