- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
To editorial Μαΐου του "Athens Review of Books"
Το μεγαλύτερο ίσως ευτύχημα για το σύστημα εξουσίας, που οδήγησε την Ελλάδα στην καταστροφή, ήταν η ανάδειξη το 2012 του ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μια πολιτική δύναμη που ως αντιπολίτευση χαρακτηρίζεται από πλήρη έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα και επιπόλαιη χρήση αχαλίνωτης και χαμηλού επιπέδου δημαγωγίας μπορεί να αποδειχθεί πολύ χρήσιμη εφεδρεία του συστήματος, σε μια εποχή αδιέξοδης οργής και αποδοκιμασίας από την πλευρά της κοινής γνώμης.
Χρήσιμη εφεδρεία για δύο λόγους. Καταρχήν γιατί μπορεί να λειτουργήσει ως ο κατάλληλος «μπαμπούλας» για να στέλνει τα «άτακτα» τμήματα του εκλογικού σώματος «νωρίς για (πολιτικό) ύπνο». Χρήσιμη όμως και γιατί σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, θα έχει τόσο εκτεθεί από την αχαλίνωτη αντιπολιτευτική δημαγωγία, που –όπως απέδειξε και η περίπτωση του νυν επικεφαλής της τρικομματικής–, θα είναι ως κυβέρνηση αναγκασμένος να στηριχθεί πλήρως στο υπάρχον σύστημα εξουσίας των κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών-ιδιοκτητών ΜΜΕ. Για να πραγματοποιήσει και αυτός με τη σειρά του την αναγκαστική προσγείωση από τα προκλητικά προεκλογικά ψέματα στην κυβερνητική πραγματικότητα.
Η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση δείχνει άλλωστε πολλαπλώς πρόθυμη για μια τέτοια πορεία. Για αυτό άλλωστε και ο αρχηγός της, μετά την δεκάρικα ηρωική καταγγελία του συστήματος με την ευκαιρία της λίστας Λαγκάρντ και την «επαναστατική» περιοδεία στην Αργεντινή και τη Βενεζουέλα, ανέκρουσε πρύμνα και την επόμενη «περιοδεία» του την έκανε στα καθεστωτικά και καιροσκόπως πάντοτε φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ. Ενώ το κόμμα του με περισσή προθυμία προώθησε στο θέμα του ΟΠΑΠ τα συμφέροντα πυλώνων του συστήματος, όπως λ.χ. ο γνωστός σε όλους μας εθνικός προμηθευτής υπηρεσιών υποστήριξης της οργάνωσης τυχερών παιχνιδιών.
Πώς φτάνει όμως το σύστημα εξουσίας, που μας οδήγησε στην καταστροφή, να συνδιαλέγεται προθύμως ακόμα και με τέως αριστεριστές; Η απάντηση είναι απλή. Σήμερα είναι περισσότερο ευάλωτο και στριμωγμένο παρά ποτέ.
Το κλειδί της αδυναμίας του είναι η τριπλή χρεοκοπία, που έχει οδηγήσει τα τρία βασικά συστατικά μέρη του συστήματος σε έναν μοιραίο εναγκαλισμό αλληλεξάρτησης και ασυδοσίας. Για να το πούμε απλά, οι χρεοκοπημένες τράπεζες στηρίζουν τα χρεοκοπημένα κρατικοδίαιτα media, που στηρίζουν τα χρεοκοπημένα κόμματα, που στηρίζουν τις χρεοκοπημένες τράπεζες. Κι όλα αυτά βέβαια με δικά μας χρήματα, χρήματα του χρεοκοπημένου ελληνικού Δημοσίου που πληρώνουν οι παθητικά υφιστάμενοι τις συνέπειες της χρεοκοπίας φορολογούμενοι.
