Πολιτικη & Οικονομια

Η ιστορία του Κοσκωτά επαναλαμβάνεται

Οι έξυπνοι άνθρωποι διδάσκονται από τα λάθη των άλλων

Πάνος Λουκάκος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

 «Μερικές φορές αναρωτιέμαι αν τον κόσμο κυβερνούν κάποιοι έξυπνοι που μας δουλεύουν ή κάποιοι ηλίθιοι που μιλάνε σοβαρά. 

                                                                      - Mark Twain

Τη δεκαετία του 1980 κυβερνούσε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ύστερα από δύο εκλογικές νίκες, άρχισε, μετά το 1985, να αμφισβητείται όχι μόνον από τους αντιπάλους του αλλά και από την κοινωνία και το ίδιο του το κόμμα. Καθώς έχανε σταθερά έδαφος, αρνήθηκε να αποδεχθεί την πραγματικότητα, να δει τα λάθη του ίδιου και της κυβέρνησής του. Αρνήθηκε να αποδεχθεί ότι η κριτική που του ασκούσαν φίλοι και εχθροί πολιτικοί, φιλικά και αντίπαλα μέσα ενημέρωσης, ανταποκρινόταν στην καθημερινότητα και τις γενικότερες συνθήκες της εποχής. Επέλεξε να πιστέψει ότι είναι θύμα μιας ευρύτερης συνωμοσίας ολιγαρχών, τραπεζιτών και εκδοτών. Και τότε άρχισε ο δρόμος χωρίς επιστροφή:  Άρχισε δηλαδή η συστηματική προσπάθεια να διαβρώσει τον υπάρχοντα εκδοτικό, τραπεζικό και  ευρύτερο επιχειρηματικό χώρο και να τον υποκαταστήσει με δικούς του απόλυτα ελεγχόμενους ανθρώπους.

Έτσι ξεκίνησε φέρνοντας στην Αθήνα από τον Βόλο τον Θανάση Πόπωτα, επιτυχημένο εκεί εκδότη τοπικής εφημερίδας. Του εξασφάλισε τραπεζικά θαλασσοδάνεια από την τότε υπό κρατικό έλεγχο Εθνική Τράπεζα και έτσι εκδόθηκαν δύο στενά κομματικές εφημερίδες, οι οποίες υποστήριζαν με ακραίο τρόπο την κυβέρνηση. Φυσικά οι εφημερίδες πάτωσαν κυκλοφοριακά, έκλεισαν, και ο ατυχής Πόπωτας, που ανενδοίαστα χρησιμοποιήθηκε, εγκαταλείφθηκε στην τύχη του, δικάστηκε, καταδικάστηκε και οδηγήθηκε στη φυλακή μαζί με τους επίσης ατυχείς τραπεζικούς υπαλλήλους που υπέγραφαν τα θαλασσοδάνεια, βεβαίως κατόπιν σχετικών εντολών. Αλλά κανείς από αυτούς που έδιναν τις εντολές δεν έπαθε το παραμικρό.

Έτσι απέτυχε η πρώτη απόπειρα του Α. Παπανδρέου να σπάσει το εκδοτικό κατεστημένο της εποχής. Ούτε ο ίδιος όμως ούτε οι παρατρεχάμενοί του συνετίστηκαν από τη βροντώδη αποτυχία τους. Και επανήλθαν με ένα πολύ πιο φιλόδοξο σχέδιο: Τον έλεγχο αυτή τη φορά όχι μόνο του εκδοτικού αλλά ταυτόχρονα και του τραπεζικού και του επιχειρηματικού χώρου. Το όνομα του σχεδίου ήταν Γιώργος Κοσκωτάς. Και το μέσο που χρησιμοποιήθηκε για την εφαρμογή του ήταν η Τράπεζα Κρήτης.

Οι ελεγκτικές αρχές έλαβαν σαφείς εντολές από την κυβέρνηση να μην ασχοληθούν με τον αμφιλεγόμενο νεόκοπο τραπεζίτη της Τράπεζας Κρήτης και τις ακόμη πιο αμφιλεγόμενες τραπεζικές πρακτικές του. Έναντι της παρασχεθείσης ασυλίας, αυτός αγόρασε τις δύο παραδοσιακές εκδοτικές ναυαρχίδες της Δεξιάς, την «Καθημερινή» και τη «Βραδυνή», και εν μια νυκτί τις κατέστησε φιλοκυβερνητικές. Εξέδωσε μία επίσης νέα φιλοκυβερνητική εφημερίδα, τις «24 Ωρες», και αγόρασε για να κλείσει αμέσως κατόπιν ορισμένα μικρής κυκλοφορίας  έντυπα, που όμως ενοχλούσαν προσωπικά τον Α. Παπανδρέου, καθώς ασχολούνταν με την ιδιωτική του ζωή.

