Πολιτικη & Οικονομια

Γιατί αντέχει ο ΣΥΡΙΖΑ

Παντελής Καψής
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τα πρώτα γκάλοπ της νέας σεζόν αποκάλυψαν αυτό που πολλοί υποπτευόμασταν: ο ΣΥΡΙΖΑ κρατάει σε σημαντικό βαθμό τις δυνάμεις του. Η Νέα Δημοκρατία βέβαια προηγείται και με μεγάλη διαφορά, η αναμέτρηση ωστόσο θα είναι σκληρή και σίγουρα δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη η αυτοδυναμία.

Μετά από τόσα ψέματα και μετά από μια τόσο καταστροφική για την χώρα πολιτική, η αντοχή του ΣΥΡΙΖΑ και του Τσίπρα απαιτούν σίγουρα εξήγηση. Προφανώς κάτι κάνει σωστά και κάτι κάνει λάθος η αντιπολίτευση. Ούτε το ένα ούτε το άλλο είναι δύσκολο να τα καταλάβουμε.

Πείτε για παράδειγμα ότι είστε ένας ψηφοφόρος από αυτούς που στο παρελθόν το ΠΑΣΟΚ αποκαλούσε μη προνομιούχους. Επιστημονικά, με κοινωνικά ή οικονομικά κριτήρια δηλαδή, μπορεί να μην είναι μια σαφής κατηγορία ψηφοφόρων. Από την σκοπιά του πολιτικού μάρκετινγκ ωστόσο είναι εξαιρετικά χρήσιμη. Αρκεί να νιώθετε αδικημένοι από το σύστημα, τους πολιτικούς ή όποιον άλλον προτιμάτε για να ανήκετε στους μη προνομιούχους. Σε αυτή την περίπτωση λοιπόν  ποιον μπορεί να θεωρείτε καταλληλότερο να προστατεύσει τα συμφέροντά σας απέναντι στην τρόικα, το κεφάλαιο ή την παγκοσμιοποίηση που πιστεύετε ότι σας απειλούν; Ποιος είναι ο δικός σας άνθρωπος, αυτός που είναι πιο κοντά σας πολιτισμικά, αυτός με τον οποίο μπορείτε να ταυτιστείτε πιο εύκολα; Ο Τσίπρας ή ο Μητσοτάκης; Προφανώς ο πρώτος. Σίγουρα είστε θυμωμένος γιατί δεν έκανε ότι υποσχέθηκε, μπορεί να ανήκετε και στους χαμένους του τρίτου και τέταρτου Μνημονίου. Από την άλλη πλευρά όμως ακούτε και την επιχειρηματολογία του ΣΥΡΙΖΑ ότι ο Τσίπρας «έκανε ό,τι μπορούσε» ενώ αντιθέτως ο Μητσοτάκης θα έκανε τα ίδια, ενδεχομένως και άλλα τόσα. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ο τρόπος που έγιναν οι μεταρρυθμίσεις επί ΣΥΡΙΖΑ  χτύπησαν κυρίως την μεσαία τάξη και όσους πληρώνουν φόρους. Οι υπόλοιποι έμειναν σχετικά αλώβητοι, κάποιοι μπορεί να είναι και οριακά κερδισμένοι.

Ακούω και φυσικά προσυπογράφω την αντίθετη άποψη ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ακολουθούσε την πολιτική αυτή, τότε η οικονομία θα ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση και το κόστος για τους πολίτες, ακόμα και αν δεν γινόταν αποδεκτό το μέιλ Χαρδούβελη, θα ήταν πολύ μικρότερο. Και βέβαια συμφωνώ ότι όσο δεν γίνονται επενδύσεις, όσο ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει την αλλοπρόσαλλη, ιδεοληπτική πολιτική του, τόσο θα παραμένουμε εγκλωβισμένοι σε φαύλο κύκλο που θα καθιστά αναγκαίες ακόμα μεγαλύτερες περικοπές. Απλώς μια μεγάλη μερίδα των πολιτών ψηφίζει με πολύ πιο πεζά κριτήρια και ο ΣΥΡΙΖΑ το ξέρει και το αξιοποιεί στο έπακρο. Μπροστά στην προοπτική της ανάπτυξης και στην προοπτική των διορισμών επιλέγει με χέρια και με πόδια το δεύτερο.