Όλα αυτά δεν είναι δυστυχώς θεωρίες συνωμοσίας. Προκύπτουν αβίαστα από τα απτά οικονομικά στοιχεία που με επιδεξιότητα προσπαθεί το σύστημα να αποκρύψει από την κοινή γνώμη. Τα δύο τέως κραταιά κόμματα χρωστούν 270 εκατομμύρια ευρώ και όλα τα έσοδά τους δεν ξεπερνούν (αθροιστικά) τα 20 εκατομμύρια. Ακόμα κι αν μηδένιζαν όλα τα άλλα έξοδά τους, το ποσό του χρέους δεν τους επιτρέπει να πληρώσουν ούτε καν τους τόκους των δανείων που έχουν συνάψει.
Τα κρατικοδίαιτα media, βυθισμένα και αυτά στα χρέη, συνεχίζουν να λαμβάνουν προνομιακά δάνεια με επιτόκια χαμηλότερα και αυτών των υγιέστερων εξαγωγικών επιχειρήσεων. Το «κανάλι της κυβερνήσεως» (της εκάστοτε κυβερνήσεως), παρά τις τεράστιες ζημίες και την κατάρρευση του τζίρου του, πέτυχε μάλιστα να αυξήσει τον δανεισμό του σε μια χρονιά (2012) που ο δανεισμός στο σύνολο του ιδιωτικού τομέα μειώθηκε κατά 7%.
Όσο για τις τράπεζες, αυτές κρατιούνται μεν στη ζωή επισήμως με τα χρήματα των φορολογουμένων, που θα τα πληρώνουμε για μια ζωή (αυτό σημαίνει ανακεφαλαιοποίηση), αλλά οι διοικήσεις τους παραμένουν οι ίδιες. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που όχι μόνο αγόραζαν ελληνικά ομόλογα και προωθούσαν τη φενάκη της ισχυρής οικονομίας την ώρα που η χώρα έτρεχε με σπασμένα φρένα προς τη χρεοκοπία, αλλά πούλαγαν ταυτόχρονα μαζικά και με πάθος διακοποδάνεια, εορτοδάνεια και διαφόρων ειδών θαλασσοδάνεια. Με αποκορύφωμα τα δάνεια τύπου ALTER, για τα οποία κανένας δεν έχει αισθανθεί την ανάγκη να δώσει εξηγήσεις. Γιατί να δώσουν άλλωστε αφού οι καλοπληρωμένοι επόπτες του τραπεζικού συστήματος που παροικούν την εύφορη κοιλάδα της Τράπεζας της Ελλάδος δεν τους τις ζήτησαν ποτέ;
Σ’ αυτούς λοιπόν όχι μόνο δίδονται δισεκατομμύρια ευρώ (χρήματα των φορολογουμένων), για να συνεχίσουν το επιτυχημένο έργο τους, αλλά επίσης προσκαλούνται να «αγοράσουν» το καλό τμήμα και άλλων τραπεζών που έπεσαν έξω. Αυτό δε όχι με δικά τους χρήματα αλλά με πολλά δισεκατομμύρια ευρώ που δανείζονται για λογαριασμό τους οι έλληνες φορολογούμενοι από τους Ευρωπαίους.
Το σύστημα λοιπόν, ευρισκόμενο σε δεινή θέση και φοβούμενο τόσο την οργή του απλού κόσμου, όσο και την φημολογούμενη προγραφή του από τους ευρωπαίους δανειστές (μόλις οι συνθήκες το επιτρέψουν), οχυρώθηκε στο «μπούνκερ» προσπαθώντας αγωνιωδώς να επιβιώσει εις βάρος όλων των υπολοίπων. Όπως συμβαίνει όμως στα μπούνκερ, ο χώρος είναι λιγοστός και οι συνθήκες αντίξοες. Το σύστημα λοιπόν προσαρμόζεται. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, που δεν ανέχονταν να μυρίσουν επί τριάντα τόσα χρόνια ο ένας τον άλλο, μοίρασαν το κράτος με αγαστή σύμπνοια. Μοιρασιά με αναλογία 4 ΝΔ, 2 ΠΑΣΟΚ και 1 η ΔΗΜΑΡ. Τραπεζίτες μοιράστηκαν χωρίς να ανοίξει μύτη τα κουφάρια των τραπεζών που έκλεισαν και οι μεγαλοεργολάβοι τις αποζημιώσεις του κράτους για τους οδικούς άξονες. Ακόμα και στον «επίμαχο» ΟΠΑΠ όλα προχώρησαν χωρίς ανούσιες και αναίτιες περιπλοκές και αντιπαραθέσεις. Μια «νόμιμη» προσφορά για τεχνολογικό πάροχο. Μια «νόμιμη» προσφορά για αγοραστή του μεριδίου του κράτους. Κάθε φορά «ένας και καλός». Με τόση αγάπη και ζεστασιά το «μπούνκερ» δεν θυμίζει μπούνκερ, αλλά τους στίχους του Σαββόπουλου («κι ο Όλιβερ Τουίστ χαμογελάει…»).