Έναντι της ασυλίας και της κάλυψης που του παρεχόταν, απαιτήθηκε από τον Κοσκωτά να χρηματοδοτήσει με τα γνωστά θαλασσοδάνεια ουρανοκατέβατους «νέους επιχειρηματίες» –στελέχη και φίλους του ΠΑΣΟΚ–, τα αποκληθέντα τότε «νέα τζάκια», που υποτίθεται ότι θα έπαιρναν τα ηνία της οικονομίας από τα χέρια των ολιγαρχών και θα τσάκιζαν τη διαπλοκή του τραπεζικού συστήματος, μεγαλοεπιχειρηματιών και εκδοτών.

Απέτυχε και αυτό το εγχείρημα και τα αποτελέσματα είναι γνωστά: Ο πρωθυπουργός παραπέμθηκε στο Ειδικό Δικαστήριο και απηλλάγη οριακά, ο αντ’ αυτού υπουργός του Μένιος Κουτσόγιωργας κατέρρευσε μέσα στο δικαστήριο και πέθανε λίγες μέρες αργότερα, υπουργοί της κυβέρνησης που είχαν διευκολύνει τον Κοσκωτά καταδικάστηκαν και στελέχη των ΔΕΚΟ που είχαν βοηθήσει στην υλοποίηση του σχεδίου, δίνοντας τις καταθέσεις των οργανισμών τους  στην Τράπεζα Κρήτης, οδηγήθηκαν στις φυλακές.  Στη φυλακή έμεινε πολλά χρόνια και ο ίδιος ο Γ. Κοσκωτάς, καθώς και ορισμένοι από τους στενούς συνεργάτες του. Άδοξα λοιπόν είχε καταλήξει και η δεύτερη πιο φιλόδοξη προσπάθεια να ελεγχθεί ταυτόχρονα το εκδοτικό και τραπεζικό σύστημα, καθώς και το επιχειρηματικό τοπίο.

Δεν επαναλαμβάνεται η ιστορία. Αλλά η γνώση της βοηθά στην καλύτερη εκτίμηση του παρόντος και την ορθότερη πρόβλεψη του μέλλοντος. Γι’ αυτό και δεν θα έβλαπτε να εγκύψουν ο κ. Τσίπρας και οι στενοί συνεργάτες του στα γεγονότα της εποχής Παπανδρέου, ώστε να αντλήσουν πολύτιμα διδάγματα σε σχέση με τις σημερινές αμφιλεγόμενες πρακτικές τους που θυμίζουν πολύ έντονα πτυχές ενός αποτυχημένου και καταδικασμένου παρελθόντος. Έτσι ίσως αντιληφθούν και ότι για τη σημερινή αλλοπρόσαλλη εικόνα της κυβέρνησής τους δεν φταίει ο Στουρνάρας, τα μέσα ενημέρωσης, οι δημοσιογράφοι, οι ολιγάρχες και όλοι οι κατά καιρούς επιλεγόμενοι στόχοι, αλλά αυτοί οι ίδιοι. Φταίνε αυτοί οι ίδιοι, που αφελώς νομίζουν ότι βροντώδη λάθη και κραυγαλέες ανικανότητες μπορούν να καλυφθούν με παιδαριώδεις κινήσεις τακτικής και εντυπωσιασμού, στη λογική φοιτητικών αμφιθεάτρων και  μαθητικών συνελεύσεων.

Οι έξυπνοι άνθρωποι διδάσκονται από τα λάθη των άλλων. Οι βλάκες δεν διδάσκονται ούτε από τα ίδια τα δικά τους λάθη.

Εκκολάπτεται την ώρα αυτή ένα νέο σκάνδαλο Κοσκωτά. Γίνεται απόπειρα να εκκολαφθεί μία νέα τράπεζα Κρήτης. Ας προσέξουν. Και ας προσέξουμε. Η επιστροφή σε μεθόδους του παρελθόντος θα αποδειχθεί  καταστροφική για τους εμπνευστές της και κυρίως για τον τόπο.