- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Όταν η «μικρά αλλ’ έντιμος Ελλάς» τρέφει τον τουρκικό αναθεωρητισμό
Τόσες καριέρες χτίστηκαν πάνω στην τουρκική απειλή, κρίμα θα ήταν να πάνε χαμένες
Η επίσκεψη του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα επιβεβαίωσε με τρόπο πικρό ότι η ελληνική πολιτική ηγεσία αδυνατεί να αποβάλει συμπλέγματα δεκαετιών, βλάπτοντας τελικά το εθνικό συμφέρον. Ο τουρκικός αναθεωρητισμός βρήκε τις πόρτες ανοιχτές, κυρίως γιατί τις κρατούσαν αυτοί που ακόμα πιστεύουν σε μια «μικράν αλλ’ έντιμον» Ελλάδα, που αιώνια θα κυνηγά εθνοκεντρικούς ανεμόμυλους.
Ο λάθος συρμός
Η πρώτη ρητή αναφορά του Ταγίπ Ερντογάν στην ανάγκη αναθεώρησης της συνθήκης της Λωζάνης έγινε τον Σεπτέμβριο του 2016 στην Κωνσταντινούπολη, στο πλαίσιο ομιλίας του σε στελέχη της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η δήλωση εκείνη απευθυνόταν αυστηρά στο εσωτερικό ακροατήριο της γειτονικής χώρας, κάτι που μπορεί κανείς να διαπιστώσει κι από τον ελαφρά παραληρηματικό χαρακτήρα της. Προσπαθώντας να απαξιώσει κι άλλο τον Κεμάλ Ατατουρκ, τον μόνο που με όρους αιωνιότητας αναγνωρίζει ως ισότιμο αντίπαλο του, ο Ερντογάν ισχυρίστηκε τότε ότι αυτοί που διαπραγματεύτηκαν για την Τουρκία τη συνθήκης της Λωζάνης «δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και έτσι, το πρόβλημα το αντιμετωπίζουμε τώρα εμείς», για να καταλήξει με μια ρητορική πιρουέτα στο ότι «εάν πετύχαινε η απόπειρα πραξικοπήματος, μάλλον θα έρχονταν μπροστά μας με μια συμφωνία χειρότερη από αυτή των Σεβρών»! Κεμαλιστές του ’30 και σύγχρονοι πραξικοπηματίες στο ίδιο τσουβάλι, απλώς για να αυτοπροβληθεί ο ίδιος ως ο μόνος αληθινός προστάτης του τουρκικού εθνικού συμφέροντος.
Το ότι η συγκεκριμένη δήλωση του Προέδρου της Τουρκίας αποτέλεσε τεράστιο θέμα συζήτησης στην Ελλάδα επιβεβαιώνει το παλιό εκείνο αξίωμα που λέει ότι όταν επιβιβαστείς στο λάθος τρένο, σε όποια στάση κι αν κατέβεις, λάθος θα είσαι. Πουλώντας την εθνικιστική πραμάτεια τους στα τηλεπαράθυρα και στα ιστολόγια της κακιάς ώρας, οι εκ φαντασιακής αγχιστείας απόγονοι του Διγενή Ακρίτα και του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη κατάφεραν το δύσκολο αλλά και τόσο επιθυμητό από την απέναντι πλευρά: να καταστήσουν ρυθμιστή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής τον τουρκικό εθνολαϊκιστικό αναθεωρητισμό.
Διμερής ψευδαίσθηση ισχύος
Ναι, ακόμα κι αν αυτό συνέβη για λόγους εσωτερικής πολιτικής κατανάλωσης, ο Ταγίπ Ερντογάν πράγματι έθεσε τότε ένα κάποιο ζήτημα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάνης κι ορθώς έλαβε την πρέπουσα ad hoc απάντηση από τους αρμόδιους φορείς άσκησης της εθνικής εξωτερικής πολιτικής. Μέχρι εκεί όμως. Όλα τα όσα ακολούθησαν ήταν περιττά και κυρίως αποκαλυπτικά της εθνικής μειονεξίας, που συνειδητά, ωφελιμιστικά κι αυτάρεσκα καλλιεργούν εδώ και χρόνια οι κάθε λογής υπερπατριώτες.
