Πολιτικη & Οικονομια

Σε «επιτήρηση» η «καθαρή έξοδος» στις αγορές

Παρά τους επαίνους του Τόμας Βίζερ για την κυβέρνηση, έξοδος στις αγορές δεν σημαίνει τέλος εποπτείας δηλώνει ο κ. Κοστέλο

Ευτύχης Παλλήκαρης
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Λίγες μόνο ώρες μετά την τοποθέτηση του υπουργού Οικονομικών κ. Τσακαλώτου για καθαρή έξοδο από τα μνημόνια τον προσεχή Αύγουστο, έρχονται οι αμφισβητήσεις εντός και εκτός συνόρων. Η μία από τον εκπρόσωπο της Κομισιόν στην τρόικα, κ. Ντέκλαν Κοστέλο, και η άλλη από το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.

Ο κ. Κοστέλο, μιλώντας σε ολλανδούς βουλευτές, επισήμανε ότι «υπάρχουν πραγματικές προκλήσεις σχετικά με το αν θα καταφέρει η Ελλάδα να διασφαλίσει βιώσιμη ανάπτυξη μακροπρόθεσμα» και σημείωσε ότι είναι ανάγκη «να δημιουργηθεί ένα ισχυρό πλαίσιο μετά τη λήξη του προγράμματος που θα διασφαλίζει τη διαρκή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων». Η αναφορά του παραπέμπει στην ανάγκη γραμμής στήριξης από την τρόικα μετά τη λήξη του μνημονίου, που αμφισβητεί έντονα η κυβέρνηση. Κι αυτό, παρά την εντυπωσιακή παραδοχή του απερχόμενου επικεφαλής του EWG κ. Τόμας Βίζερ ότι «μόνο όταν μια  κυβέρνηση ενστερνιστεί τους στόχους ενός προγράμματος μπορεί να λειτουργήσει και η εφαρμογή του και να εξηγηθεί πειστικά στους πολίτες η αναγκαιότητά του... Αυτό δεν συνέβη στην Ελλάδα, με καμιά κυβέρνηση. Τα πράγματα βελτιώθηκαν ανέλπιστα μόνο τον τελευταίο χρόνο».

Είναι φανερό από τις δηλώσεις αυτές ότι η ανοχή που επέδειξαν οι της τρόικας για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και του τελευταίου μνημονίου -λόγω και της κυβερνητικής «προθυμίας»- δεν συνεπάγεται και εγκατάλειψη της γραμμής για εποπτεία της χώρας, πολύ περισσότερο με την εκκρεμότητα του χρέους να επικρέμαται ως δαμόκλεια σπάθη για τη χώρα αλλά και τους δανειστές.

Την ίδια ώρα, η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής -η τελευταία με την υπογραφή του κ. Παναγιώτη Λιαργκόβα, που αντικαθίσταται- επισημαίνει ότι έξοδος στις αγορές δεν σημαίνει και έξοδος από τη λιτότητα. Η εκτίμηση που γίνεται είναι ότι οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από την κυβέρνηση προοιωνίζονται εποπτεία από τους Θεσμούς: «Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί, θεσμοθετώντας μια σειρά συγκεκριμένων μέτρων, για τα χρόνια μετά το 2018: πρωτογενή πλεονάσματα και μέτρα στο ασφαλιστικό σύστημα το 2019 και στη φορολογία το 2020, συνολικά της τάξης του 2% του ΑΕΠ προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022» και άρα «θα υπάρξουν σημαντικές εκκρεμότητες, που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στους σχεδιασμούς της "επόμενης μέρας" καθώς η οικονομική μας πολιτική θα παρακολουθείται σε κάθε περίπτωση από τους θεσμούς και τις αγορές».

Η έκθεση υπενθυμίζει και τις πρόσφατες δηλώσεις του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών κ. Γιώργου Χουλιαράκη πως «είναι υπαρκτό το ενδεχόμενο επανόδου στις παλιές κακές δημοσιονομικές συνήθειες και δεν είναι μικρός ο κίνδυνος ενός δημοσιονομικού παραστρατήματος, καθώς το 2019 θα είναι εκλογικό έτος».

Όλα δείχνουν ότι η γραμμή για «καθαρή έξοδο» στις αγορές -που αναζωπυρώθηκε πρόσφατα από σειρά κυβερνητικών στελεχών- θα παγιδευτεί από τη μια στην εμμονή των δανειστών για επιτήρηση και από την άλλη στον «πειρασμό» για προεκλογικές παροχές, που προσκρούουν στα μέτρα λιτότητας που έχει αποδεχτεί η κυβέρνηση.