- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Τούρκοι εξόριστοι στην Ελλάδα
Συζητώντας με τους μορφωμένους «νεο-πρόσφυγες» από την Τουρκία σε μία ταβέρνα στα Πετράλωνα
Δανείστηκα από την τουρκική συλλογική μνήμη αυτή τη φράση με την οποία οι οθωμανοί πρόσφυγες από τα βαλκανικά εδάφη της πρώην αυτοκρατορίας (κυρίως τα ελλαδικά) προσφωνούσαν τους εαυτούς τους. Κάτι σαν συλλογική ταυτότητα δηλαδή, ανάλογη του «Τεμέτερον» που χρησιμοποιούν οι Πόντιοι ως σύνθημα για τη μεταξύ τους αναγνώριση. Στα τουρκικά σημαίνει «Από την άλλη όχθη πέρα από το νερό», δηλαδή το Αιγαίο. Αυτή η φράση αφορά τους ανταλλάξιμους της «Συνθήκης της Λωζάνης», μια που η αναφορά σε αυτήν επανέκαμψε στην επικαιρότητα εσχάτως.
Μόνο που χρήση της φράσης το 2016 προσδιορίζει κάτι εντελώς διαφορετικό και συμμετρικά αντίθετο. Αφορά τους «νεο-πρόσφυγες» από την Τουρκία, τους αυτοεξόριστους που εγκαταλείπουν τη χώρα τους και μαζικά επιχειρούν να εγκατασταθούν στην Ελλάδα κατά κύριο λόγο, στην υπόλοιπη Ευρώπη δευτερευόντως. Πρόκειται για μία μαζική απόδραση από την κόλαση του Ερντογάν εκείνων που αντιδρούν στο μοντέλο που εδώ και χρόνια, αλλά ιδιαίτερα από την 15η Ιουλίου και μετά, απροκάλυπτα υιοθέτησε ο απόλυτος άρχων της Τουρκίας.
Η «Μεγάλη Φυγή» άρχισε από τις πρώτες ημέρες του αντιπραξικοπήματος, από τους «τυχερούς» που είτε βρέθηκαν στο εξωτερικό οπότε δεν επέστρεψαν είτε διέθεταν διαβατήριο και χρήματα και απόδρασαν από την πρώτη στιγμή. Οι «άλλοι», οι άτυχοι, ανέμεναν και αναμένουν την ευκαιρία. Πολλοί από αυτούς βρίσκονται στα μπουντρούμια του καθεστώτος. Άλλοι περιμένουν κάθε ημέρα που περνά την «επίσκεψη» της λεγόμενης «Περιπόλου», της ομάδας των καθεστωτικών μπάτσων οι οποίοι κάθε πρωί λαμβάνουν τη λίστα της ημέρας με τα ονόματα των πολιτών που πρέπει να συλληφθούν.
Οι «νεο-πρόσφυγες» ανήκουν κατά κανόνα στην ηλικιακή ομάδα των εξηντάρηδων και βάλε, ανθρώπων δηλαδή που διατηρούν νωπή τη μνήμη από τα κελιά της Χούντας του Εβρέν. Ήταν τότε νεαροί ή νεαρές, φοιτητές, ανήκαν κυρίως στις μαοϊκές παραφυάδες της τουρκικής Αριστεράς. Πολλοί από αυτούς πλήρωσαν το τίμημα για μεγάλα χρονικά διαστήματα ως «μόνιμοι κάτοικοι» των φυλακών των τούρκων στρατηγών. Αργότερα με χίλιους τρόπους συνέχισαν τις σπουδές τους, έφυγαν στο εξωτερικό και δικτυώθηκαν, και όταν τα πράγματα άλλαξαν και κυρίως κατά την περίοδο Οζάλ, ανέβηκαν τα σκαλοπάτια της τουρκικής κοινωνίας. Έγιναν καθηγητές πανεπιστημίων, δημοσιογράφοι, επάνδρωσαν ινστιτούτα και θεσμούς, σκαρφάλωσαν στις ιεραρχίες, έκαναν οικογένεια και παιδιά, ζούσαν σαν άνθρωποι πια ή έτσι νόμιζαν. Η συντριπτική πλειοψηφία τους στήριξε την άνοδο του Ερντογάν. Στο πρόσωπό του εναπόθεσαν τις ελπίδες τους για μία ουσιαστική μεταρρύθμιση της Τουρκίας με ευρωπαϊκό πρόσημο και χαρακτήρα σύγχρονης ευρωπαϊκής Δημοκρατίας. Τον ψήφισαν με φανατισμό, θα έλεγε κανείς. Πίστεψαν στον «οδικό Χάρτη» που ο Ερντογάν συνυπέγραψε με τους Ευρωπαίους. Χειροκρότησαν τις μεταρρυθμίσεις που επέβαλε οι οποίες τότε είχαν σχεδόν όλες δημοκρατικό πρόσημο.