Ύστερα είναι και η πολιτική της αντιπολίτευσης. Αποκομίζει κανείς την αίσθηση ότι είναι μονοδιάστατη: λιγότεροι φόροι στις επιχειρήσεις, λιγότερος ΕΝΦΙΑ, λιγότερο δημόσιο. Σίγουρα ικανοποιεί ένα παραδοσιακό κοινό της ΝΔ. Τι ευρύτερη απήχηση ωστόσο μπορεί να έχει σε μια χώρα με 600.000 δημοσίους υπαλλήλους και 2,6 εκατομμύρια συνταξιούχων που επιδοτούνται από το δημόσιο; Για να μην πούμε για τα 6,5 εκατομμύρια φορολογουμένων που δηλώνουν κάτω από 1000 ευρώ εισόδημα τον μήνα.

Θα έπρεπε δηλαδή ο Μητσοτάκης να ακολουθήσει το παράδειγμα του Τσίπρα και να αρχίσει τις υποσχέσεις; Σίγουρα όχι. Από το σημείο αυτό ωστόσο ως το να απουσιάζει, για παράδειγμα, η παραμικρή αναφορά στους συνταξιούχους στην περσινή του ομιλία στη ΔΕΘ, υπάρχει απόσταση. Για να μην πούμε για την κοινωνική προστασία: μια παράγραφος, προς το τέλος της ομιλίας, χωρίς καμιά σχεδόν επεξεργασία, πέραν του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος. Σαν να έκανε αγγαρεία.

Ακόμα και αν δεχθούμε όμως ότι με αυτή την συνταγή θα κερδίσει τις εκλογές, δηλαδή αξιοκρατία, επενδύσεις, λιγότερους φόρους, που είναι η ομάδα που θα της εφαρμόσει; Που είναι τα νέα πρόσωπα με το κύρος και την αξιοπιστία που απαιτείται για να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι μπορεί να υλοποιηθεί ένα τόσο φιλόδοξο πρόγραμμα; Ο καθένας μπορεί να έχει την γνώμη του για τον Άδωνη και σίγουρα είναι εξαιρετικά ικανός στις αντιπαραθέσεις. Ποιος πιστεύει ωστόσο ότι μπορεί να ενσαρκώσει την εικόνα του κόμματος που θέλει να προβάλει ο κ. Μητσοτάκης; Κι όμως σχεδόν μονοπωλεί την εκπροσώπηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στα μίντια την ώρα που παραδοσιακά της στελέχη μοιάζουν να κάνουν λευκή απεργία. Σαν να περιμένουν το Μητσοτάκη στη γωνία.

Είναι πολύ εύκολο να κάνει κανείς κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ. Από την υπονόμευση των θεσμών, την αντιδημοκρατική νοοτροπία και την διπλή γλώσσα ως τη χυδαιότητα του πολιτικού λόγου και την αλλοπρόσαλλη πολιτική στην οικονομία, η κυβέρνηση σπάει κάθε αρνητικό ρεκόρ. Στα τηλεοπτικά πάνελ οι εκπρόσωποί του είτε είναι διαρκώς απολογούμενοι είτε καταφεύγουν στην συνομωσιολογία και σε προσωπικές επιθέσεις. Αυτό ενδεχομένως ικανοποιεί όσους αισθάνονται ότι έχουν ξεπεραστεί τα όρια της ανοχής τους απέναντι στο «καθεστώς» ΣΥΡΙΖΑ. Καλώς ή κακώς όμως, δεν μεταφράζεται αυτόματα σε κέρδος της αντιπολίτευσης