- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Μνήμες της μεγάλης ψευδαίσθησης του 1913
Οι τραγωδίες δεν προαναγγέλλονται. Απλώς συμβαίνουν.
Το 1910 ο νεαρός Βρετανός δημοσιογράφος και διανοούμενος Norman Angell εξέδωσε ένα βιβλίο με τίτλο «Η Μεγάλη Ψευδαίσθηση» (The Great Illusion), το οποίο σημείωσε σημαντική εμπορική επιτυχία, εκδόθηκε ξανά και ξανά και μεταφράστηκε σε όλες τις σημαντικές γλώσσες της εποχής.
Σε αδρές γραμμές, η βασική του θέση ήταν η εξής: μια πολεμική σύρραξη μεταξύ των ισχυρών βιομηχανικών χωρών της εποχής θα ήταν απόλυτα ανωφελής, μιας και το κόστος της θα ήταν φοβερά υψηλό, τόσο που θα έβλαπτε σημαντικά όχι μόνο τους χαμένους μια πιθανής σύγκρουσης αλλά και τους νικητές. Κοινώς, ο πόλεμος θα κατέστρεφε τα οφέλη του ελεύθερου διακρατικού εμπορίου και θα ήταν οικονομικά φοβερά ασύμφορος.
Στο σπουδαίο βιβλίο της «Τα Κανόνια του Αυγούστου», η ιστορικός Barbara Tuchman αναφέρει ότι το βιβλίο του Angell επηρέασε σημαντικά τα δημόσια πράγματα του καιρού του. Διαθέσιμο σε 11 γλώσσες, κυκλοφορούσε ευρέως μεταξύ των ηγετών και των κρατικών αξιωματούχων της εποχής ενώ συζητήθηκε εκτενώς στους ακαδημαϊκούς κύκλους του Κέιμπριτζ και της Σορβόννης.
Η πειστική επιχειρηματολογία του υπέρ του ότι κανείς δεν είναι τόσο ανόητος ώστε να ξεκινήσει έναν τέτοιο πόλεμο ήταν ιδιαίτερα ελκυστική για την κοινή γνώμη της Ευρώπης. Ήταν η εποχή της «πρώτης παγκοσμιοποίησης» (1870-1914), όταν και το άνοιγμα των εθνικών οικονομιών συνοδεύτηκε από μια σημαντική αύξηση των εμπορικών και χρηματοοικονομικών συναλλαγών μεταξύ των χωρών. Για τις τέχνες, τα γράμματα και τις επιστήμες, ήταν η Belle Époque, μια μακρά περίοδος συλλογικής ευημερίας κι ατομικής προόδου.
Ενδεικτικό του κλίματος της εποχής είναι ένα ρεπορτάζ του Economist στις 28 Ιουνίου του 1913, όταν και υπό τον τίτλο «Φίλοι και Γείτονες», το λονδρέζικο περιοδικό ασκούσε σκληρή κριτική σε όσους πολιτικούς δεν μπορούσαν να δουν ότι ήταν πια τόσο μεγάλη η αλληλεπίδραση της Μεγάλης Βρετανίας και της Γερμανίας σε οικονομικό επίπεδο, όπου ήταν πια «εκτός εποχής» να συγκαταλέγεται η Γερμανία στους πιθανούς εχθρούς της χώρας.
Αν και ο Angell σε προσωπικό επίπεδο φέρεται το 1914 να έχει δηλώσει ότι δεν θα υπάρξει ποτέ ξανά άλλος πόλεμος μεταξύ των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων, το βιβλίο του δεν είχε… προφητική διάθεση. Δεν ήθελε να πει ότι ένας πόλεμος αποκλείεται να διεξαχθεί αλλά ότι αποκλείεται να είναι ωφέλιμος για τα εμπλεκόμενα μέρη. Εξάλλου ήδη από το 1913, ο ίδιος ο συγγραφέας επιχειρούσε να εξηγήσει στους ενθουσιώδες αναγνώστες του ότι ως «μεγάλη ψευδαίσθηση» χαρακτήριζε τα πιθανά οφέλη ενός πολέμου, όχι το ενδεχόμενο διεξαγωγής του.
Σχεδόν όμως κανείς δεν έδινε τότε προσοχή στις λεπτομέρειες, η ευημερία έμοιαζε να είχε φέρει μαζί της και μια τάση επιφανειακής προσέγγισης των πραγμάτων. Όπως θα παρατηρήσει πολλές δεκαετίες αργότερα ο Christopher Clark, ήταν η εποχή των υπνοβατών, μέχρι που τον μακάριο ύπνο τους διέκοψε ο ήχος από έναν πυροβολισμό στο Σαράγιεβο. Ο αρχιδούκας Φερδινάνδος της Αυστρίας θα πέσει νεκρός, ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος θα ξεκινήσει και θα αφήσει πίσω του εκατομμύρια νεκρούς και μια ολοσχερώς κατεστραμμένη ήπειρο.
Οι συνέπειες του πολέμου θα δικαιώσουν με έναν τρόπο τον Angell. Το κόστος του πολέμου ήταν πράγματι συγκλονιστικό αλλά παρόλα αυτά βρέθηκαν ηγέτες και ομάδες συμφερόντων που δεν το λογάριασαν, που τυφλώθηκαν από τον εγωισμό τους και καβάλησαν το κύμα του εθνικισμού.
Με κανέναν τρόπο δεν επιχειρώ να τεκμηριώσω ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται, δεν υποκύπτω στον πειρασμό μιας επιφανειακής αναλογίας της δολοφονίας στο Σαράγιεβο με τη δολοφονία του πρέσβη της Ρωσίας στην Άγκυρα. Με όλα τα παραπάνω, θέλω κυρίως να δείξω ότι υπήρξε ξανά μια κοινωνία που πίστεψε ότι το ενδεχόμενο ενός πολέμου ήταν κάτι παραπάνω από μακρινό. Δεν είμαστε οι πρώτοι που σκεφτόμαστε ότι κανείς δεν μπορεί να είναι τόσο τρελός ώστε να ξεκινήσει μια σύγκρουση μεταξύ υπερδυνάμεων που θα οδηγήσει στη γενική καταστροφή. Δεν είμαστε ιστορικά η πρώτη κοινωνία που αρνείται να αναγνωρίσει τον κίνδυνο της εξωτερικής απειλής.
Φοβάμαι απλώς ότι το πάθημα του παρελθόντος δεν έχει γίνει μάθημα για τον δυτικό κόσμο. Φοβάμαι ότι πολλοί φοβούνται να εξηγήσουν δημόσια τι ακριβώς συμβαίνει όταν τα κράτη αρχίζουν και κοιτάζουν ξανά το στενό τους συμφέρον, αδιαφορώντας για το γενικό καλό, αλλά κι όταν στα διεθνή κέντρα λήψης των αποφάσεων αρχίζουν να συχνάζουν όλο και λιγότεροι δημοκρατικοί ηγέτες.
Οι τραγωδίες δεν προαναγγέλλονται. Απλώς συμβαίνουν. Κι ακόμα κι αν η οικονομική κρίση μάς έχει ήδη καταστήσει μια χαμένη γενιά, οφείλουμε στα αγέννητα παιδιά μας να οργανώσουμε τη συλλογική μας άμυνα απέναντι στο επερχόμενο κακό. Ως Έλληνες και ως Ευρωπαίοι. Όσο προλαβαίνουμε.