Πολιτικη & Οικονομια

Ο Ούγκο, η Μάγκυ και ο Ρίτσαρντ Νίξον

Θανάσης Χειμωνάς
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Έχουν (είχαν) κοινά ο Ούγκο Τσάβες και η Μάργκαρετ Θάτσερ; Προφανώς όχι – πέρα από το γεγονός ότι πέθαναν περίπου την ίδια χρονική στιγμή. Ο πρώτος υπήρξε ένας τυπικός λατινοαμερικάνος ηγέτης. Χειμαρρώδης, φωνακλάς με αίσθηση του χιούμορ και πολλά αρνητικά, αλλά και θετικά στοιχεία. Η δεύτερη ήταν μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του 20ουύ αιώνα –ούλτρα συντηρητική, όμως, με πολλά ράμματα για τη γούνα της, όπως ο πόλεμος στα Φόκλαντς, οι θάνατοι των βορειοϊρλανδών απεργών πείνας, η εξοντωτική πολιτική λιτότητας, οι καλές σχέσεις με τον κατάπτυστο Χιλιανό δικτάτορα Πινοτσέτ κ.ά.

Πρόκειται για δύο πολιτικούς που ανήκουν σε διαφορετική γενιά, είχαν παντελώς αντίθετη πολιτική αντίληψη των πραγμάτων και πέθαναν υπό τελείως διαφορετικές συνθήκες.

Για ποιο λόγο λοιπόν τους αναφέρω μαζί; Πολύ απλά επειδή ο χαμός τους υπογράμμισε, για μία ακόμη φορά, τον άκρατο μανιχαϊσμό που επικρατεί στην ελληνική κοινωνία. Καθώς επίσης και την παντελή έλλειψη σεβασμού που έχουμε σαν λαός ακόμα και μπροστά στον ίδιο το θάνατο.

Την αρχή έκανε ο Τσάβες. Ξυπνώντας το πρωί της 5ης του περασμένου Μάρτη αντίκρισα μαύρες πλερέζες σε ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνικού διαδικτύου. Ο φρεσκοχαμένος Βενεζουελάνος ηγέτης παρουσιαζόταν ως ένας χαρισματικός άγγελος που μετέτρεψε τη χώρα του σε Ελβετία του νότου. Αμφιβάλλω αν ο Τσάβες θρηνήθηκε σε τέτοιο βαθμό σε γειτονικές «φίλες» χώρες, όπως π.χ. η Βολιβία ή ο Ισημερινός όσο στην Ελλάδα μας.

Φυσικά, οι «απέναντι» ακολούθησαν άλλη τακτική. Και να οι πλακίτσες και να η ειρωνεία... Το χιούμορ δεν έβλαψε ποτέ κανέναν, αλλά στην περίπτωση ενός ανθρώπου ο οποίος πέθανε σχετικά νέος μετά από «μάχη» με τον καρκίνο, το λες και λιγουλάκι άκομψο.

Το έλα να δεις, όμως, έγινε στο θάνατο της Μάγκυ! Εκεί, τα κόζα άλλαξαν. Οι περισσότεροι από αυτούς που θρηνούσαν τον Τσάβες πέρασαν στην αντεπίθεση. Σύντομα η κατάσταση ξέφυγε από κάθε όριο, με τις κατάρες να πηγαίνουν σύννεφο και με μια απορία να γεννιέται στο μυαλό μου. Τι μπορεί να σπρώξει έναν τριαντάρη Έλληνα να γράψει στην είδηση του θανάτου μιας αγγλίδας γριούλας με αλτσχάιμερ (γιατί αυτή ήταν η Θάτσερ του 2013) «Kako psofo kargiola»;

Θεαματική, όμως, ήταν και η αποθέωση της «Σιδηράς Κυρίας» από την «άλλη πλευρά». Η Madam Medusa (όπως την τραγουδούσαν κάποτε οι UB40) παρουσιάστηκε σαν ένα χνουδωτό αρκουδάκι της πολιτικής, ένα κράμα Μητέρας Τερέζας και Χάιντι και ως η γυναίκα που έσωσε (από τι;) το Ηνωμένο Βασίλειο. Ποιος Μπόμπι Σαντς και ποιος κεφαλικός φόρος, δηλαδή.

Το αξιοσημείωτο σε αυτή την υπόθεση είναι πως όλα τα παραπάνω δεν περιορίστηκαν μόνο στο μαγικό κόσμο του Facebook και του Twitter. Σχεδόν όλες οι νεκρολογίες που γράφτηκαν επωνύμως σε κάθε μορφή Τύπου για τους δύο μακαρίτηδες (κυρίως για τη Θάτσερ) ήταν ή αγιογραφίες είτε αναθέματα. Επρόκειτο βέβαια για δύο εξαιρετικά αμφιλεγόμενες προσωπικότητες, οι οποίες είχαν (η κάθε μία με τον τρόπο της) διχάσει κόσμο και κοσμάκη σε ολάκερη τη Γη. Στην Ελλάδα, όμως, τα έχουμε λύσει αυτά.

Τέλος, και παρεκκλίνοντας ελαφρώς από το θέμα, ομολογώ πως δεν καταλαβαίνω την όψιμη «λατρεία» ενός υπολογίσιμου κομματιού της (με την ευρεία έννοια) Κεντροαριστεράς για δεξιούς πολιτικούς παλιότερων εποχών. Έτσι, διαβάσαμε και ακούσαμε ουκ ολίγους ύμνους για τη Θάτσερ από άτομα που δεν περιμέναμε και προσωπικά θεωρώ πως η Αγγλίδα πολιτικός πήρε τη σκυτάλη από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή τον «κανονικό» (που λέει κι ο Μπίστης), ο οποίος έχει εσχάτως θεοποιηθεί. Το να ενοχλείσαι από την ανευθυνότητα μερίδας της ελληνικής Αριστεράς είναι ένα πράγμα, το να ξεχνάς (από αντίδραση) της ιδεολογικές σου «ρίζες» είναι άλλο. Ας σοβαρευτούμε, λοιπόν, λίγο πριν φτάσουμε στο σημείο να λιβανίζουμε τον Ρίτσαρντ Νίξον…