Πολιτικη & Οικονομια

Όταν ο Σουλεϊμάν αγάπησε έναν Έλληνα

Μια ιστορία οθωμανικού πάθους που δεν θα δείτε στην τουρκική σαπουνόπερα

Gay Super Hero
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Muhteşem Yüzyıl» («Ο Χρυσός Αιώνας») είναι ο αυθεντικός τίτλος της γνωστής σαπουνόπερας που έχει μεταφερθεί στην ελληνική τηλεόραση με τον τίτλο «Σουλεϊμάν» και που αποτελεί αυτή τη στιγμή το νούμερο ένα εξαγώγιμο προϊόν της τουρκικής τηλεοπτικής βιομηχανίας. Η σειρά, που μεταδίδεται ταυτόχρονα σε 24 χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, της Κεντρικής Ασίας και της Μέσης Ανατολής, έχει προκαλέσει παρά την επιτυχία της μεγάλες αντιδράσεις στο εσωτερικό της Τουρκίας.

Οι ίδιοι οι παραγωγοί της σειράς παραδέχονται ότι η προσέγγισή τους είναι καθαρά μυθοπλαστική και στηρίζεται στις κλασικές και δοκιμασμένες συνταγές της σαπουνόπερας: Οι λεπτομέρειες για τα ιστορικά γεγονότα και τις κοινωνικές εξελίξεις την κρίσιμη περίοδο του 16ου αιώνα μάλλον πηγαίνουν περίπατο όταν η σειρά περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από τις μηχανορραφίες ανάμεσα στις γυναίκες του χαρεμιού και ένας χαρακτήρας πέφτει θύμα δηλητηρίασης σε κάθε επεισόδιο. Μια γαργαλιστική προσέγγιση που έχει προκαλέσει και εθνικιστικές αντιδράσεις στο εσωτερικό της Τουρκίας, με τον πρωθυπουργό της χώρας να κατηγορεί τους παραγωγούς ότι παρουσιάζουν την οθωμανική ιστορία «μέσα από αρνητικό πρίσμα». Αντιδράσεις αρκετές για να βάλουν νερό στο κρασί τους οι συντελεστές της σειράς και να συμμορφωθούν με τα χρηστά μουσουλμανικά ήθη – τουλάχιστον σε ζητήματα όπως ο ερωτισμός και η κατανάλωση αλκοόλ.

Δεν είναι όμως καθόλου βέβαιο ότι τα συντηρητικά στοιχεία στο εσωτερικό της Τουρκίας θα έβρισκαν περισσότερο του γούστου τους μια πιο πιστή ιστορικά αναπαράσταση της ζωής του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, ανθρώπου που έμεινε στην ιστορία ως ο σημαντικότερος ηγεμόνας στην ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ενός ανθρώπου που κυβέρνησε την αυτοκρατορία για 46 ολόκληρα χρόνια φτάνοντάς την στο απόγειο της ακμής της, σε μια έκταση που απλωνόταν από την Υεμένη μέχρι την Ουγγαρία. Που έμεινε στην ιστορία ως ο «Νομοθέτης» για την κωδικοποίηση της νομολογίας των σουλτάνων και που υπήρξε εκτός των άλλων φτασμένος ποιητής και κοσμηματοποιός.

Ενός ανθρώπου που ποτέ δεν απαρνήθηκε τις επίγειες απολαύσεις και είχε τριακόσιες σκλάβες στο χαρέμι του· όμως δεν δίστασε να παντρευτεί μία από αυτές, να της δώσει τον τίτλο της μοναδικής επίσημης συζύγου σε πείσμα κάθε οθωμανικής παράδοσης, επιβάλλοντας μαζί με τη μονογαμία την αυστηρή τήρηση των μουσουλμανικών ηθών στην αυλή του. Και τέλος ενός ανθρώπου που από τα εφηβικά του χρόνια έγινε αχώριστος με έναν συνομήλικο χριστιανό σκλάβο προκαλώντας τα κουτσομπολιά των δυτικών προξένων και την αμήχανη σιωπή των οθωμανών χρονικογράφων. Έναν χριστιανό σκλάβο στον οποίο ανέθεσε αμέσως μετά την ανάρρησή του στον θρόνο τα αξιώματα του μεγάλου βεζίρη και του αρχιστράτηγου της Αυτοκρατορίας.

