- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η κυρίαρχη ερμηνεία της δυστοκίας δημιουργίας μιας πολιτικής συμμαχίας στον λεγόμενο «ενδιάμεσο χώρο» αποδίδει την ευθύνη στην έλλειψη πραγματικής βούλησης των εμπλεκομένων ηγεσιών να τοποθετήσουν τον εαυτό τους ένα βήμα πιο πίσω από τη θέση που ο καθένας κατέχει σήμερα, όπως εκ των πραγμάτων θα συνέβαινε σε περίπτωση της συγκατοίκησης σε ένα ευρύτερο σχήμα. Παρότι εύκολη στη σύλληψη, και ακόμα ευκολότερη στη δημοσιογραφική αναπαραγωγή της, η τεκμηρίωση μιας τέτοιας πρότασης ερμηνείας είναι στην πραγματικότητα δύσκολη, καθώς απαιτεί την ψυχαναλυτική μελέτη των προσωπικοτήτων των εμπλεκομένων. Είναι όμως πιθανώς και δευτερεύουσας σημασίας, καθώς ξεπερνά με ευκολία μια προϋπόθεση που δεν έχει ελεγχθεί με τη δέουσα προσοχή: ότι το εκλογικό κοινό των κομμάτων και των κινήσεων του κεντρώου χώρου είναι ενιαίο. Αν το κοινό αυτό παρουσιάζει διαφορές ως προς τις πολιτικές του προτεραιότητες, τα κοινωνικά του χαρακτηριστικά ή ακόμα και τα στερεότυπά του για τα πρόσωπα και την ιστορία, τότε η εκλογική σύμπραξη των σχημάτων αυτών δε θα είναι λειτουργική και, υπό αυτήν την έννοια δεν πρέπει να είναι θεμιτή. Σε αυτήν την περίπτωση, η συζήτηση για τους εγωισμούς των ηγεσιών καθίσταται περιττή.
Είναι λοιπόν διαφορετικά τα κοινά των κομμάτων και των κινήσεων του κεντρώου χώρου; Ο εντοπισμός των συνόλων δυνητικής εκλογικής επιρροής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, του Ποταμιού και της κίνησης των κ.κ. Διαμαντοπούλου, Ραγκούση και Φλωρίδη, από την Prorata στην πρόσφατη έρευνά της δίνει τη δυνατότητα τόσο του ακριβούς υπολογισμού των ποσοστών επικάλυψης των τριών σχημάτων, όσο και της ανίχνευσης του πολιτικού και δημογραφικού προφίλ κάθε επιλογής. Από την πρώτη κιόλας εικόνα γίνεται σαφές ότι το κοινό του ενδιάμεσου χώρου δε διάκειται το ίδιο θετικά έναντι όλων των παικτών του χώρου. Για παράδειγμα, παρότι το 40% των δυνητικών ψηφοφόρων του Ποταμιού δηλώνουν υψηλή πιθανότητα ψήφου και για το σχήμα των τριών υπουργών, την «Ώρα Αποφάσεων», και για τη Δημοκρατική Συμπαράταξη, το ποσοστό των δυνητικών ψηφοφόρων της «Ώρας Αποφάσεων» που δηλώνουν παράλληλα υψηλή πιθανότητα να ψηφίσουν το Ποτάμι ή τη Δημοκρατική Συμπαράταξη είναι μόνο 23% για το πρώτο και 11% για το δεύτερο. Ομοίως, και το ποσοστό των δυνητικών ψηφοφόρων της Δημοκρατικής Συμπαράταξης που δίνουν υψηλή πιθανότητα να στηρίξουν την «Ώρα Αποφάσεων» είναι μόλις 16%, ενώ για την περίπτωση του Ποταμιού φτάνει στο 32%.
