Πολιτικη & Οικονομια

Διαβάζοντας τα σχολικά βιβλία

Η αλλαγή τους θα πρέπει να αποτελέσει για την επόμενη κυβέρνηση άμεση προτεραιότητα

Μιλένα Αποστολάκη
ΤΕΥΧΟΣ 623
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Για τη σημασία της παιδείας στην πορεία ενός λαού και μιας χώρας έχουν ειπωθεί τόσα πολλά που ο κίνδυνος της κοινοτοπίας και της επανάληψης είναι κάτι παραπάνω από υπαρκτός. Με αφορμή όμως τα βιβλία που οι μαθητές διδάσκονται στην πρώτη γυμνασίου και τα οποία ως γονέας είχα την ευκαιρία να αξιολογήσω, αισθάνομαι επιτακτικά την ανάγκη να γράψω τις παρακάτω λέξεις.

Στο μάθημα της λογοτεχνίας οι μαθητές της α΄ γυμνασίου διδάσκονται το βιβλίο που επιγράφεται «Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας». Πρόκειται για ένα ανθολόγιο στο οποίο η συντακτική ομάδα προφανώς επέλεξε κείμενα μείζονων λογοτεχνών, ως εισαγωγή στη νεοελληνική λογοτεχνία για  τα πρωτάκια του γυμνασίου. Η προσέγγιση στη λογοτεχνία στο συγκεκριμένο σχολικό βιβλίο επιλέγεται να γίνει με βάση τη θεματολογία των κειμένων. Για παράδειγμα υπάρχει κεφάλαιο για τον αθλητισμό, για τα προβλήματα της σύγχρονης ζωής, για τη βιοπάλη και το αγωνιστικό πνεύμα του ανθρώπου, για την αγάπη και άλλα. Η διδασκαλία της νεοελληνικής λογοτεχνίας μέσω αυτής της θεματολογικής κατηγοριοποίησης σηκώνει πολλή κουβέντα, αλλά δυστυχώς ακολουθούν μεγαλύτερες εκπλήξεις!

Στο σύνολο των 65 κειμένων νεοελληνικής  λογοτεχνίας ο εμβρόντητος και απορημένος δεκατριάχρνος μαθητής συναντά ανάμεσα σε άλλα και κείμενα των Ίταλο Καλβίνο, Λέοντος Τολστόι, Καρόλου Ντίκενς, Τζον Φόουλς, Όσκαρ Ουάιλντ, Άντον Τσέχοφ, Λούις Σεπούλδεβα, Τζακ Λόντον. Πρόκειται ασφαλώς για σπουδαίους συγγραφείς της παγκόσμιας λογοτεχνίας και δραματουργίας, αλλά προφανώς δεν εντάσσονται στη νεοελληνική λογοτεχνία. Ούτε ασφαλώς οι ελληνικές μεταφράσεις των έργων τους συνιστούν τμήμα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Έχουμε λοιπόν ένα πρώτο μπέρδεμα για τους μαθητές. 

Ανάμεσα στα υπόλοιπα 57 κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας τα οποία η συντακτική ομάδα επέλεξε προκειμένου να γνωρίσει στα παιδιά μας τη λογοτεχνία της χώρας τους υπάρχουν κείμενα των Αντώνη Μόλλα (γνωστού καραγκιοζοπαίκτη), Τούλας Τίγκα, Παντελή Καλιότσου, Κύπρου Χρυσάνθη, Ντίνου Δημόπουλου, Μαρούλας Κλιάφα, Ειρήνης Μάρρα, Λίτσας Ψαραύτη, Μιμίκας Κρανάκη, Μαρίας Πυλιώτου και Κρίτωνος Αθανασούλη. Σπεύδω να πω ότι παρότι δεν τους γνωρίζω, τους τιμώ και τους σέβομαι. Η ενασχόλησή τους με τη λογοτεχνία τούς καθιστά στη δική μου συνείδηση ανθρώπους με ποιότητα και ευαισθησία. Αναρωτιέμαι όμως αν τα κριτήρια επιλογής των κειμένων δεν θα έπρεπε να συνδέονται με το εύρος, την αναγνώριση και το μέγεθος των δημιουργών, έτσι όπως αυτό προκύπτει από το αποτύπωμα του έργου τους, και όχι από υποκειμενικές κρίσεις της συντακτικής ομάδας του βιβλίου. Είναι οι παραπάνω μείζονες και εμβληματικοί Έλληνες συγγραφείς; Έχουν σφραγίσει με το έργο τους τα ελληνικά γράμματα; Αποτελούν αναφορά στην ελληνική λογοτεχνική παραγωγή; Είναι εκείνοι μέσω των οποίων δεκατριάχρονοι μαθητές θα πρέπει έρθουν σε επαφή με τα νεοελληνικά γράμματα;