Για τον Παργάλη Ιμπραήμ Πασά (στην κεντρική φωτογραφία από το σίριαλ εικονίζεται όρθιος, αριστερά) όπως έμεινε γνωστός στην ιστορία γνωρίζουμε ότι γεννήθηκε στην Πάργα την ίδια χρονιά με τον Σουλτάνο, το 1494 (και τον ίδιο μήνα όπως καυχήθηκε ο ίδιος χρόνια αργότερα σε έναν ευρωπαίο πρέσβη). Οι γονείς του ήταν χριστιανοί –πιθανότατα έλληνες– και ο πατέρας του ήταν ψαράς.

Οι ιστορικοί της εποχής είναι διχασμένοι σχετικά με το πως βρέθηκε στην Τουρκία: Σύμφωνα με κάποιους αιχμαλωτίστηκε από κουρσάρους και πουλήθηκε σε μια πλούσια χήρα στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Σύμφωνα με άλλους υπήρξε θύμα του παιδομαζώματος και εκπαιδεύτηκε για να αναλάβει πολιτικά και στρατιωτικά καθήκοντα όπως πολλά χριστιανόπουλα που είχαν προηγουμένως εξισλαμιστεί. Όλες οι πηγές συμφωνούν ότι έχαιρε εξαιρετικής μόρφωσης, μιλούσε τουρκικά, φαρσί, ιταλικά και ελληνικά, έπαιζε μουσική και λάτρευε τη γεωγραφία και την ιστορία, ειδικά τα ανδραγαθήματα του Αννίβα και του Μέγα Αλέξανδρου. Ο θαυμασμός του προς τον μεγάλο έλληνα στρατηλάτη ήταν κάτι που όπως φαίνεται μοιραζόταν με τον –εξίσου μορφωμένο– μελλοντικό σουλτάνο.

Αν και δεν είναι ξεκάθαρο από τις πηγές, φαίνεται ότι ο Ιμπραήμ μπήκε στην υπηρεσία του Σουλεϊμάν όταν ο πατέρας του τελευταίου του ανέθεσε τη διακυβέρνηση της Μαγνησίας (Μανίσα στα τούρκικα). Τόσο ο σουλτάνος όσο και διάδοχος του θρόνου διέθεταν πολυπληθές προσωπικό από θαλαμηπόλους και έφηβους υπηρέτες χωρισμένους σε έξι διαφορετικά σώματα (τα δύο από αυτά ήταν σώματα ευνούχων). Σύμφωνα με τους ενετούς επιτετραμένους στην Υψηλή Πύλη (που είναι και οι μόνοι που μας δίνουν λεπτομέρειες για τη ζωή μέσα στο Σεράι) ο Ιμπραήμ ξεχώριζε από το υπόλοιπο προσωπικό καθώς κοιμόταν στο ίδιο δωμάτιο με τον Σουλεϊμάν και τον συντρόφευε σε όλα τα γεύματα.

Σε περίπτωση που δεν μπορούσαν να είναι μαζί κατά τη διάρκεια της ημέρας αντάλλασσαν γραπτά μηνύματα μέσω κωφάλαλων υπηρετών, ενώ σύμφωνα με τον αυστριακό πρέσβη ο σουλτάνος παράγγελνε για τον ευνοούμενό του τα ίδια ρούχα που έφτιαχναν για τον ίδιο. Ο ενετός πρόξενος παρατηρεί ότι συχνά έκαναν μόνοι περιπάτους στους κήπους του παλατιού και βόλτες με ένα καϊκι στον Βόσπορο: «Ο Σουλτάνος τρέφει μεγάλη αγάπη για τον όμορφο ευνοούμενό του. Είναι αχώριστοι από μικροί, δεν τον αφήνει από τα μάτια του ούτε στιγμή και ικανοποιεί την κάθε του επιθυμία» σχολιάζει με νόημα ο πρόξενος. Άλλωστε μόνο η τεράστια προσωπική εύνοια του Σουλτάνου μπορεί να εξηγήσει τη μετέπειτα μετεωρική άνοδο του Ιμπραήμ στα υψηλότερα αξιώματα της Αυτοκρατορίας.

