- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Δυσάρεστες αλήθειες
Δεν βλάπτει να υπενθυμίσω κάποια πράγματα για την περίοδο της χούντας, πιθανόν όχι τόσο γνωστά στους νεότερους
«Αντιστάθηκε ενεργά (sic) στη χούντα παρακολουθώντας τις κηδείες των Παπανδρέου και Σεφέρη».
Στο προηγούμενο κείμενό μου, αναφερόμενος στους Κασιδιαραίους, έγραφα ότι τουλάχιστον 500.000 κάτοικοι αυτής της χώρας (το «συμπολίτες μας» δεν τους το χαρίζω) έχουν επιλέξει συνειδητά να τους εκπροσωπεί η Χρυσή Αυγή, και επομένως «έχουν το κόμμα που τους αξίζει». Με αφορμή αυτό, λοιπόν, αλλά και το ότι το σημερινό κείμενο γράφεται στην «επέτειο» της 21ης Απριλίου, νομίζω ότι δεν βλάπτει να υπενθυμίσω κάποια πράγματα για την περίοδο της χούντας, πιθανόν όχι και τόσο γνωστά στους νεότερους.
Στη μεταπολίτευση και στα χρόνια που την ακολούθησαν πλάστηκε ένας βολικός για τους περισσότερους μύθος: «Σύσσωμος» ο ελληνικός λαός, «από την πρώτη κιόλας μέρα», αντιτάχθηκε στο καθεστώς των συνταγματαρχών. Ως γνωστόν, μετά το 1974 ο άνεμος φύσαγε αλλιώς και όλοι έσπευδαν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες, «προσαρμόζοντας» αντιστοίχως και το πρόσφατο παρελθόν της χώρας. Έτσι, γεμίσαμε «αντιστασιακούς». Θυμάμαι χαρακτηριστικά ένα φυλλάδιο υποψηφίου, στις εκλογές του 1977, που έγραφε: «Αντιστάθηκε ενεργά (sic) στη χούντα παρακολουθώντας τις κηδείες των Παπανδρέου και Σεφέρη». Και αυτός ο έρημος ο υποψήφιος είχε τουλάχιστον «παρακολουθήσει» τις κηδείες των Παπανδρέου και Σεφέρη. Πού να δείτε άλλοι…
Για να ξαναθυμηθούμε οι παλαιότεροι και για να μάθουν οι νεότεροι λοιπόν, κατά το γνωστό κλισέ, ελάχιστοι ήταν εκείνοι που αντιστάθηκαν ενεργά στη χούντα. Θα έλεγα, αν θέλουμε να το ποσοτικοποιήσουμε, όχι περισσότεροι από 5.000-10.000. Αυτό, βέβαια, με δυο απαραίτητες διευκρινίσεις. Πρώτον, αναφέρομαι στα «πέτρινα χρόνια», από το 1967 έως το 1972-73, και όχι στην τελευταία περίοδο της δικτατορίας, οπότε το καθεστώς είχε απαξιωθεί και είχε χάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα όποια ερείσματά του στην κοινωνία – γιατί ναι, όσο κι αν αυτό είναι θλιβερό, υπήρξε και εποχή που είχε ερείσματα. Δεύτερον, όλοι οι υπόλοιποι εκτός από εκείνους που πράγματι αντιστάθηκαν δυναμικά, δεν εννοώ ότι ήταν απαραιτήτως οπαδοί της χούντας. Απλώς το ότι στη χώρα υπήρχε δικτατορία δεν τους ενοχλούσε, δεν τους απασχολούσε ιδιαίτερα, ή ακόμα και «τους βόλευε κάπου» στο μέτρο που οι ίδιοι «πορεύονταν» χωρίς ζόρια και προβλήματα.
Ας μην ξεχνάμε ότι ουκ ολίγοι συμπατριώτες μας απέκτησαν το πρώτο τους σπίτι ή αυτοκίνητο επί χούντας, ότι χιλιάδες αγροτικές οικογένειες είδαν τον Παπαδόπουλο να τους «χαρίζει» τα δάνεια που είχαν πάρει από την ΑΤΕ, ότι τα νυχτομάγαζα ήταν σχεδόν κάθε μέρα γεμάτα, ότι στα Ασλανίδεια γήπεδα η Ελλάδα ανέμελη «αναστέναζε» (η προσπάθεια που είχε γίνει από ορισμένους να μποϊκοταριστούν ή και να αξιοποιηθούν για αντιστασιακές ενέργειες οι Πανευρωπαϊκοί Αγώνες Στίβου, το 1968, είχε πέσει στο κενό).
Αν δει κανείς «Ελληνικά Επίκαιρα» της εποχής, εντυπωσιάζεται από το πλήθος που υποδέχεται τον Παπαδόπουλο όπου πηγαίνει. Ασφαλώς μιλάμε για σχολεία, συλλόγους κ.λπ. που παραδοσιακά καλούνταν να πλαισιώσουν παρόμοιες εκδηλώσεις. Δυστυχώς, όμως, ανάμεσά τους φοβάμαι πως υπήρχαν και «εκουσίως προσελθόντες και συμμετέχοντες». Άλλωστε, τι να λέμε τώρα; Εδώ υπάρχουν πλάνα που δείχνουν την Ακαδημία Αθηνών ή τη σύγκλητο του Πανεπιστημίου να ακούει, εκστατική και μακαρία, τον Παπαδόπουλο να εκφωνεί πανηγυρικούς λόγους.
Μιας και αποφάσισα να αναφερθώ στη ζοφερή εκείνη περίοδο -κυρίως για να υπενθυμίσω ότι, δυστυχώς, κάποια εκατομμύρια κάτοικοι αυτής της χώρας δεν την έβρισκαν και τόσο ζοφερή-, θα αποτολμήσω μια ακόμα εκτίμηση. Το 1968 ο Παπαδόπουλος προκήρυξε δημοψήφισμα, με θέμα την έγκριση του νέου «συντάγματος». Το αποτέλεσμα ήταν περίπου 93% υπέρ. Ασφαλώς υπήρξαν μεθοδεύσεις, μαγειρέματα, συντεταγμένη προσέλευση στις κάλπες και ό,τι άλλο «είθισται» σε ανάλογες περιπτώσεις. Ωστόσο, πιστέψτε με, αν οι δικτάτορες δεν ήταν τόσο ολιγόνοες και ανασφαλείς όσο είναι συνήθως, θα μπορούσαν να είχαν εξασφαλίσει άνετα το απαιτούμενο 50%, χωρίς νοθεία, εκβιασμούς και εκφοβισμούς. Άλλωστε, όλες τις δικτατορίες, όπου Γης, ακροδεξιές ή σταλινικές, ο ίδιος πολιτικός κρετινισμός τις χαρακτήριζε πάντοτε, εξού και φρόντιζαν να κερδίζουν τις «εκλογές» με ποσοστό από 97% και πάνω. Ούτε καν ότι θα ήταν πιο πειστικό αν εμφάνιζαν ένα 75% ή 80% δεν φαίνεται να μπορούσαν να αντιληφθούν.