Πολιτικη & Οικονομια

O ΔΟΛ και εμείς

Πόσο εύκολο είναι να αλλάξεις πολιτική ρότα σε μια εφημερίδα;

Ανδρέας Παππάς
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πολλά έχουν γραφτεί και γράφονται καθημερινά για τον ΔΟΛ και για το άδηλο μέλλον του. Μολαταύτα, ουδείς γνωρίζει –ή έστω μπορεί να προβλέψει με κάποια βεβαιότητα– τι πρόκειται να γίνει. Ας περιοριστώ, λοιπόν, να συνοψίσω ορισμένες παραμέτρους του όλου προβλήματος.

Ο Οργανισμός έχει χρέη στις τράπεζες που αγγίζουν τα 200 εκατομμύρια, ποσό δυσθεώρητο και δυσβάστακτο όχι μόνο για τα μέτρα της εποχής όπου ζούμε, αλλά και όλων των εποχών. Και βέβαια, ας μην ξεχνάμε: οι τράπεζες δεν είναι του Τσίπρα και του Μουλόπουλου, ούτε παίρνουν εντολές από αυτούς.

Υπάρχουν περίπου 20 εκατομμύρια οφειλές στους εργαζόμενους, οι οποίοι εδώ και

μήνες δουλεύουν σχεδόν απλήρωτοι, κατορθώνοντας ωστόσο να κρατάνε σε αξιοπρεπές επίπεδο τα έντυπα και το ραδιόφωνο του Συγκροτήματος.

Ό,τι και αν γίνει, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το αύριο θα είναι χειρότερο από το χθες. Φοβάμαι πως θα υπάρξουν αναπόφευκτα περικοπές, στον αριθμό των εργαζομένων, στις αποδοχές τους, ίσως και στα δύο.

Επίσης ό,τι και αν γίνει, το κύρος και το όνομα των μέσων ενημέρωσης που ανήκουν στον ΔΟΛ έχει ήδη υποστεί, αν όχι ανεπανόρθωτη, πάντως δύσκολα επανορθώσιμη βλάβη. Βγήκαν τα «Νέα», ή δεν βγήκαν; Θα βγει, άραγε, ή όχι κι αυτή την Κυριακή το «Βήμα»; Είναι προφανές πως αυτά όλα αποτελούν πλήγμα στη φήμη και στην κυκλοφορία των εν λόγω εντύπων. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι τις τελευταίες βδομάδες το «Βήμα» έχει πέσει στα 40.000 φύλλα περίπου (σε αυτό, βέβαια, συντελεί και το ότι εδώ και λίγον καιρόν αδυνατεί να συνοδεύεται από πρόσθετες «προσφορές»).

Υπάρχει και γενικότερο πρόβλημα με τις εφημερίδες, οι οποίες όλο και λιγότερες διαφημίσεις έχουν και από όλο και λιγότερους διαβάζονται. Άλλωστε, και ο πρωθυπουργός δεν παρέλειψε να πει προ ημερών: «Μη διαβάζετε εφημερίδες, για να έχετε την υγειά σας»! Προφανώς προτιμά διά των μέσων κοινωνικής δικτύωσης «επικοινωνία» και προπαγάνδα, ιδίως όταν αυτή αμείβεται αδρά από κομματικό (ή μήπως κρατικό;) ταμείο, προκειμένου να δοξολογεί την κυβέρνηση και να θάβει όσους την αντιπολιτεύονται (βλέπε μαρτυρίες Δαβαράκη, αποκαλύψεις για μισθοδοσία του μακαρίτη Χ κ.ο.κ.).

