Πολιτικη & Οικονομια

Στη Θεσσαλονίκη σκοτωνόμαστε για μια πορτοκαλάδα!

Ή και γιατί σφάζονται «ειδικοί» και ειδικοί εκεί στη Νέα Παραλία; 

Στέφανος Τσιτσόπουλος
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Γιάννης Μπουτάρης: «Η Παραλία μας δεν είναι έργο τέχνης, δεν την κοιτάμε σαν πίνακα, τα αναψυκτήρια θα δοθούν επί μισθώσει και θα τους δοθεί η ευκαιρία να αναπτύξουν εξωτερικά τραπεζοκαθίσματα. Και εμείς υποσχόμαστε συνεχείς ελέγχους, γιατί αναγνωρίζουμε την παραβατικότητα που επικρατεί στην πόλη επί του θέματος. Μάλιστα στη μελέτη, η πρότασή μας είναι να γίνουν ξύλινα ντεκ δίπλα στα αναψυκτήρια που προσφέρονται για ενοικίαση, αλλά, φυσικά, να διατηρηθεί ο νόμιμος χώρος των 2 μέτρων για την ελεύθερη διάβαση των πεζών παράλληλα με τα τραπεζοκαθίσματα». Είπε και ελάλησε, και λάλησε και η πόλη, αλλά λάλησα κι εγώ εντελώς: Dangalak στα τούρκικα, ταγκαλάκι στα ελληνικά - έτσι νιώθω: αμόρφωτος και αστοιχείωτος, ελλιπής, την ίδια στιγμή που στη Θεσαλονίκη η διαμάχη περί της Νέας Παραλίας, μετά την απόφαση του δήμου να παραχωρήσει άδειες για τραπεζοκαθίσματα σε πέντε επιχειρηματίες προς εκμετάλλευση, έφερε στην επιφάνεια ένα κύμα από απίστευτα «καταρτισμένους» και «ειδικούς» σε θέματα πολεοδομίας, χωροταξίας και δημοσίου χώρου δημοσιολογούντες πολίτες. 

Σαΐνια, τζιμάνια, ντοκτορά στην «αστική διαβίωση» μέσω της οποίας, μεταξύ μας τώρα, πολλοί «σιτίζονται» σ' αυτή την πόλη προσφέροντας «ιδέες και λύσεις», «δράσεις» και αντιδράσεις, με το αζημίωτο! Και κόντρα και πόλεμος, σε λίγο δεν θα μιλιούνται κιόλας οι φιλοαναψυκτηριακοί με τους αντιαναψυκτηριακούς, όπως οι Διάσημοι με Μαχητές εκεί στον Δομίνικο. Χμ, ας κοτσάρω στο «δημοσιολογούντες πολίτες» και  το «ενεργούς» για να τους προσδώσω περισσότερη αίγλη - μεταξύ μας, ψόφιοι είναι για παραγοντιλίκι και απόδοση δάφνης και κλέους περί των αγώνων τους να μην αλλάξει τίποτα κι όλα να μείνουν όπως είναι σ' αυτήν την πόλη. Όπως παλιά έδιναν μάχες για να μη γίνει το έργο του Περιφερειακού εις το όνομα της αγάπης για το δάσος του Σέιχ Σου - ευτυχώς ολοκληρώθηκε και δεν γίναμε Καράτσι ή Δελχί. Τους βαφτίζω «Αντιπορτοκαλαδίστας», μιας και περί πορτοκαλάδας είπαμε ο νέος εμφύλιος. 

Κι εγώ να κινδυνεύω με αυτά που γράφω να φάω πορτοκαλάδα στο κεφάλι, μιας και το ξαναλέω: εχθρός θεωρείσαι αν πεις «Παιδιά, γιατί όχι; Ας το συζητήσουμε περί αναψυκτηρίων». «Τι; Που θα μας πεις εμάς;  Που υποβαθμίζεται  η Νέα Παραλία μας, το κόσμημά μας» - αφού οι άγρυπνοι φρουροί της ευταξίας θεωρούν πως ιερόσυλα και χωρίς αιδώ η απόφαση Μπουτάρη θα τη μεταμορφώσει σε μπιτς μπαρ Χαλκιδικής, του αισχίστου: πλαστικό, τέντα, μπίτια, αισθητική μηδέν, ακόμα δηλαδή δεν τα είδαμε και όνειδος τα βαφτίςαμε. Ή καλύτερα τα βάφτισαν του λόγου τους οι «ειδικοί»! Οι ερασιτέχνες μεν αλλά «άκου με κι εμένα που ξέρω», χωροταξίτες συμπολίτες μου. Πού ήταν κρυμμένοι; Κι εγώ πόσο λάθος να θεωρώ τη Θεσσαλονίκη γεμάτη μόνο με ειδικούς επί των γενικών, όπως σφύριξε και στα «Φτηνά Τσιγάρα» ο Ρένος Χαραλαμπίδης - ψάχνω ευγενή και κομψό τρόπο για να περιγράψω όλους αυτούς τους αμπλαούμπλα δημοσιολογούντες με μόνο εφόδιο ένα «εγώ πιστεύω ότι, αφού, γιατί και διότι». Αυτούς που «ξέρουν» και γι’ αυτό όλα τα θωρούν κι όλο θεωρούν «να εγώ εδώ και λέμε και κανένα αστικό παρεμβατικό για να περνά η ώρα». Ή το γράφουμε στο μπλογκ μας, το κοτσάρουμε στο fb, το παίζουμε φάση «δημοσιογραφία των πολιτών» ή τα δημοσιεύουμε «στο παρεμβατικό μας σάιτ». 

