Πολιτικη & Οικονομια

Το κοπάδι είναι οι άλλοι

Κινούμαστε σ’ ένα εκκρεμές που στη μία του πλευρά βρίσκεται η τερατώδης ρήση του κ. Μπαλτά «η αριστεία είναι ρετσινιά» και στη την άλλη η άποψη που θεωρεί ότι μόνο οι «επιτυχημένοι της αγοράς» δικαιούνται να ομιλούν

Γιώργος Σιακαντάρης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ζούμε σε μια χώρα η οποία κινείται σ’ ένα εκκρεμές που στη μια του πλευρά βρίσκεται η τερατώδης ρήση του κ. Μπαλτά «η αριστεία είναι ρετσινιά» και από την άλλη πλευρά η άποψη που θεωρεί ότι μόνο οι «επιτυχημένοι της αγοράς» δικαιούνται για να ομιλούν.

Πίσω από την άρνηση της αριστείας κρύβεται μια τεράστια αριστερίστικη ιδεοληψία. Κατ’ αυτήν μεταξύ των ανθρώπων δεν πρέπει να υπάρχουν καθόλου διαφορές, γιατί αυτές παράγουν ανισότητες. Το πραγματικό όνομα αυτής της ιδεοληψίας λέγεται ισοπέδωση των φυσικών και πνευματικών διαφορών. Η πολιτική συνέπεια αυτού του ισοπεδωτισμού μπορεί να ξεκινά από την κατάργηση της διάκρισης των εξουσιών και να καταλήγει στον ολοκληρωτισμό, στην κατάργηση του πολιτικά άλλου.

Το αντίθετο αυτής της άποψης είναι η απολυτοποίηση της αριστείας και της αξιοκρατίας ως απάντηση στη θεωρία της ρετσινιάς; Φαντάζει προφανές, αλλά δεν είναι. Εδώ κρύβεται μια δεύτερη ιδεοληψία, η οποία πολλές φορές ακούγεται σαν πανάκεια και από τα χείλη κεντροαριστερών. Αξιοκρατία, αξιοκρατία, αξιοκρατία, όπως παλιά κάποιοι άλλοι (ή μήπως οι ίδιοι;) υποστήριζαν το παλιό λενινιστικό «να μαθαίνουμε, να μαθαίνουμε, να μαθαίνουμε».

Ναι και αξιοκρατία και να μαθαίνουμε. Αυτονόητο, Γουότσον. Αλλά τελειώνει εδώ το θέμα; Σε τι διαφέρει αυτή η άποψη από τον κλασικό συντηρητισμό; Υπάρχει αξιοκρατία εκεί όπου δεν υπάρχει κοινωνική δικαιοσύνη για όλους; Σε τελική ανάλυση μόνο οι «άξιοι» αξίζουν;

Ο φόβος να πάνε ορισμένοι της Κεντροαριστεράς ένα βήμα παρακάτω από την αξιοκρατία, αποκαλύπτει πόση ζημιά έχει επιφέρει στο δημόσιο λόγο η ισοπεδωτική ιδεολογία του ΣΥΡΙΖΑ. Στο ιδεολογικό πλαίσιο της κυβερνητικής αμφισβήτησης της αριστείας και της αξιοκρατίας, διαμορφώνεται ένας κοινωνικός αυτοματισμός σύμφωνα με τον οποίο για όλα τα δεινά φταίνε όσοι δεν είναι «άριστοι», «μορφωμένοι», «ορθολογιστές»», «τελειόφοιτοι αγγλικών πανεπιστημίων» κλπ.

Όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως σοσιαλδημοκράτες είτε δεν κατανοούν την παγίδα είτε αρνούνται να απαντήσουν με δικά τους εργαλεία, φοβούμενοι μήπως κατηγορηθούν ως αρνητές της αξιοκρατίας. Χάνουν έτσι διπλά. Και στα μεσαία αλλά και στα κατώτερα στρώματα.

Η ιδεοληψία που απολυτοποιεί και θεματοποιεί την αξιοκρατία οδηγεί σε φαινόμενα κοινωνικού αυτοματισμού. Σύμφωνα με αυτόν τον κοινωνικό αυτοματισμό, οι υπεύθυνοι της κρίσης, εκτός των πολιτικών, είναι και όσοι δεν έχουν γνώσεις, ικανότητες και δεξιότητες, όσοι δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τους ρυθμούς της ελεύθερης αγοράς. Γι’ αυτούς είναι το δίχτυ ασφαλείας και πολύ τους είναι.

Για μια ιδεολογία που τείνει να καταλάβει ευρύ φάσμα της κοινωνίας μας το άτομο είναι υπεύθυνο για τη μοίρα του και τίποτα δεν μπορεί να το σώσει έξω από την ισχύ της αγοραστικής και καταναλωτικής του δύναμης. Στην κοινωνία των «ορθολογιστών καταναλωτών» και όχι των ορθολογικών παραγωγών (Σοσιαλδημοκρατία) δεν είναι το κράτος αυτό που εκφέρει «ετυμηγορίες αποκλεισμού» (Ζίγμουντ Μπάουμαν), αλλά η αγορά που αποκτά πολιτικές εξουσίες. Ο καθένας θέλει να μην τον τοποθετούν «στο κοπάδι», και γι’ αυτό εντάσσει τους άλλους στο «κοπάδι». Το διαδίκτυο βρίθει από τους «ορθολογικούς» που τα βάζουν με τους ανορθολογιστές. Αυτοί οι «ορθολογικοί» ξεχνούν ότι βασική αρχή του ορθολογισμού είναι ότι κανένας δεν έχει την αποκλειστική αντιπροσωπεία του ορθολογισμού. Η πάλη για τον ορθολογισμό γίνεται με τα απόλυτα εργαλεία του ανορθολογισμού.

Πρόκειται για πρωτόγνωρες καταστάσεις για την ελληνική μεταπολιτευτική κοινωνία, που προκαλούν εντάσεις και δοκιμάζουν την κοινωνική συνοχή. Υπό το βάρος αυτών των προβλημάτων και κάτω από την επίδραση ενός δημαγωγικού και διχαστικού πολιτικού λόγου, η κοινωνία μας τείνει να παρασύρεται και από τις θεωρίες του κοινωνικού αυτοματισμού, αλλά και από τις θεωρίες περί εσωτερικών και εξωτερικών εχθρών, καθώς και από συνωμοσιολογικές προσεγγίσεις, που υπονομεύουν τη νηφαλιότητά της και την ικανότητά αναζήτησης εθνικής συνεννόησης –δεν εννοώ συγκυβέρνησης-– για τη διέξοδο από την κρίση.

Φυσικά και δεν υποστηρίζω ότι η έννοια της ατομικής αξιοσύνης και της ευθύνης στερείται νοήματος, αλλά αυτή δεν μπορεί να υπάρχει ανεξάρτητα από τις έννοιες της κοινωνικής δικαιοσύνης και αλληλεγγύης. Η αξιοκρατία δεν μπορεί να οδηγεί στη θεοποίηση της θεωρίας «το κοπάδι είναι οι άλλοι».

Η απάντηση στον κοινωνικό ισοπεδωτισμό και αυτοματισμό είναι μία. Κάθε άνθρωπος πρέπει να κατέχει τη θέση που του αξίζει, αλλά και κάθε άνθρωπος αξίζει να έχει μια θέση στην κοινωνία. Κανείς «απόβλητος», κανείς δεν είναι «σκουπίδι».