Αμέσως μετά την ενθρόνισή του, ο Σουλεϊμάν αναθέτει στον Ιμπραήμ τον τίτλο του Μέγα Ιερακοτρόφου ενώ οι τούρκικες πηγές του αποδίδουν και το αξίωμα του «κας οντάρ μπασί», υπεύθυνου για τα προσωπικά διαμερίσματα του Σουλτάνου (και το οποίο οι ενετικές πηγές μας μεταφράζουν –όχι χωρίς κάποια χαιρεκακία σχετικά με την έκλυση των ηθών στη μουσουλμανική αυλή– ως «σκλάβος της κρεβατοκάμαρας»). Αυτή η πληροφορία κάνει αρκετούς να εικάζουν ότι ο Ιμπραήμ ήταν (ή έγινε στην πορεία) ευνούχος, αφού παραδοσιακά ο «κας οντάρ μπασί» προερχόταν από τις τάξεις των ευνούχων.

Κάτι τέτοιο δεν θα απέκλειε τον μετέπειτα γάμο του με την αδελφή του Σουλτάνου: πολλές φορές κοπέλες παντρεύονταν με ευνούχους για περιουσιακούς ή άλλους λόγους. Άλλωστε ήταν καλύτερο η αδελφή του Σουλτάνου να μην γεννήσει παιδιά, και μάλιστα γιους, που σύμφωνα με τη νομοθεσία έπρεπε να πεθάνουν στη γέννα αφήνοντας άδετο τον ομφάλιο λώρο τους για να μην απειλήσουν τον θρόνο. Όπως και νά χει πάντως, παρέμενε μέλος του υπηρετικού προσωπικού της αυλής· σύμφωνα με έναν γάλλο ιστορικό του 17ου αιώνα ο Ιμπραήμ παρακάλεσε τον Σουλτάνο να μη του αναθέσει απότομα πολλά αξιώματα για να μην προκαλέσει τον φθόνο των υπόλοιπων αυλικών. Κάτι που έκανε τον Σουλεϊμάν να τον εμπιστευθεί ακόμα περισσότερο.

Γεγονός παραμένει ότι χρειάστηκαν μόλις δύο χρόνια για να του αναθέσει ο Σουλεϊμάν τα υψηλότερα διοικητικά, διπλωματικά και στρατιωτικά καθήκοντα της Αυτοκρατορίας, με τους τίτλους του Μεγάλου Βεζίρη, του αρχιστράτηγου (σερασκέρη) και του μπεηλέρ-μπεη (κυβερνήτη) της Ρωμηλίας (δηλαδή όλων των ευρωπαϊκών εδαφών της Αυτοκρατορίας). To ότι κατάφερε να διατηρήσει την απόλυτη εξουσία για δεκατρία ολόκληρα χρόνια μέσα σε ένα αυλικό περιβάλλον που σημαδεύεται από συνεχείς ίντριγκες και δολοπλοκίες φτάνοντας τον οθωμανικό στρατό μέχρι τα τείχη της Βιέννης, είναι σίγουρα απόδειξη των τεράστιων πολιτικών, διοικητικών και στρατιωτικών του ικανοτήτων.

Για τους «καλοθελητές» της αυλής το γεγονός ότι συνέχισε να έχει σχέσεις με τους χριστιανούς γονείς του (οι οποίοι μάλιστα τον επισκέπτονταν στην Κωνσταντινούπολη), αλλά και οι αλαζονικές εκμυστηρεύσεις του σε ξένους διπλωμάτες σχετικά με τις εξουσίες που είχε συγκεντρώσει στα χέρια του ήταν αρκετές για να τον διαβάλουν. Και σίγουρα η αντιπαλότητά του με τη Ροξελάνα (τη γνωστή Χιουρέμ ή «Εύθυμη» του τουρκικού σίριαλ) υπήρξε σημείο καμπής στο χρονικό της πτώσης του.

