Πολιτικη & Οικονομια

Να ψηφίσουν ξανά οι δικαστές

Ακριβώς όπως οι παραπλανηθέντες σύντροφοι στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ

Πάνος Λουκάκος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Δεν έχει παρέλθει πολύς χρόνος από την 11η Σεπτεμβρίου όταν ο κ. Τσίπρας δήλωνε στη Θεσσαλονίκη ότι δεν δίνει ούτε μία πιθανότητα να ακυρωθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες.

Είναι κατά τούτο αδιανόητο το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας στο ΣτΕ, την Τρίτη, κατά το οποίο με ψήφους 16 έναντι 9 οι δικαστές έκριναν ως τυπικά παραδεκτές τις προσφυγές καναλιών και αποφάσισαν να εισέλθουν στην ουσία της συζήτησης για την αντισυνταγματικότητα του νόμου Παπά, ψηφίζοντας στη πραγματικότητα εναντίον της δηλώσεως του πρωθυπουργού.

Και ας μου επιτραπεί να υπενθυμίσω στο σημείο αυτό κάτι που συνέβη μόλις το περασμένο Σάββατο στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ: Ο κ. Τσίπρας είχε ζητήσει να μην προσμετρώνται οι βουλευτές στη ποσόστωση του 25% των μελών της νέας κεντρικής επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ. Οι σύνεδροι όμως ψήφισαν να προσμετρώνται. Τότε έλαβε εκ νέου τον λόγο ο πρωθυπουργός και με αυστηρό ύφος επέπληξε τους συνέδρους λέγοντας ότι «αν καταλαβαίνετε τι ψηφίζετε καλώς αλλά, αν δεν καταλαβαίνετε, τότε υπάρχει θέμα γιατί ψηφίσατε ενάντια στην εισήγησή μου». Να ξέρουμε τι ψηφίζουμε και να ξαναψηφίσουμε κατέληξε. Όπερ και εγένετο, οι σύνεδροι ξαναψήφισαν, κατάλαβαν επιτέλους τι ψηφίζουν, ανέτρεψαν την προηγούμενη απόφασή τους και ενέκριναν τη πρόταση του αρχηγού τους.

Γιατί, λοιπόν, να μη γίνει το ίδιο και στο Συμβούλιο της Επικρατείας; Γιατί να μην κληθούν οι δικαστές να ξαναψηφίσουν, αφού είναι πιθανό να μη κατάλαβαν και αυτοί τι ψηφίζουν, ακριβώς όπως την έπαθαν οι σύνεδροι του ΣΥΡΙΖΑ; Ας δοθεί και σε αυτούς μία τελευταία ευκαιρία να επανορθώσουν, όπως έπραξαν οι κυβερνητικοί σύντροφοι.

Έχω όμως και άλλες προτάσεις: Πληροφορούμαι ότι η σύζυγος ενός εκ των δικαστών απατά τον άντρα της και μπορεί ως εκ τούτου να προκύπτει ζήτημα εκβιασμού του εν λόγω συμβούλου της επικρατείας. Επιπροσθέτως πληροφορούμαι ότι ο σύζυγος μιας κυρίας συμβούλου διατηρεί εξωσυζυγική σχέση με την οικιακή βοηθό τους, με αποτέλεσμα και αυτή η δικαστής που μετέχει στη σύνθεση του δικαστηρίου, που κρίνει τη συνταγματικότητα του νόμου Παπά, να είναι ευεπίφορη σε εκβιασμούς. Νομίζω ότι και στη περίπτωση αυτή ο υπερδραστήριος υπουργός Δικαιοσύνης πρέπει να διατάξει έρευνα εναντίον των δύο ως άνω δικαστών και κατόπιν να τους απομακρύνει από τη σύνθεση του δικαστηρίου που ασχολείται με τις άδειες των καναλιών. Ταυτόχρονα παρακαλώ, κ. Φώτη Γεωργελέ, να μεταβιβάσετε τα στοιχεία αυτά στον δημοσιογράφο κ. Τριανταφυλόπουλο, τον βουλευτή κ. Νικολόπουλο και την εφημερίδα Αυγή, μαζί με τα ονοματεπώνυμα των υπόπτων που σκοπεύω άμεσα να σας προσκομίσω.

Υπάρχουν, ωστόσο, και άλλα ζητήματα που θέλω να θέσω: Νομίζω ότι δεν θα έβλαπτε μία εισβολή και έρευνα στα γραφεία εξαδέλφης του κ. Στουρνάρα, για την οποία υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι παρανομεί ασυστόλως. Αν επαληθευτεί το περιεχόμενο των υποψιών αυτών, νομίζω ότι δεν μπορεί να συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά του ο κεντρικός τραπεζίτης.

Και κάτι τελευταίο: Πολλά από τα προβλήματα που ταλανίζουν σήμερα τον τόπο μπορεί να λυθούν άμεσα αν θεσπισθεί ότι οι ανώτατοι δικαστές αποχωρούν από την υπηρεσία με την συμπλήρωση του 85ου έτους της ηλικίας τους και όχι του 67ου, που πολύ κακώς ισχύει σήμερα. Παρακαλώ, κ. Γεωργελέ, να θέσετε και αυτή τη σκέψη μου υπ’ όψιν του κ. Πρωθυπουργού. Αν υλοποιηθεί η πρότασή μου, ανοίγει ο δρόμος ώστε οι άπαξ ψηφισμένοι πρωθυπουργοί να παραμένουν και αυτοί στη θέση τους έως τη συμπλήρωση του ιδίου ορίου ηλικίας χωρίς περιττές ενδιάμεσες εκλογικές διαδικασίες, όπως άλλωστε συνέβαινε με επιτυχία στο παρελθόν σε άλλες ευημερούσες χώρες, επί παραδείγματι στη Σοβιετική Ένωση, τη Βουλγαρία, την Αλβανία κ.λπ.