Έκλεισαν τα μάτια, συνήθισαν να τα κλείνουν, σε κάποιες ισλαμιστικού τύπου εκτροπές, σκεπτόμενοι «μικρό το κακό». Στην αρχή γέλασαν με την υπόθεση «μαντήλα» διότι είχαν σοβαρότερα πράγματα να ασχοληθούν, τις υποθέσεις «Ergenekon» και «Βαριοπούλα» με τις οποίες αποδομήθηκε το κεμαλικό κατεστημένο και ξεδοντιάστηκε σε ένα μεγάλο ποσοστό η ισχύς των στρατηγών του Γενικού Επιτελείου. Έτσι πίστευαν, ή έτσι ήθελαν να πιστεύουν.
Το κακό όμως ήρθε απότομα, σαρωτικά. Άρχισε με την καταστολή στο Γκεζί, συνέχισε με την ισλαμιστική εκτροπή σε όλο της το μεγαλείο, συγκροτήθηκε με την εκφορά του λαϊκιστικού αντιευρωπαϊκού λόγου, αποκαλύφθηκε μέσα από τις συνωμοσίες του «Σαραγιού» με την έκρηξη διαφθοράς που αφορούσε το άμεσο περιβάλλον του Σουλτάνου. Το γιο του, το γαμπρό του, τους φίλους του και συνεργάτες του. Και τότε αναρτήθηκαν στα σοκάκια και τις πλατείες τα συνθήματα κατά του «Μεγάλου Εχθρού», του Φετουλάχ Γκιουλέν, του συμμάχου και στηρίγματός του. Ο Σουλτάνος ανακάλυψε και ονομάτισε τον αντίπαλό του.
Οι Ένγκιν της «Μεγάλης Φυγής»
Ήταν βραδάκι της Πέμπτης, όταν σε μία ταβέρνα στα Πετράλωνα συνάντησα τον Ένγκιν. Αποφάσισα πως όλους του φίλους και τις φίλες, συναδέλφους και κολλητούς, οι οποίοι μεσήλικες και βάλε πια αποφάσισαν να πάρουν τους δρόμους της αυτοεξορίας, να τους αποκαλώ «Ένγκιν», άνδρες ή γυναίκες, γιατί και οι τοίχοι έχουν αυτιά. Ο φίλος, καθηγητής πανεπιστημίου με διαβατήριο ευρωπαϊκής χώρας, μεσοαστός που κατάφερε στη ζωή του να στήσει ένα ευχάριστο περιβάλλον διαβίωσης. Όχι ιδιαίτερα πλούσιος, ευρωπαίος ως προς την αντίληψη των πραγμάτων, μαθητής του Μοντεσκιέ, παιδί του Φουκό, αναγνώστης του Καστοριάδη, ενημερωμένος γεωπολιτικά. Ψάχνει να αγοράσει ένα διαμέρισμα στην Αθήνα, 80 τετραγωνικά περίπου, ώστε να μπορεί να μένει αλλά και να φιλοξενεί την οικογένειά του και τους φίλους του. Εξηγεί πως οι άνθρωποι της γενιάς του, εξηνταπεντάρηδες πια αλλά και μεγαλύτεροι, δεν είναι διατεθειμένοι να καταβάλουν για δεύτερη φορά στη ζωή τους το τίμημα της αντίστασης στο τουρκικό «Βαθύ Κράτος». «Μία φορά ήταν ήδη αρκετή. Οι περισσότεροι από εμάς ήμασταν νεαρά παιδιά. Είχαμε το χρόνο, διαθέταμε τον ενθουσιασμό. Δεν γίνεται να επαναληφθεί αυτή η ιστορία». Ο Ένγκιν είναι σαφής. Δεν υπάρχουν πια νέοι σε ηλικία που αντιδρούν στο φασισμό του Ερντογάν. Προφανώς διότι ο ιδιότυπος «εθνικο-λαϊκισμός» του σε συνάρτηση με τον εύπεπτο ισλαμισμό ικανοποιεί, ή τουλάχιστον δεν εξεγείρει, τους νέους ανθρώπους οι οποίοι άλλωστε δεν διαθέτουν ιστορικές μνήμες και πολιτικά γονίδια δημοκρατίας και θεσμικού ευρωπαϊκού κράτους. Μένουν λοιπόν οι μεσήλικες για να σηκώσουν το βάρος, χωρίς οργανωμένη και κυρίως ικανή αντιπολίτευση, χωρίς μηχανισμούς θεσμικής αυτοάμυνας. Χωρίς συνδικάτα ή προοδευτικές δομές. Τα πάντα σαρώθηκαν από το αντιπραξικόπημα, πανεπιστήμια και σχολεία έκλεισαν, σύλλογοι και λέσχες κλειδώθηκαν, η αστυνομία κατάσχεσε διαβατήρια, άρχισαν οι δημεύσεις περιουσιών, τώρα το κράτος απειλεί με αφαίρεση ιθαγένειας.