Κόρη ενός ορθόδοξου ιερέα που αιχμαλωτίστηκε από Τατάρους στην Ουκρανία και μεταφέρθηκε στο χαρέμι όπου και έκλεψε την καρδιά του Σουλτάνου, η Χιουρέμ ήταν η πρώτη γυναίκα που παίζει τόσο μεγάλο ρόλο στην οθωμανική ιστορία. Οι σχέσεις της με τον Βεζίρη ήταν σίγουρα περίπλοκες: Όπως φαίνεται αρχικά προοριζόταν για σκλάβα του Ιμπραήμ ο οποίος την παραχώρησε στον Σουλτάνο (ένα ερωτικό τρίγωνο που έδωσε στον γάλλο συγγραφέα Λουί Γκαρντέλ το έναυσμα για να γράψει το βιβλίο «Η Αυγή των Πολυαγαπημένων», εκδ. Λιβάνη). Το μόνο σίγουρο είναι ότι κατέληξαν αντιμέτωποι καθώς ο Ιμπραήμ υποστήριζε για τη διαδοχή τον Μουσταφά, πρωτότοκο γιο του Σουλεϊμάν από άλλη γυναίκα.

Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα σήμαινε τον σίγουρο θάνατο των γιων της Χιουρέμ που –πέρα από την όποια ερωτική αντιζηλία– είχε κάθε συμφέρον να διεκδικήσει την εύνοια του Σουλτάνου αποκλειστικά για τον εαυτό της. Η συνέχεια είναι γνωστή: Καθώς ο Σουλεϊμάν είχε ορκιστεί στον παιδικό του φίλο ότι δεν θα τον πείραζε όσο ζούσε, ζητάει την βοήθεια ενός ιεροδιδασκάλου που τον συμβουλεύει ότι δεν θα καταπατήσει τον όρκο του αν σκοτώσει τον Ιμπραήμ την ώρα που κοιμάται. Πράγματι, με εντολή του σουλτάνου και μετά από δεκατρία χρόνια στα ύπατα αξιώματα της Αυτοκρατορίας, ένας κωφάλαλος σκλάβος στραγγαλίζει τον Παργάλι Ιμπραήμ Πασά στο κρεβάτι του.

Βγάζοντας από τη μέση και τον πρωτότοκο γιο του Σουλεϊμάν όταν της δόθηκε η ευκαιρία, η Χιουρέμ θα καταφέρει τα επόμενα είκοσι χρόνια να μονοπωλήσει την εύνοια του Σουλεϊμάν αλλά και το ενδιαφέρον των ιστορικών και των τηλεοπτικών παραγωγών μέχρι τις μέρες μας. Στην ιστορία έχουν μείνει και τα περίφημα «γαζάλ» ή ερωτικά ποιήματα που έγραψε ο Σουλτάνος για την αγαπημένη του σύζυγο. Αντίθετα, περιφρονημένα και σχεδόν εξαφανισμένα από την επίσημη ιστοριογραφία, εντός και εκτός Τουρκίας, παραμένουν τα ερωτικά ποιήματα που είχε γράψει ο Σουλεϊμάν προς τον αγαπημένο παιδικό του φίλο, για τον οποίο φαίνεται να τον κατατρέχουν οι τύψεις για πολλά χρόνια μετά τη δολοφονία του. Ποιήματα όπως αυτό εδώ:

«Ω Έρωτά μου/ Ω Αστέρι μου, Σύζυγέ μου/ Είσαι η Αίγυπτός μου, η Ζωή και ο Θάνατός μου, ο Αδυσώπητος Τάφος μου».

[Με πληροφορίες από το «Λεξικό διάσημων ομοφυλόφιλων και αμφιφυλόφιλων» του Μισέλ Λαριβιέρ, εκδόσεις Delétraz και το «Ιμπραήμ πασάς, ο Μεγάλος Βεζίρης του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς» του H.D.Jenkins, εκδόσεις Columbia University Press. Η ιστορία του Σουλεϊμάν και του Ιμπραήμ είχε απασχολήσει το μπλογκ μου καιρό πριν εμφανιστεί το τηλεοπτικό σίριαλ].