Τα τρία σχήματα δε μοιάζουν να είναι συγκοινωνούντα δοχεία, υπό την έννοια ότι οι ακροατές του καθενός δε δείχνουν τον ανάλογο ενθουσιασμό για καθένα από τα υπόλοιπα σχήματα. Ιδιαίτερα μεταξύ της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, από τη μία, και της «Ώρας Αποφάσεων», από την άλλη πλευρά, μοιάζει να υψώνεται ένα ορατό διαχωριστικό, καθώς μόλις το ένα δέκατο του ακροατηρίου κάθε σχήματος δείχνει να διάκειται θετικά έναντι του έτερου σχήματος. Επιπρόσθετο τεκμήριο αυτής της απόστασης είναι το γεγονός ότι η «Ώρα Αποφάσεων» λαμβάνει θετικές αντιδράσεις διπλάσιου ποσοστού ψηφοφόρων της ΝΔ του 2015 σε σύγκριση με το ποσοστό που λαμβάνει από ψηφοφόρους της Δημοκρατικής Συμπαράταξής του 2015. Ανάλογους διαχωρισμούς στις διαθέσεις δεν παρατηρούμε μεταξύ Ποταμιού και Δημοκρατικής Συμπαράταξης, ούτε όμως και μεταξύ Ποταμιού και «Ώρας Αποφάσεων». Υπό αυτήν την έννοια, και με δεδομένη την εκπεφρασμένη βούληση του Ποταμιού και της «Ώρας Αποφάσεων» να εντοπίσουν κοινή γραμμή πλεύσης, μια εκλογική σύμπραξή τους θα μπορούσε να αποφέρει εισροές τόσο από τον χώρο δυνητικής εκλογικής επιρροής της ΝΔ, κυρίως μέσω της «Ώρας Αποφάσεων», όσο και από τον χώρο της δυνητικής εκλογικής επιρροής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, κυρίως μέσω του Ποταμιού.
Υπάρχουν ανάλογες διαφορές στα δημογραφικά χαρακτηριστικά των ακροατηρίων των τριών σχημάτων; Και αν ναι, θα μπορούσαν κάποια από αυτά να λειτουργήσουν συμπληρωματικά υπό μία κοινή στέγη; Διαφορές εντοπίζονται πράγματι ως προς την ηλικιακή σύνθεση, καθώς η Δημοκρατική Συμπαράταξη συγκεντρώνει υψηλότερα ποσοστά στους ψηφοφόρους άνω των 55 ετών, ενώ το Ποτάμι στους ψηφοφόρους 25 έως 34 ετών και η «Ώρα Αποφάσεων» στους ψηφοφόρους 35 έως 44 ετών. Την ίδια πηγή, δηλαδή την ηλικία, έχει και η διαφοροποίηση που παρατηρείται ως προς την απασχόληση των δυνητικών ψηφοφόρων του κάθε σχήματος, με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη να είναι ισχυρότερη στους συνταξιούχους, το Ποτάμι στους δημοσίους υπαλλήλους και την «Ώρα Αποφάσεων» στους ιδιωτικούς υπαλλήλους. Παρότι οι διαφορές αυτές δεν είναι μεγάλες, και θα πρέπει να τονιστεί στο σημείο αυτό και το κοινό χαρακτηριστικό του συγκριτικά υψηλότερου εκπαιδευτικού επιπέδου του μέσου ψηφοφόρου όλων των κομμάτων του ενδιάμεσου χώρου, παρατηρείται και ως προς τη δημογραφική εικόνα μια απόσταση του ακροατηρίου της Δημοκρατικής Συμπαράταξης από αυτά των άλλων δύο σχημάτων. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η συμπληρωματικότητα των ακροατηρίων των δύο άλλων σχημάτων, με το Ποτάμι να είναι πιο διεισδυτικό στους «τριαντάρηδες δημοσίους υπαλλήλους» και την «Ώρα Αποφάσεων» να είναι πιο δημοφιλής στους «σαραντάρηδες ιδιωτικούς υπαλλήλους».
Μπορούν λοιπόν να είναι όλοι μαζί; Οι διαφορές στη δημογραφικό, και κυρίως στο πολιτικό προφίλ, των ακροατηρίων των τριών σχημάτων υποδηλώνει ότι δε θα ήταν ευκταίο από όλους τους δυνητικούς ψηφοφόρους τους να προχωρούσαν όλοι μαζί στον κοινό δρόμο, ακόμα και αν οι ηγεσίες τους ήταν έτοιμες να θέσουν τον εαυτό τους στην υπηρεσία κάποιου άλλου. Στερεότυπα, προηγούμενες εμπειρίες, δηλώσεις και συνδηλώσεις έχουν δημιουργήσει ένα ρήγμα μεταξύ των τριών σχημάτων, και ιδιαιτέρως μεταξύ της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και της «Ώρας Αποφάσεων». Η ευχή της συμπόρευσης όλων μπορεί να εκφράζεται εύκολα, αλλά δεν είναι εύκολα υλοποιήσιμη, πολύ δυσκολότερα υλοποιήσιμη μάλιστα όταν δεν έχουν ανιχνευθεί οι αντιδράσεις των φιλικών ακροατηρίων στην περίπτωση μιας συνεργασίας.