Επίσης ό,τι και αν γίνει τελικά, ανεξαρτήτως των εντολών ή/και προθέσεων που έχει ο Μουλόπουλος (μεταξύ μας, δεν θα πόνταρα πολλά ούτε στην πολιτική του «ανεξιθρησκεία», ούτε και στην ευρύτητα των αντιλήψεών του), δεν είναι καθόλου εύκολο να αλλάξεις πολιτική ρότα, αλλά και πολιτικό/πολιτισμικό στίγμα σε μια εφημερίδα – όπως, άλλωστε, δεν είναι καθόλου εύκολο να πείσεις τη μεγάλη πλειονότητα όσων δουλεύουν στον ΔΟΛ να γράφουν άλλα από αυτά που πιστεύουν και που έγραφαν έως τώρα. Επιγραμματικά αυτό εκφράζεται με τη φράση «πρέπει να βρεις δημοσιογράφους που να τη γράφουν την εφημερίδα και αναγνώστες που να τη διαβάζουν». Και για να γίνω ακόμα πιο σαφής: αν τα έντυπα του ΔΟΛ γίνουν φιλοΣΥΡΙΖΑ (λέμε, τώρα…), προσωπικά θα πάψω να τα αγοράζω την επόμενη κιόλας μέρα – όπως θα πάψουν, είμαι βέβαιος, να τα αγοράζουν και χιλιάδες άλλοι σημερινοί αναγνώστες τους.

Και ένα τελευταίο σχόλιο, πιο προσωπικό αυτό, εξού και το «εμείς» του τίτλου. Ποιοι είναι αυτοί οι «εμείς»; Είμαστε, λοιπόν, κάποιοι που βρίσκαμε το «Βήμα» και τα «Νέα», τον «Ταχυδρόμο» ή τις «Εποχές» στο σπίτι μας ήδη από την εποχή που τα αγόραζαν (κάποια από αυτά, τουλάχιστον) οι πατεράδες μας. Είμαστε επίσης κάποιοι που μεγαλώσαμε διαβάζοντας τα χρονογραφήματα του Ψαθά και του Παλαιολόγου, τις επιφυλλίδες του Παπανούτσου και του Θεοτοκά, του Τερζάκη και του Δημαρά. Που ξυπνούσαμε κάθε πρωί στα χρόνια της χούντας και πέφταμε με τα μούτρα στην ανάγνωση του «Βήματος» για να νιώσουμε να φυσάει έστω ένα ελαφρύ αεράκι, εν μέσω του γενικότερου κλίματος πολιτικού κρετινισμού και αισθητικής του τσάμικου. Για να διαβάσουμε τις κριτικές του Σκαλιόρα, του Γεωργουσόπουλου ή του Λεωτσάκου, για να δούμε τις γελοιογραφίες του Φωκίωνα Δημητριάδη στα «Νέα» (λίγο παλιότερα αυτές) ή του Κώστα Μητρόπουλου στο «Βήμα», για να χαρούμε την αιχμηρή όσο και υπαινικτική αντιχουντική πένα του Θανάση Κανελλόπουλου ή του Κώστα Νίτσου, για να ρουφήξουμε τα πολιτιστικά των «Νέων», που τα έγραφαν ο Πηλιχός, ο Σταματίου, ο Ρεσβάνης, και άλλοι. Για, για, για…

Δεν αγιογραφώ, μνήμες καταθέτω. Γνωρίζω καλά, άλλωστε, ότι ο ΔΟΛ έχει ουκ ολίγα ράμματα για τη γούνα του, ότι έχει περιπέσει –κατά καιρούς αλλά και επ’ εσχάτοις– σε ουκ ολίγες αμαρτίες. Ποιος μπορεί να αρνηθεί ότι υπάρχουν τεράστιες ευθύνες τόσο της σημερινής ιδιοκτησίας όσο και της παλαιότερης για τα σημερινά αδιέξοδα; Όμως ο ΔΟΛ είναι κομμάτι της νεότερης ιστορίας της Ελλάδας, είναι θεσμός με την ευρύτερη έννοια του όρου. Και στην εποχή όπου ζούμε, οι «θεσμοί», όπως και οι θεσμοί, πρέπει να περιφρουρηθούν και να διαφυλαχθούν πάση θυσία, σαν αναχώματα και αντερείσματα απέναντι στην ανερμάτιστη ευτέλεια και στον ιδιοτελή κυνισμό.