Η Συνθήκη της Λωζάνης δεν είναι διμερής, δεν ορίζει μονάχα τα σύνορα Ελλάδα και Τουρκίας αλλά και μιας σειράς άλλων κρατών. Αποτελεί τη θεμέλια πράξη του σημερινού γεωπολιτικού οικοδομήματος σχεδόν ολόκληρης Ανατολικής Μεσογείου και της Βαλκανικής Χερσονήσου, κανονικοποιεί και νομιμοποιεί τις πολυδιάστατες μεταβολές που προκλήθηκαν στον παγκόσμιο χάρτη από μια σειρά ιστορικών γεγονότων όπως ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η τελική πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Όσο εκτός πραγματικότητας είναι ο Ταγίπ Ερντογάν όταν νομίζει ότι μπορεί να εξασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη των 11 συμβαλλόμενων μερών για την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης, άλλα τόσο εκτός πραγματικότητας είναι κι οι εν Ελλάδι ζηλωτές της μη αναθεώρησης της. Το ζήτημα δεν είναι νομικό, ποτέ δεν ήταν. Είναι καθαρά πολιτικό κι ως τέτοιο αργά ή γρήγορα θα αποδειχθεί μη ζήτημα.
Εξάλλου, υπάρχει κάτι που εμφανώς απουσιάζει από την αναθεωρητική αφήγηση του Ταγιπ Ερντογάν κι αυτό δεν είναι άλλο από το ακριβές περιεχόμενο της. Το αίτημα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάνης με κανέναν τρόπο δεν προσδιορίζει από μόνο του το περιεχόμενο μιας πιθανής αναθεώρησης της. Μια προσεκτική ανάγνωση όλων των σχετικών δηλώσεων Ερντογάν δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι επιθυμεί να καταλάβει μια σειρά ελληνικών νησιών αλλά στο ότι μάλλον ούτε ο ίδιος έχει κάτι φοβερά συγκεκριμένο στο μυαλό του. Μοιάζει να του αρκεί να διατηρεί ανοιχτή την προοπτική μιας…μεγαλύτερης Τουρκίας, που θα υπερβεί τη δήθεν ταπείνωση της Λωζάνης, πάρα κάτι πιο απτό, τουλάχιστον ως προς τα ευρωπαϊκά σύνορα της Τουρκίας.
Για πάντα Παυλόπουλος
Κι αν κάποιοι έχουν έστω τη δικαιολογία του…μεροκάματου, τι είδους άλλοθι να δώσει κανείς στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας; Ο Προκόπης Παυλόπουλος ήταν αυτός που έβαλε στη βιτρίνα των ελληνοτουρκικών σχέσεων τον τουρκικό αναθεωρητισμό, συνομιλώντας μαζί του από κάθε γωνιά της ελληνικής επικράτειας.
Από το φθινόπωρο του 2016 και μετά, από όποιο χωριό κι αν δήμο κι αν πέρασε, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν παρέλειψε ούτε μια φορά να στείλει «ηχηρό μήνυμα στην Άγκυρα» για τη Συνθήκη της Λωζάνης. Μια απλή αναζήτηση στο Διαδίκτυο θα σας πείσει. Εκτιμώ, με αρκετή βεβαιότητα, ότι ακόμα και στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών θα αιφνιδιάστηκαν από το πόσο τοις μετρητοίς πήρε τη συγκεκριμένη δήλωση Ερντογάν ο ανώτατος πολιτειακός άρχοντας της Ελλάδας.
Κάπως έτσι, καταλήξαμε στον άβολο καναπέ του Προεδρικού Μεγάρου, όταν και ο Προκόπης Παυλόπουλος εμφανίστηκε περισσότερο ως τηλεσχολιαστής της συνέντευξης του Ταγίπ Ερντογάν στον Αλέξη Παπαχελά, παρά ως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Αντί να εκφράσει την εθνική αυτοπεποίθηση με ένα εθιμοτυπικό φιλόξενο καλωσόρισμα σε έναν ξένο ηγέτη, ο Προκόπης Παυλόπουλος επέλεξε να εναρμονιστεί διανοητικά και υφολογικά με τη μέχρι σήμερα πορεία του στα δημόσια πράγματα.
Στρογγυλοποιώντας προς τα κάτω τη δυναμική κύρους του αξιώματος του, ο Προκόπης Παυλόπουλος εμφανίστηκε περισσότερο ως συντηρητικός βουλευτής κάποιου μικρού φοβικού κόμματος παρά ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Με ένα διδακτισμό ξένο προς τις παραδόσεις της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έσπευσε να απαντήσει και μάλιστα με τρόπο λεπτομερειακό σε μια σειρά ερωτήσεων που ουδέποτε έθεσε ο Ταγίπ Ερντογάν - και δεν θα μάθουμε και ποτέ αν τελικά θα τις έθετε.