Δήλωση μετάνοιας ή μέθοδος επιβίωσης;
Η συνάδελφος δημοσιογράφος, γνωστή από την αρθρογραφία της κατά του Ερντογάν, συνελήφθη από τις πρώτες ώρες του αντιπραξικοπήματος. Είναι 75 ετών. Πριν από δύο εβδομάδες συνέταξε ένα κείμενο που εκλαμβάνεται ως «δήλωση μετανοίας». Είναι προφανές ότι ήταν ο μόνος τρόπος ώστε να επιτύχει την αποφυλάκισή της. Πόσο μπορεί να αντέξει ένας άνθρωπος 75 ετών στα μπουντρούμια του Ερντογάν... ούτε μία ημέρα προφανώς. «Την καταλαβαίνω απόλυτα. Στη θέση της θα έκανα το ίδιο» ψιθυρίζει ο Ένγκιν με εκείνο το γνωστό χαμόγελο που καταμαρτυρεί θλίψη και αυτοσαρκασμό. «Τι νομίζεις; Η γυναίκα είναι πια γιαγιά, έχει εγγόνια, πόση αντίσταση μπορεί να σηκώσει κλεισμένη στο κελί; Για πες μου εσύ;»
Τελικά η συνάδελφος δημοσιογράφος δεν αποφυλακίστηκε. Προφανώς οι «μάγκες» έκριναν πως η «δήλωση μετάνοιας» δεν ήταν πειστική. Γυρίζουμε πίσω δεκαετίες ολόκληρες και ξαναζούμε το δράμα των ανθρώπων στο Μακρονήσι. Πόσο πειστική μπορεί να είναι μία δήλωση μετάνοιας ώστε να γλιτώσεις από την κόλαση; Τελικά καμία δήλωση δεν είναι πειστική για τους φασίστες. Πρέπει να αφιερώσεις σε αυτούς τον ίδιο τον εαυτό σου, να σκοτώσεις την ψυχή σου, του απάντησα. Περίεργο, την ώρα που του απαντούσα κλωθογύριζαν στο μυαλό μου εικόνες από την ταινία «Ο γιος του Σαούλ», η επιτομή του απόλυτου κακού.
Καβάλα, Θεσσαλονίκη, Αθήνα
Κάθε ημέρα που περνά, φίλοι από την Άγκυρα, την Πόλη ή τη Σμύρνη τηλεφωνούν. «Ψάχνω για σπίτι. Πρέπει να στείλω τα παιδιά, να τελειώσουν το σχολείο (ΙΒ). Πρέπει να φύγω. Πρέπει να γλιτώσω. Δεν υπάρχει πια τίποτε για μας εδώ». Αυτοί που διαθέτουν περισσότερα χρήματα πηγαίνουν στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα. Οι πιο πλούσιοι επιχειρούν να επενδύσουν σε ακίνητο 250.000 ευρώ ώστε να αποκτήσουν το περίφημο χαρτί για την κάρτα παραμονής. Εκείνοι που διαθέτουν λιγότερα βολεύονται με την Καβάλα. Είναι και ένα τσιγάρο δρόμος από τα σύνορα, βλέπεις. Ορισμένοι «χτύπησαν» ήδη κάτι ημιυπόγεια ή γκαρσονιέρες στην Κυψέλη και το Παγκράτι με 30.000 ευρώ, για να έχουν ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους. Κάποιοι επιχειρούν να εγκατασταθούν στην Κύπρο. Είχαν φροντίσει να προμηθευτούν στα κατεχόμενα κυπριακά διαβατήρια. Φαίνεται πιο δύσκολο πάντως.
Ο άλλος ο Ένγκιν πήρε των ομματιών του και πάει Βερολίνο. Είναι πια 75 ετών. Κάποιοι κατέφυγαν σε φίλους στο Παρίσι. Προτιμούν την Ελλάδα ωστόσο. Είναι και το ψυχολογικό. «Είσαι δίπλα, δυο βήματα από την Τουρκία» ψελλίζει ο δικός μου ο Ένγκιν.
Κάποτε, πριν από πολλά χρόνια, 1,5 εκατομμύρια Ρωμιοί και 750.000 μουσουλμάνοι Οθωμανοί, διασταυρώθηκαν κάπου στο Αιγαίο, ξεριζωμένοι οι μεν και οι δε, ανταλλάξιμους τους είπαν, στην πρώτη επίσημα και με διεθνή σφραγίδα Εθνοκάθαρση του 20ού αιώνα. Οι μουσουλμάνοι αργότερα αναγνωρίζονταν μεταξύ τους με τη φράση «Πέρα από το νερό». Το καλοκαίρι του 2016 άρχισε μία αντίστροφη πορεία όπου οι δημοκρατικοί και προοδευτικοί Τούρκοι, οι διανοούμενοι, οι δημοσιογράφοι, οι επιστήμονες που δεν επιθυμούν να υποκύψουν, ψάχνουν σωτηρία «Πέρα από το νερό» στην απέναντι όχθη. Καλώς να ορίσουν. Οι αντίστοιχοι μεσήλικες διαθέτουν ακόμη νωπές μνήμες επίσης.