Πολιτικη & Οικονομια

Περισσότερη εντύπωση μου έκανε η λέξη «επιστάτης»

Θανάσης Χειμωνάς
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Υπάρχουν «επιστάτες» το 2013; Στο μυαλό μου έρχονται κάποια παλιά καλά γουέστερν, άντε το πολύ κάτι ελληνικές «κοινωνικές» ταινίες εποχής όπου επιστάτης ήταν πάντα ο Ανέστης Βλάχος.

Το ίδιο το γεγονός ξεπερνά φυσικά κάθε όριο φαντασίας. Τρεις τύποι με καραμπίνες να πυροβολούν αβέρτα-κουβέρτα μέσα σ’ ένα πλήθος ανθρώπων που το μόνο έγκλημά τους ήταν ότι ζητούσαν τα δεδουλευμένα τους. Πιθανότατα και το ότι ήταν αλλοδαποί. Σκηνές που θυμίζουν έντονα αμερικάνικο Νότο του προπερασμένου αιώνα και φαντάζεσαι ανάμεσα στους τραυματίες να σφαδάζει ο Κούντα Κιντέ, πρωταγωνιστής της θρυλικής τηλεοπτικής σειράς της ΥΕΝΕΔ, «Ρίζες».

Για να πούμε πάντως και του στραβού το δίκιο, το μόνο που πραγματικά σοκάρει είναι η μαζικότητα του αποτρόπαιου αυτού γεγονότος. Ξέρω πως θα πέσετε από τα σύννεφα, αγαπητοί αναγνώστες, αλλά η εκμετάλλευση των μεταναστών στην όμορφη πατρίδα μας είναι πολύ παλιά ιστορία. Και όχι, δεν είναι αποτέλεσμα των «επαχθών πολιτικών της Τρόικας και του Μνημονίου», όπως έσπευσαν να ξεκαθαρίσουν οι συνήθεις σπεκουλαδόροι. Στην πραγματικότητα, οι Έλληνες εκμεταλλεύονται τους μετανάστες από την στιγμή που ο πρώτος Αλβανός πάτησε το ιερό χώμα της Πατρίδας μας, το ’90-91. Και αν αναρωτιέστε γιατί όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν έρθει στην Ελλάδα από τις τέσσερις γωνιές του γκλόμπου, θα σας πω εγώ. Οι ξένοι μετανάστες δεν ήρθαν στην Ελλάδα ούτε επειδή οι Αμερικανοί βομβαρδίζουν το Πακιστάν, το Αφγανιστάν και το Κιργιστάν (όπως λένε οι μεν) ούτε στα πλαίσια ενός σατανικού σχεδίου που ως στόχο έχει την εξαφάνιση του Ελληνισμού (όπως λένε οι δε). Ήρθαν στη χώρα μας επειδή εμείς τους θέλαμε, εμείς τους φωνάξαμε.

Ναι, φίλοι μου. Τους μετανάστες τους φέραμε εμείς εδώ γιατί τους είχαμε ανάγκη. Ολόκληρη η παραγωγή άπειρων αγαθών βασιζόταν και βασίζεται στα φθηνά εργατικά χέρια τους, στις ατέλειωτες ώρες δουλειάς τους και στις μηδαμινές γενικότερες απαιτήσεις τους. Και σήμερα τους έχουμε ανάγκη. Από τη μια όμως λεφτά και δουλειές δεν υπάρχουν, από την άλλη ορισμένοι συμπατριώτες μας αποφάσισαν –λόγω οικονομικής στενότητας– να ρίξουν τα μούτρα τους και να κάνουν δουλειές που παλιότερα θα σιχαίνονταν. Έτσι, κάποιοι μετανάστες μας ψιλοπερισσεύουν. No problemo, όμως! Για την περίσταση αυτή, το ελληνικό κράτος επινόησε ουσιαστικές λύσεις με ευφάνταστα ονόματα τύπου «Ξένιος Ζευς». Έτσι, μπαγλαρώνουμε όποιον βρούμε μπόσικο και τον στοιβάζουμε σε «Κέντρα Υποδοχής» (πσσσς…) μέχρι να δούμε πώς θα τον ξεφορτωθούμε.