Αλλά καλά να πάθω και μπράβο που οι «ειδικοί» παραλιολογούντες με κάνουν να αισθάνομαι ταγκαλάκι! Και να μην τοποθετούμαι πάραυτα, αφού πρέπει να έχεις άποψη αφού, αλλά μέχρι να ακούσω,  να διαβάσω, να εκτιμήσω και μετά να αποφανθώ, όλα τα κοιτώ, σαν παιδί κουτό.  Και να δημοψηφίσω εναντίον, μιας και μέχρι δημοψήφισμα ζητούν κάποιοι - πάλι καλά που δεν ζητούν και λαϊκά δικαστήρια ή ικριώματα στη θέση των περιπτέρων για τους προδότες. Αλήτες, προδότες, αναψυκτές! Ναι, δεν έχω αποκρυσταλλώσει άποψη, που είναι και η δουλειά μου στο κάτω-κάτω, ώστε μετά να σχολιάσω και τσάμπα να μην με πληρώνει η Άθενς Βόις για ανταποκριτή Θεσσαλονίκης. Όμως καλά, καλά, να πάθω. Προφανώς, όταν εγώ έβλεπα τις νύχτες Survivor -ή Ταρκόφσκι, για να μη μου την πέσουν οι πχιοτικοί- αυτοί, οι «ειδικοί», όχι μόνο γράφτηκαν στα ανοιχτά πανεπιστήμια της Σορβόνης ή του Ucla, αλλά το χτύπησαν και με συνοπτικές διαδικασιές λόγω υπέρμετρης φιλομάθειας,  το πτυχιάκι αστικής παραλιακής πολεοδομικής δημοσιολογίας. Που πρέπει πάντα να έχει και τα πρόσημα «αστικό» και «περί προστασίας του δημόσιου χώρου μας», ώστε να γίνεται πάραυτα αντιληπτή και εξ ορισμού δεκτή η σπουδαιότητα της… πορδής τους. Ουπς, σόρι, η σπουδαιότητα της τοποθέτησης, του κόμεντ, του σέαρ, του επαγρυπνείτε, παίρνουν την πόλη οι οχτροί.  Εντάξει, το έχει η Θεσσαλονίκη το εμφυλιοπολεμικό στο αίμα της, η φάση σε όλα είναι Πάοκ- Άρης, αλλά για τη Νέα Παραλία, πώς είναι δυνατόν να εκφέρουν γνώμη τόσοι πολλοί «προπονητές από την κερκίδα»; Γιατί άλλο να ανταλλάσσουν απόψεις οι πολεοδόμοι Σπύρος Βούγιας (σκεπτικισμός στα όρια του Vs) με τον Σταύρο Κωνσταντινίδη (διακριτικά υπέρ), και ενδιάμεσα, αφού ως κοσμοπολίτης ταξιδιώτης-εργαζόμενος ο Πάνος Σοφιανός παρεμβαίνει στον διάλογό τους, κομίζοντας ομοειδείς εμπειριές από το Βερολίνο, κι άλλο οι μονίμως και παραληρηματικώς δημοσιολογούντες άνευ σπουδής και συνάφειας με το αντικείμενο, πέραν του «ας πεταχτώ κι εγώ, γιατί στις άλλες δημοτικές, λέω να κατέβω κιόλας». Αντί δηλαδή για το «παραγοντιλίκι» ας μιλήσουν άνθρωποι, εξ αντικειμένου σπουδών αλλά και επαγγέλματος, ειδικοί και επαΐοντες. 

