Πολιτικη & Οικονομια

Δύο σκέψεις για το δημοψήφισμα στην Καταλονία

Πώς ενισχύονται οι βουκόλοι εθνικιστές

Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 629
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το 2010 το συνταγματικό δικαστήριο της Ισπανίας, μετά από διαβουλεύσεις τεσσάρων χρόνων, αποφάσισε να περικόψει τη νομοθεσία που εξασφάλιζε την αυτονομία (όχι την ανεξαρτησία) της Καταλονίας: δεν αναγνώρισε ούτε την επισημοποίηση της καταλανικής γλώσσας (έναντι της ισπανικής), ούτε την πρωτοκαθεδρία του περιφερειακού συστήματος δικαιοσύνης. Οι αργοπορημένες αυτές αποφάσεις ήταν σωστές σύμφωνα με το Σύνταγμα, αλλά λανθασμένες σε πρακτικό επίπεδο: δεν έπαιρναν υπόψη την εθνικιστική προπαγάνδα στην Καταλονία και τις δυνατότητες των αριστερών λαϊκιστικών κομμάτων να χειραγωγήσουν τα πλήθη. Στην ουσία, η ισπανική κυβέρνηση επέδειξε την τυφλότητα ή/και τη βλακεία που προκαλεί ποικίλες κρίσεις στην Ευρώπη. Παρόμοια συμπεριφορά οδήγησε στην αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ: αλαζονεία, προχειρότητα, υποτίμηση προβλημάτων, άγνοια της μαζικής ψυχολογίας – άρνηση να δούμε ότι η ενωμένη Ευρώπη δεν είναι όραμα μαζών κι ότι οι ηγεσίες έχουν αποτύχει να εξουδετερώσουν τον εθνικισμό. Κυρίως, το βρετανικό δημοψήφισμα έθεσε ένα προηγούμενο: όπου υπάρχει αμηχανία, μπορούμε να σκηνοθετήσουμε ένα δημοκρατικό νούμερο με ζογκλέρ και φιλοθεάμον κοινό. Κι ό,τι ήθελε προκύψει.

Τώρα οι ανίκανες ευρωπαϊκές ηγεσίες απαντούν σε προαιώνιες μαζικές αρρώστιες με αστυνομική βία, η οποία οδηγεί, φυσικά, στο αντίθετο αποτέλεσμα. Οι Καταλανοί, που έχουν την αύρα του ρομαντικού ήρωα από την εποχή του ισπανικού εμφυλίου, ξαναγίνονται επαναστάτες και θύματα: μολονότι δεν τίθεται ζήτημα καταπίεσης –αντιθέτως, διαθέτουν υψηλότερο οικονομικό επίπεδο από εκείνο της υπόλοιπης Ισπανίας, καθώς και ευρωπαϊκό κύρος– καταφεύγουν σήμερα στον άνετο ρόλο του αδικημένου. Η κυβέρνηση Ραχόι, αντί να αντιμετωπίσει με σοβαρότητα την προοπτική του δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία και να κονιορτοποιήσει όλα τα επιχειρήματα του Αρτούρ Μας και του Κάρλες Πουτζδεμόν, προσκολλήθηκε στο Σύνταγμα περί ενωμένης και αδιαίρετης Ισπανίας, έκανε λόγο, σαν αυταρχικός μπαμπάς, για «ανυπακοή» και στη συνέχεια προσπάθησε να εμποδίσει το δημοψήφισμα με περιφρόνηση και βία. Εννοείται ότι η ισπανική και η διεθνής αριστερά ξετρελαίνεται με κάτι τέτοια και οικειοποιείται τα αυτονομιστικά κινήματα τα οποία θεωρεί εν δικαίω έναντι της κρατικής κτηνωδίας και γενικότερα της αυταρχικής Ευρώπης. Έτσι, τροφοδοτεί τον επαρχιωτισμό και ταυτίζεται με τη δεξιά που στηρίζει χωρικούς ηγετίσκους με βουκολικά οράματα για επιστροφή στις ρίζες. 

Η Ευρώπη, εκτός του ότι σέρνει ανάπηρα μέλη όπως η Ελλάδα, βάλλεται από ριζοσπάστες και κυνικούς εθνικιστές, αριστερούς και δεξιούς. Ο σεχταρισμός, που ευδοκιμεί ακόμα και στη νεολαία (ελλείψει πολιτικών διεκδικήσεων μπορούμε να εφεύρουμε μερικούς «ευγενείς σκοπούς»...), απειλεί την ακεραιότητά της: μετά την Καταλονία, ποιος έχει σειρά; Η Σκοτία; Η Ουαλία; Η Κορσική; Η χώρα των Βάσκων; Το αυτονομιστικό-τρομοκρατικό κίνημα των Βάσκων είχε κάποτε ευρεία υποστήριξη από τη διεθνή προοδευτική παράταξη μολονότι ήταν άκρως οπισθοδρομικό: καιρός να ξαναξυπνήσει και να ξαναπάρουμε τα βουνά! Μήπως η Ιταλία απεργάζεται σχέδια επιστροφής στην εποχή πριν από τον Γκαριμπάλντι; Και πάει λέγοντας. Μπροστά σ’ αυτή την παιδαριώδη πολιτική αγωγή, οι εχθροί της Ευρώπης τρίβουν τα χέρια τους: δεν ενδιαφέρονται για το δίκιο των λαών και την αυτοδιάθεση· ενδιαφέρονται να διαλυθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα στο χάος. Κι αν, για να επιτευχθεί το χάος, χρειάζονται δημοψηφίσματα –όπου συμμετέχει κάτω από το 50% των ψηφοφόρων ή όπου τα ερωτήματα είναι σιβυλλικά– ζήτω τα δημοψηφίσματα. Από τον θεσμό της δήθεν συμμετοχικής δημοκρατίας βγαίνει πάντοτε ένα κουνέλι όπως από το καπέλο του ταχυδακτυλουργού.