- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Σκοπιανό: Η λύση μπορεί να κοστίζει περισσότερο από τη μη λύση
Τα κυβερνητικά λάθη και οι παραλείψεις ανεβάζουν το κόστος της διαχείρισης του ζητήματος
Είναι πολύ δύσκολο να καταλήξεις σε οριστικό συμπέρασμα για το εάν τελικά η λύση του σκοπιανού - «Μακεδονικού» έχει μεγαλύτερο ή μικρότερο κόστος από τη διαιώνιση του προβλήματος.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι έτσι όπως κινείται η κυβέρνηση Τσίπρα ανεβάζει συνεχώς το κόστος διαχείρισης ενός εξαιρετικά σύνθετου προβλήματος.
Απομόνωση και διχασμός
Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα έχει οδηγηθεί σε διπλωματική απομόνωση στο συγκεκριμένο θέμα εφόσον περισσότερα από 135 κράτη μέλη του ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, της Ρωσίας και της Κίνας, έχουν αναγνωρίσει το γειτονικό κράτος με το όνομα Μακεδονία. Ανάλογη κατάσταση επικρατεί στην Ε.Ε. και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Μπορεί κάποιος να υποστηρίξει ότι, φτάνοντας σε κάποια λύση στο θέμα του ονόματος, η Ελλάδα θα απελευθερώσει πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο. Από την άλλη, τα ενδεχόμενα διπλωματικά κέρδη αντισταθμίζονται από τις εσωτερικές δυσκολίες. Για ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινής γνώμης η λύση που αφήνει να εννοηθεί η κυβέρνηση ισοδυναμεί με εθνική ταπείνωση, ενώ είναι φανερό ότι θα δημιουργηθούν πρόσθετες δυσκολίες στη συνεννόηση μεταξύ Θεσσαλονίκης και Βόρειας Ελλάδας και του λεγόμενου «κράτους των Αθηνών».
Διεύρυνση και θυμός
Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία που αναπτύσσουν οι περισσότεροι αναλυτές, το θέμα του ονόματος πρέπει να λυθεί γιατί το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. επιθυμούν την ένταξη της γειτονικής χώρας στους δύο Οργανισμούς για να σταθεροποιήσουν, στη βάση της στρατηγικής της Δύσης, τα Δυτικά Βαλκάνια.
Υπάρχουν όμως δύο σχετικά προβλήματα: Η στρατηγική του ΝΑΤΟ είναι γεμάτη αντιφάσεις, γενικά και ειδικά στην περιοχή. Οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών σέρνουν τα πόδια τους σε ό,τι αφορά την επίτευξη του στόχου για αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 2% του ΑΕΠ, ενώ οι σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία περνούν μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδο.
Η κατάσταση είναι ακόμη πιο σύνθετη σε ό,τι αφορά τη διεύρυνση της Ε.Ε. προς τα Δυτικά Βαλκάνια. Παρά το γεγονός ότι θεωρώ τον εαυτό μου ευρωπαϊστή και υποστηρίζω σχεδόν όλες τις πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δεν μπορώ να αγνοήσω ότι τα τελευταία χρόνια κυριαρχούν στις ευρωπαϊκές πολιτικές εξελίξεις οι θυμωμένες πατρίδες και οι θυμωμένες περιφέρειες. Το Brexit οδηγεί σε ένα ακρωτηριασμό της Ε.Ε. που θα περιορίσει το ειδικό βάρος της στην παγκόσμια οικονομία και πολιτική, ενώ δεν υπάρχουν ασφαλείς απαντήσεις για το τι θα γίνει με τη σύγκρουση Βαρσοβίας-Βρυξελλών, Βαρκελώνης-Μαδρίτης και Βόρειας Ιταλίας-Ρώμης. Το τελευταίο λοιπόν πράγμα που χρειάζεται η Ε.Ε. είναι μια θυμωμένη Ελλάδα, με θυμωμένες βόρειες περιφέρειες, ενώ υπάρχουν σημαντικές πολιτικές εκκρεμότητες.