Κούραση, και υπόπτως λανθάνουσα και «ομιχλώδης» κάθε άλλη ανάμειξη και εμπλοκή με το θέμα, όλων των υπολοίπων δημοσιολογούντων χωρίς άλλο εφόδιο «πέραν της αγάπης της άδολης για την πόλη». Γιατί πλέον κι η Κούτση Μαρία συνεπικουρούμενη μέρες που έρχονται κι από την Παναγιά τη Γνώστρα την Πτωχομιντιάρα, προκαλούν εμπλοκή και ανέξοδο πανικό με τη στάση τους. Κι έτσι, λόγω «τεχνητού(;) θορύβου» να τι αποφάσισα. Αποφάσισα να δημοσιεύσω έναν ειλικρινή, ενδιαφέροντα και επιστημονικό διάλογο. Ανθρώπων της πόλης, εξόχως καταρτισμένων και παρεμβατικών. Έτσι και θα κερδίσω χρόνο να μάθω και μετά να γράψω και να μην με απολύσει ο Γεωργελές μέχρι να μπω στην ουσία, αλλά και για να δοξάξω την ψυχραιμία και τη γνώση με επιχειρήματα κι όχι με κραυγές ή Κασσάνδρας προβλέψεις. Όχι κραυγές, από όχι σχετικούς. Με περισκοπική αντίληψη και με διακριτική αλλά και διακριτά έγκριτη τοποθέτηση. Χωρίς στρατόπεδα, κερκιδίλα, ιαχές και λοιπά «θεσσαλονικιώτικα» διχαστικά. Αυτό κάνω: Παραθέτω τον «διάλογο» των Βούγια, Κωνσταντινίδη και Σοφιανού στο fb. Τριών βέρων Θεσσαλονικιών που θα βοηθήσουν κι εσάς να κατανοήσετε τιιιιι τρέχει, που θα έλεγε κι ο Σαββόπουλος. Και μετά, αφού τους διαβάσετε προσεχτικά -επαναλαμβάνω- θα τελειώσω το άρθρο μου, υπομονή έως τότε, με μια προσωπική διαπίστωση. 

Θεσσαλονίκη, Νέα Παραλία

Θεσσαλονίκη, Νέα Παραλία

Θεσσαλονίκη, Νέα Παραλία

Πήρατε μια γεύση από τον φάκελο- υπόθεση «Πορτοκαλάδα». Να τολμήσουμε να ανοίξουμε τη χρήση-κερδοφορία σε τέτοιους χαλεπούς καιρούς, μιας και οι «πορτοκαλάδες» κρατούν έστω και υποτυπωδώς την οικονομία της πόλης - του παραλιακού μετώπου ή να γίνουμε όλοι Καλαφάτηδες και Τζιτζικωσταίοι; Μιας και η δεξιά της πόλης με το εγνωσμένο αντιμπουταρικό της μένος τοποθετήθηκε εναντίον εξ ορισμού συμπλέοντας με την αριστερή παράταξη του δήμου Θεσσαλονίκης, που, όταν ακούει τη λέξη επιχειρηματικότητα, παθαίνει κι αυτή μια άρνηση, κρατώντας ψηλά και το λάβαρο της ακινησίας και της αντιμεταρρύθμισης. 

Τζιτζικώστας speaking: «Πρέπει να τηρηθεί στο ακέραιο η αρχιτεκτονική μελέτη για την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση μας έδωσε 22 εκ. ευρώ και να αντιληφθούν όσοι δεν πίστεψαν στο έργο πως η Ευρώπη έχει κανόνες που είμαστε υποχρεωμένοι να σεβόμαστε». Yolo! Ή και ποιος κανόνας ευρωπαϊκός ρυθμίζει το αν θα πίνουμε ή όχι πορτοκαλάδα στην παραλία υπάρχει και δεν τον βρίσκω, δεν τον βλέπω, δεν το ξέρω! Γιατί βλέπετε, εκεί καταλήγω τελικά: πως πίσω από τον φάκελο «Πορτοκαλάδα» δεν κρύβεται τίποτα άλλο, πέρα από τις επόμενες δημοτικές εκσλογές και τις βλέψεις κάποιων να γίνουν χαλίφηδες στη θέση του κυρ-Γιάννη. Και πάνω στην πρεμούρα τους, να σου και να στρατεύονται από αθώους ξερολιστές χαβαλετζήδες, μέχρι υπολογιστές, ιντριγκαδόρους και λοιπές «ειδικές» δυνάμεις. To be continued, μέχρι, είπαμε, να πάψω να νιώθω ταγκαλάκι, σ' αυτή την πόλη των «ειδικών» που μου έλαχε να ζω.