Όπως τότε που επιχειρηματολόγησε με θέρμη υπέρ της αντισυνταγματικότητας του δεύτερου Μνημονίου και τελικά μετά το υπερψήφισε, ο ίδιος ο Προκόπης Παυλόπουλος αναγνώρισε στο τέλος τον εξωθεσμικό χαρακτήρα της παρέμβασης του. Απευθυνόμενος στον μάλλον αιφνιδιασμένο Πρόεδρο της Τουρκίας, σημείωσε ότι ο ίδιος δεν είναι πρόεδρος με εκτελεστικές εξουσίες και τον παρέπεμψε στην αρμόδια κυβέρνηση! Εύλογα, ο έμπειρος Ερντογάν του απάντησε ότι δεν είχε σκοπό να κάνει αυτή την κουβέντα, αν δεν την είχε ξεκινήσει πρώτα ο ίδιος…
Ο ένας εθνικισμός τρέφει τον άλλον
Το αποτέλεσμα της…πρωτότυπης συζήτησης Παυλόπουλου-Ερντογάν στο Προεδρικό Μέγαρο ήταν ικανοποιητικό για τις μικροπολιτικές ατζέντες και των δυο πλευρών. Από τη μια, ο Προκόπης Παυλόπουλος στα μάτια κάποιων πολιτών «τα είπε χοντρά μπροστά στον Σουλτάνο» και από την άλλη ο Ταγίπ Ερντογάν «πήγε στην Αθήνα και τους επανάφερε στην τάξη». Ο ένας εθνικισμός πάντα τρέφει τον άλλον κι αυτός είναι ένας έξτρα λόγος που η Ελλάδα ουδέποτε έπρεπε να μπει σε αυτόν τον ανατολίτικο λαβύρινθο των κραυγών.
Όταν όμως κερδίζουν οι εθνικισμοί, χαμένοι στο τέλος βγαίνουν πάντα οι λαοί. Μπορεί το κάπως σαχλό μπρα-ντε-φερ Παυλόπουλου-Ερντογάν να μην έχει άμεσα αρνητικές συνέπειες για της ελληνοτουρκικές σχέσεις αλλά αυτή -η θεόσταλτη για τους εμποράκους του ελληνοτουρκικού μίσους- σύγκρουση τους θα επιβεβαιώσει για καιρό τα ανόητα στερεότυπα περί «αιώνιου εχθρού» που κυκλοφορούν και στις δυο πλευρές του Αιγαίου.
Αυτοί που είχαν ήδη πειστεί ότι δεν υπάρχει λόγος να επιδιώκουμε μια σχέση καλής γειτονίας με την Τουρκία θα κάνουν τώρα περισσότερη φασαρία από ποτέ, αυτό έκαναν πάντα οι πιονέροι του οράματος για μια «μικράν πλην έντιμον» Ελλάδα. Ήταν άριστοι στην κατασκευή εχθρών, κυρίως γιατί γνώριζαν ότι μόνο πίσω από αυτούς μπορεί να κρυφτεί η αφόρητη μετριότητα τους. Τόσες καριέρες χτίστηκαν πάνω στην τουρκική απειλή, κρίμα θα ήταν να πάνε χαμένες.
Ας χαρούμε λοιπόν που κάποιος επιτέλους «μίλησε στη γλώσσα που καταλαβαίνει ο Σουλτάνος», ας χαρούμε που μιμούμαστε τα ήθη και του έθιμα κάποιου που υποτίθεται ότι σιχαινόμαστε, ας χαμογελάσουμε περήφανα επειδή «δεν μασήσαμε».
Κι ας πέρασαν σχεδόν 100 χρόνια χωρίς ακόμα να καταλάβουμε αυτό που κάποιος κάποτε προσπάθησε να μας εξηγήσει, ότι δηλαδή «ο αληθινός ηγέτης συμπορεύεται με την κοινή γνώμη, όχι σαν οπαδός, σαν τελευταίος τροχός της αμάξης αλλά σαν αμαξάς κρατώντας σφιχτά χαλινάρια οδηγώντας το Έθνος εκεί που πρέπει»…