Το βιβλίο της Ιστορίας, πάντα στην πρώτη τάξη του γυμνασίου, με τη σειρά του αποτελεί εξαιρετικά προβληματικό σύγγραμμα. Δεν υπάρχει χωροχρονική ενότητα. Τα κεφάλαια, αποσπασματικά και ασύνδετα, δεν συντελούν στο να αποκτήσουν οι μαθητές μια συνολική θεώρηση των αρχαίων χρόνων. Περιττές και κουραστικές λεπτομέρειες αλλά ταυτόχρονα εξαιρετικά ελλειπτικές αναφορές σε μείζονα ιστορικά γεγονότα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ελλειπτικής αναφοράς η ναυμαχία της Σαλαμίνας για την οποία δεν αναφέρεται ούτε η χρονολογία. Η διατύπωση του βιβλίου είναι τόσο δυσνόητη και στριφνή, που προκαλεί νοηματικές απορίες ακόμα και στον πιο καλλιεργημένο και μορφωμένο ενήλικα. Εντελώς ενδεικτικά τα παρακάτω παραδείγματα: «Ο Αριστοτέλης είδε τη δημιουργία της πόλης κράτους ως επιθυμία των ανθρώπων για ζωή και την επιβίωσή της ως επιθυμία για καλή ζωή». «Αυτή η διευρυμένη συμμετοχή επέφερε μια γενικότερη κοινωνική εξίσωση» και άλλα παρεμφερή που είναι και κακά ελληνικά και απολύτως δυσνόητα για μαθητές 12-13 ετών.

Στο μάθημα της γεωγραφίας το αρμόδιο συμβουλευτικό όργανο της πολιτείας –Παιδαγωγικό Ινστιτούτο στο παρελθόν, Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής σήμερα– φαίνεται ότι έχει κάνει σταθερή επιλογή για την παραγωγη αγεωγράφητων Ελλήνων. Βιβλία με αποσπασματικές γνώσεις γεωλογίας, μετεωρολογίας, κοινωνικής ανθρωπολογίας, αλλά η υδρόγειος και ο χάρτης εκτός της οπτικής των μαθητών. Πλίνθοι και κέραμοι που οδηγούν σε μαθητές τους οποίους αν ρωτήσεις ποια είναι η πρωτεύουσα της Πορτογαλίας ή πού βρίσκεται το Κάιρο σε κοιτούν αποσβολωμένοι και οι απαντήσεις που αποπειρώνται να δώσουν στην αρχή προκαλούν γέλια αλλά δυστυχώς είναι για κλάματα.

Η ποιότητα των σχολικών βιβλίων συνιστά πολύτιμο εργαλείο για την αναγέννηση της χώρας μας μέσω της δημιουργίας εγγράμματων και καλλιεργημένων πολιτών. Η αλλαγή τους θα πρέπει να αποτελέσει για την επόμενη κυβέρνηση άμεση προτεραιότητα εθνικής σημασίας, στηριγμένη σε άξιους εκπαιδευτικούς που θα ολοκληρώσουν αυτή την κρίσιμη μεταρρύθμιση. Πρόκειται για ζήτημα με καταλυτική επίδραση στο μέλλον της χώρας.