Πολιτικη & Οικονομια

Ρύθμιση χρεών για 150.000 δανειολήπτες

Δόση έως το 30% του μισθού τους

Newsroom
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τους 150.000 φτάνουν οι δικαιούχοι για υπαγωγή στη ρύθμιση χρεών για τα ενυπόθηκα δάνεια. Το επιτόκιο που θα πληρώνουν όσοι υπαχθούν στη ρύθμιση θα παραμείνει το ίδιο με το αρχικό επιτόκιο της σύμβασης τους αλλά η μηνιαία δόση που θα καταβάλεται δεν θα ξεπερνάει το 30% του μισθού τους.

Δικαίωμα υπαγωγής έχουν μισθωτοί και συνταξιούχοι ιδιωτικού και δημοσίου τομέα, ελεύθεροι επαγγελματίες, η δραστηριότητα των οποίων παρέχεται αποκλειστικά σε ένα νομικό πρόσωπο και άνεργοι. Το όριο της αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας του οφειλέτη ορίζεται στα 180.000 ευρώ

Οι όροι που πρέπει να πληρούνται για να υπαχθεί κάποιος στη ρύθμιση είναι οι εξής:

1. Το σύνολο της ακίνητης οικογενειακής περιουσίας δεν πρέπει να υπερβαίνει σε αντικειμενική αξία τις 250.000 ευρώ.

2. Το σύνολο των οικογενειακών καταθέσεων δεν πρέπει να ξεπερνά τις 10.000 ευρώ.

3. Το ανεξόφλητο υπόλοιπο των συνολικών οικογενειακών δανειακών υποχρεώσεων (κεφάλαιο) δεν πρέπει να ξεπερνά τις 150.000 ευρώ.

Από τη ρύθμιση μπορούν να οφεληθούν όσοι:

1 Έχουν ετήσιο οικογενειακό εισόδημα έως 25.000 ευρώ και έχουν υποστεί μείωση του μισθού τους κατά 20% την τελευταία τριετία. Για 48 μήνες καταβάλλουν δόση που ανέρχεται στο 30% του καθαρού μηνιαίου εισοδήματος με το επιτόκιο της αρχικής δανειακής σύμβασης με την τράπεζα.

2.Το όριο του εισοδήματος φτάνει δηλαδή στα 30.000 ευρώ για πάσχοντες από βαριά ασθένεια, μόνιμη αναπηρία, τρίτεκνους και πολύτεκνους.

3 Έχουν ετήσιο οικογενειακό εισόδημα έως 15.000 ευρώ. Για 48 μήνες καταβάλλουν δόση στο 30% του καθαρού μηνιαίου εισοδήματος με επιτόκιο 0,75% + επιτόκιο ΕΚΤ (σήμερα 1,5%).

4.Είναι άνεργοι με μοναδικό εισόδημα το επίδομα ανεργίας. Για έξι μήνες  προβλέπονται μηδενικές καταβολές και πλήρης απαλλαγή από τους τόκους. Μετά τους έξι μήνες καθορίζεται δόση με βάση τα όσα προβλέπονται για όσους έχουν  εισόδημα έως 15.000 ευρώ. Σε περίπτωση μηδενικού εισοδήματος συνεχίζονται οι μηδενικές καταβολές.

Σε όλες τις περιπτώσεις, η συμβατική διάρκεια του δανείου παρατείνεται κατ’ ελάχιστον 48 μήνες και μετά την περίοδο διευκόλυνσης η αποπληρωμή συνεχίζεται με βάση τους όρους της αρχικής σύμβασης, ενώ το υπόλοιπο των τόκων που δεν καταβάλλεται κεφαλαιοποιείται.