Κάποιους πολιτικά αβλαβείς και τελειωμένους «ωραίους κομματάρχες» του Ανδρέα Παπανδρέου, «φτερωτούς δημάρχους» και βραβευμένους «επιχειρηματίες της χρονιάς» (και άλλους), που οι αμαρτίες τους ήταν προφανείς και η ισχύς τους πια εξανεμισμένη, το σύστημα αναγκάστηκε να τους πετάξει στο Κολοσσαίο του φιλοθεάμονος πλήθους. Οι εποχές είναι δύσκολες κι όλοι πρέπει να κάνουν θυσίες… Σαν τη σαύρα που για να σώσει τη ζωή της αφήνει βορά στο φίδι μέρος της ουράς της.
Θα επιβιώσει άραγε το σύστημα στην καθημαγμένη Ελλάδα τής μετά την κρίση εποχής; Οι προβλέψεις για το μέλλον σε εποχές μεγάλων αλλαγών είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένες. Όμως οι πιθανότητες δεν φαίνεται να το ευνοούν. Εκτός από τον εξωτερικό κίνδυνο (η ευρωπαϊκή προγραφή που λέγαμε), το σύστημα χάνει όλο και περισσότερο οικονομική, πολιτική και επικοινωνιακή ισχύ. Όλο και λιγότερα ευήκοα ώτα βρίσκει. Το εξωστρεφές οικονομικό μοντέλο που επιβάλλει η πραγματικότητα εισάγει στο παιχνίδι νέους οικονομικούς παίκτες που δεν έχουν ανάγκη το σύστημα για να αναπτυχθούν και το αντιμετωπίζουν ως έναν περιττό αναχρονισμό, ως έναν ασήμαντο και ανίσχυρο πλέον παράγοντα. Η κοινή γνώμη απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από τα καθεστωτικά media, επιλέγοντας (κυρίως οι νεότεροι), την ελευθερία του Διαδικτύου για να αντλήσει (την όποια) πληροφόρηση αντί της πολλαπλά εξαρτημένης γυάλινης και χάρτινης εφημεριδοσύνης. Τα κόμματα του συστήματος οσημέραι συρρικνώνονται και η εναπομείνασα ισχύς τους στηρίζεται, όπως αναφέραμε στην αρχή, στην έλλειψη εναλλακτικών λύσεων. Βάση εντελώς ασταθής και αβέβαιη σε ένα πολιτικό περιβάλλον κινούμενης άμμου.
Πότε όλα αυτά θα βαρύνουν τόσο ώστε να ανατρέψουν τη σημερινή ασταθή ισορροπία; Θα μεσολαβήσουν ενδιαμέσως απρόβλεπτα ατυχήματα και απρόσμενες εκρήξεις που θα μας οδηγήσουν σε άλλους σκοτεινούς δρόμους; Θα αναδειχθούν ενδιαμέσως δυνάμεις από την ελληνική κοινωνία που να αρχίσουν να αλλάζουν επί της ουσίας αυτή την ζοφερή πραγματικότητα; Στα ερωτήματα αυτά απαντήσεις θα δώσει η ίδια η ζωή. Κι ας ελπίσουμε οι απαντήσεις να είναι ελπιδοφόρες. Και για εκείνους που εκτός μπούνκερ σαρώνονται από τη θύελλα που λυσσομανά και για όσους εντός του μπούνκερ ασφυκτιούν συμβιβασμένοι αλλά εύχονται κάποτε να ζήσουν σε μια πραγματικά αλλαγμένη χώρα.
— The Athens Review of Books