Η ποιότητα της Ε.Ε.
Η διεύρυνση προς τα Δυτικά Βαλκάνια θεωρείται αναγκαία από πολλούς στην Ε.Ε. σαν ένα υποκατάστατο της πρακτικά και πολιτικά αδύνατης διεύρυνσης προς την Τουρκία.
Δεν είναι βέβαιο όμως ότι αυτοί που ζητούν τη διεύρυνση προς τα Δυτικά Βαλκάνια μπορούν να την υποστηρίξουν δημόσια και να αναλάβουν το πολιτικό κόστος. Οι Ολλανδοί προχώρησαν σε μη δεσμευτικό για την κυβέρνησή τους δημοψήφισμα για να στείλουν το μήνυμα ότι δεν θέλουν την ανάπτυξη μιας ειδικής σχέσης με την Ουκρανία, η οποία μπορεί στο μέλλον να οδηγήσει στην ένταξή της στην Ε.Ε. Οι Γάλλοι ακολουθούν έναν κανόνα σύμφωνα με τον οποίο οι διευρύνσεις πρέπει να εγκρίνονται από τον λαό για να είναι βέβαιοι ότι δεν θα υπάρξει ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. αλλά μια ειδική σχέση. Σε γενικές γραμμές οι ευρωπαίοι εταίροι ενδιαφέρονται περισσότερο, μετά το σοκ του Brexit, για την ποιότητα της λειτουργίας και την προοπτική της Ε.Ε. και υπάρχουν ισχυρές πολιτικές δυνάμεις που δεν θέλουν να φορτωθεί η Ε.Ε. τα προβλήματα και τις αντιφάσεις των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων.
Άνοιγμα με εσωστρέφεια
Ένα άλλο επιχείρημα που αξιοποιείται για την προώθηση της συνεννόησης της Αθήνας με τα Σκόπια είναι η προοπτική ανάπτυξης της συνεργασίας σε διμερές και ευρωπαϊκό επίπεδο. Προς το παρόν όμως η ελληνική κυβέρνηση δεν υποστηρίζει έμπρακτα τα οικονομικά ανοίγματα. Αντίθετα συνεργάζεται για την πώληση των θυγατρικών των ελληνικών τραπεζών στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και ακολουθεί μια πολιτική υπερφορολόγησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στέλνοντάς τες απέναντι. Λείπει η οικονομική στρατηγική που πρέπει να συμπληρώνει τα πολιτικά ανοίγματα.
Κίνδυνος ακραίων καταστάσεων
Θεωρητικά, ένας συμβιβασμός με τα Σκόπια, ο οποίος θα έχει αναπόφευκτα και μια δυσάρεστη διάσταση, θα έστελνε το μήνυμα μιας υπεύθυνης, ευρωπαϊκής συμπεριφοράς της κυβέρνησης και των λεγόμενων συστημικών κομμάτων. Στην πολιτική όμως μετράει το αποτέλεσμα και στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα να ενισχυθούν ο ευρωσκεπτικισμός και ο αντιευρωπαϊσμός που αναπτύχθηκαν με το αντιμνημόνιο και να αναδειχθούν νέοι πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής, κυρίως στον χώρο της άκρας Δεξιάς.
Σοβαρή ανάλυση οφέλους και κόστους δεν έχει γίνει και από τη στιγμή που η κυβέρνηση κινήθηκε χωρίς να επιδιώξει συνεργασία με κόμματα της αντιπολίτευσης και χωρίς να ενημερώνει για τις ελληνικές θέσεις που θα προβάλει μεγαλώνει εντυπωσιακά το κόστος διαχείρισης του ζητήματος, περιορίζοντας ακόμη περισσότερο τις πιθανότητες για την επίτευξη και την αποδοχή του λεγόμενου έντιμου συμβιβασμού.