Πολιτικη & Οικονομια

Στη χώρα του εφαρμοσμένου ρομαντισμού

Ω τι υπέροχος κόσμος!

Ρούλα Γεωργακοπούλου
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κάποτε, η νηστεία ήταν αδιανόητη, ο μάρτης στο χέρι ξεφτίλα, το "καλή σαρακοστή" λόγια των γιαγιάδων, το "καλή βδομάδα" λόγια του παππά και το "καλό μήνα" λόγια του πάστορα. Πριν να μεταβληθούμε ολοσχερώς σε χώρα ευχών, οι ταξιτζήδες δεν σταυροκοπιόντουσαν  διαισθανόμενοι και τον παραμικρό ναΐσκο ένθεν κι ένθεν της πορείας τους και τα κορίτσια, αχ τα κορίτσια, έτριζε η γης όπου πατούσαν και δεν τριπόδιζαν άτσαλα πάνω σε γόβες σαν της Νταίζης Ντακ. Το ίνδαλμά μας ήταν η μαμά Ντάλτον εναλλακτικά με την Καλάμιτι Τζαίην ενώ ο τύπος του μπρατσαρά με τα τατού λογαριαζόταν γραφικός ή, το πολύ, σα ναύτης βγήκε στη στεριά για περιπολία / μάνα μου αναστέναξε όλη η παραλία.

Ένα άλλο πράγμα που σηματοδοτεί την άτακτη υποχώρηση της νέας ελληνικής κοινωνίας προς τον μεσαίωνα είναι και η γενικευμένη χρήση της ζώνης αγνότητας. Μόνον που τότε οι πυργοδέσποινες την φόραγαν με το στανιό κι αφού προηγουμένως είχαν κατορθώσει να εξασφαλίσουν ένα αντικλείδι ή έστω μια κερκόπορτα ενώ τώρα η αγνότης μεταξύ των νέων είναι σχεδόν αυτόβουλη και οι παραβιάσεις της γίνονται συνήθως με sms ή ταχυδρομούνται inbox.

Παρατηρώντας την ραγδαία συντηρικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας και το ηδονικό της κατρακύλισμα από την νεωτερικότητα προς τον ρομαντισμό, δεν είναι να απορεί κανείς πώς φτάσαμε ως τον αιμοχαρή υπουργό ο οποίος προπαγανδίζει τον πόλεμο σα να πρόκειται για κρουαζιέρα με τρίκωπες τριήρεις έι οπ- έι οπ, που ναυλοχούν στο λιμανάκι της Μουνιχίας (το σημερινό Μικρολίμανο).

Χάθηκε, μου φαίνεται, καθ’ οδόν, μια ολόκληρη γενιά. Αυτή που υποτίθεται ότι θα αναδείκνυε  την κοινωνική πρόοδο και θα εμπέδωνε τα κατόπιν λαϊκών πιέσεων αποκτηθέντα θεσμικά καινούργια κοσκινάκια μας: την ισότητα των φύλων, την αυτοδιάθεση, την ανοιχτή κοινωνία, την πείνα και τη δίψα για τον «έξω» κόσμο που με μαθηματική ακρίβεια οδηγούν στην καλύτερη κατανόηση και του «μέσα».

Και λέω στον εαυτό μου: ω τι υπέροχος κόσμος! Και του λέω ότι η λαγάνα είναι ψωμί, ότι ο «μάρτης» είναι δυο κλωστές στριμμένες, η μια κόκκινη και η άλλη άσπρη. Του λέω ότι η νηστεία είναι πρέζα σε μορφή μπέργκερ που την πουλάνε οι μπάτσοι στα φαστ φουντ, ότι ο πόλεμος δεν είναι πατέρας όλων, ότι η μεταφυσική του καθενός και τα παγανιστικά του έγκατα δεν είναι trend να τα ξαμολήσεις στη ρούγα αλλά τρόμος ιερός και μαντρωμένος σε απροσπέλαστες ψυχικές περιοχές. Και του λέω: γι’ αυτό που ζεις δεν φταίνε οι άλλοι. Φταις εσύ που δεν ξέρεις πια πώς να πεθάνεις.