Εννοείται δε πως τους μετανάστες τους χρειαζόμαστε παράνομους. Ως τέτοιοι ουσιαστικά δεν υπάρχουν, και αν κάποια στιγμή ζητήσουν τα λεφτά τους μπορούμε χαλαρά να τους καρφώσουμε στις Αρχές.

Οι καουμπόηδες της Μανωλάδας επέλεξαν πιο δραστικές λύσεις – όχι βέβαια πως κι αυτό δεν έχει γίνει παλιότερα. Μέχρι και δολοφονίες μεταναστών έχουν κατά καιρούς αναφερθεί για ανάλογα ζητήματα. Απλώς, τα παλιά τα χρόνια, ο «αντιρατσισμός» δεν ήταν «trendy» και τα πτώματα των «λαθραίων» κρυβόντουσαν κάτω από το χαλάκι.

Ωστόσο, αυτή τη φορά τα πράγματα ήσαν διαφορετικά! Ο Ελληνικός Λαός, κέρβερος πλέον για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αντέδρασε αποτελεσματικά και με αντανακλαστικά που θύμισαν τον μεγάλο Νίκο Σαργκάνη στην αξέχαστη εμφάνισή του στην Κοπεγχάγη – μια εμφάνιση που του χάρισε το προσωνύμιο «Φάντομ». Τι έκανε ο Ελληνικός Λαός; Μποϊκοτάζ στις φράουλες! Όχι μόνο της συγκεκριμένης εταιρείας για την οποία εργάζονταν οι τρεις καμπαλέρος, αλλά σε όλες τις φράουλες Μανωλάδας. Έτσι, για να μάθουν τα φασισταριά οι μανωλαδιώτες. Γιατί μόνο σε αυτή την αισχρή και ποταπή πόλη της μισητής Ηλείας γίνονται τέτοια πράγματα! Θα υπήρχε ποτέ ρατσισμός στη Λεβεντογέννα Κρήτη; Στην Κατακαημένη Αράχοβα; Στα Σάλωνα, που σφάζουν αρνιά; Στα βράχια της Αλόννησου, που βρήκα το παντελόνι σου; Όχι συνέλληνες (που λέει κι ο Βελόπουλος). Οι Έλληνες δεν είμαστε ρατσιστές. Πόσες φορές να το πούμε αυτό;

Για την εξόντωση της ελληνικής νεοναζιστικής φράουλας, όμως, δεν αρκεί το εγχώριο μποϊκοτάζ. Έτσι, σε χρόνο dt, κατασκευάστηκε και ένα τύπου πόστερ (με αισθητική που θύμιζε έντονα αμερικάνικο σπλάτερ των 80s) το οποίο, σε άπταιστο αγγλική, προειδοποιούσε τους ξένους (όχι τους εδώ μετανάστες, αυτούς που ζούνε στα ξένα) να μην παίρνουν τις φασιστοφράουλες της Χρυσής Αυγής. Γενικώς πια τις φράουλες, γιατί προφανώς, ο φασισμός είναι στο dna αυτού του άθλιου φρούτου, ζαρζαβατικού ή ό,τι σκατά είναι τέλος πάντων.

Φαντάζομαι την σκηνή... Ο Άγγλος Μυλόρδος κάθεται σε ένα καφέ στη Λέισεστερ (sic) Σκουέαρ και λέει στο γκαρσόνι:

-Εξκιούζμιξ, ντου γιου χαβ ενι γκρικ στρόουμπερις;

-Γιες σερ! Άι χαβ διζ ουανς φρομ Μανολάντα.

-Ντίαρ Γκαντ! Ντόντ γιου νόου δατ διζ στρόουμπερις αρ ρέισιστ; Νιονάτσις;

-Αι αμ σόρι σερ, άι φοργκοτ… Ντου γιου γουαντ ένι κιούκαμπερς φρομ Καλύβια. Πιπλ δερ αρ βέρι λεφτουϊνγκ.

Ο ρατσισμός κατατροπώθηκε, αγαπητοί… Σε μια χώρα που η πλειοψηφία των μεταναστών εργάζεται για ψίχουλα υπό άθλιες συνθήκες. Σε μια χώρα όπου τα ρατσιστικά εγκλήματα έχουν γίνει συνήθεια. Σε μια χώρα όπου οι ναζήδες είναι στη βουλή και χτυπάνε 12άρια στις δημοσκοπήσεις, ο λαός αποφάσισε να αντιδράσει. Έκοψε τις φράουλες.