Πολιτικη & Οικονομια

Το Ωραιόκαστρο και η νομική πραγματικότητα για τα προσφυγόπουλα

Πώς άραγε δημιουργήθηκε στους γονείς η εντύπωση ότι μπορούν να αποφασίσουν για το ποιο παιδί θα έχει πρόσβαση στο χώρο του σχολείου; 

324630-669514.jpeg
Νάντια Μπαντέκα
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
324627-669512.jpg

Αίσθηση έχει προκαλέσει η πρόσφατη απόφαση του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων του 5ου Δημοτικού Σχολείου Ωραιοκάστρου, οι οποίοι ομόφωνα αποφάσισαν να αποκλείσουν τα προσφυγόπουλα από το «χώρο του σχολείου», απειλώντας μάλιστα ότι σε διαφορετική περίπτωση θα προχωρήσουν σε κατάληψη του χώρου.

Πώς άραγε δημιουργήθηκε στους γονείς η εντύπωση ότι το το ποιο παιδί θα έχει πρόσβαση στο χώρο του σχολείου και στην εκπαίδευση μπορεί να αποφασιστεί με όρους τύπου «ελάτε όλοι μαζί να πούμε τη γνώμη μας»; Ποιοι και γιατί αγνοούν ότι υπάρχει σαφές νομικό πλαίσιο περί των συνθηκών υγιεινής και της αντιμετώπισης μεταδιδόμενων ασθενειών, το οποίο καλύπτει απόλυτα τις όποιες «ανησυχίες»; Άραγε όταν τα παιδιά των οικογενειών αυτών νοσούν από ανεμοβλογιά, οι υπόλοιποι γονείς προχωρούν σε κατάληψη για να τους απαγορεύσουν την είσοδο στο χώρο; Μήπως πέρα από τις κραυγές και τις υστερίες, θα ήταν καλύτερα να επικεντρωθούμε στη σαφή νομική πραγματικότητα;

Τι ισχύει λοιπόν για τα παιδιά πρόσφυγες; Κατ’ αρχήν, πρόσφυγας ίσον φορέας δικαιώματος, που σημαίνει ότι η εκάστοτε χώρα υποδοχής έχει συγκεκριμένες νομικές υποχρεώσεις απέναντί του. Σε περίπτωση αμφισβήτησης, θυμίζω ότι η Τουρκία έχει διατυπώσει γεωγραφική επιφύλαξη ως προς τη Σύμβαση της Γενεύης για τους πρόσφυγες κι ως εκ τούτου δεν λογίζεται ως χώρα υποδοχής. Η Τουρκία δεν απονέμει καθεστώς πρόσφυγα σε κανέναν πρόσφυγα πλην αυτών που προέρχονται από την Ευρώπη (ω ναι!).  Συνεπώς, για τους Σύριους που διέρχονται από την Τουρκία και ζητούν άσυλο στην Ελλάδα θεωρείται ότι έρχονται απευθείας από χώρα που απειλείται η ζωή τους, άρα είναι πρόσφυγες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το καθεστώς αίτησης ασύλου στην Ελλάδα και υποχρεώσεων της χώρας μας απέναντί τους.

Για την εκπαίδευση των παιδιών προσφύγων υπάρχει επίσης σαφής νομοθεσία τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Σύμφωνα με το άρθρο 22 της Σύμβασης της Γενεύης για τους πρόσφυγες, η οποία έχει κυρωθεί με νόμο και άρα αποτελεί μέρος του Ελληνικού δικαίου (ν.δ. 3989/1959), τα κράτη οφείλουν την ίδια μεταχείριση στους πρόσφυγες με εκείνη των ημεδαπών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Το άρθρο 28 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού (επίσης κυρωμένη με ν. 2101/1992) επιβάλλει τουλάχιστον τη διασφάλιση, και μάλιστα δωρεάν, της βασικής υποχρεωτικής εκπαίδευσης για κάθε παιδί, δηλαδή για κάθε πρόσωπο που βρίσκεται στη νόμιμη σχολική ηλικία. Το άρθρο 14 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναγνωρίζει το δικαίωμα κάθε προσώπου στην εκπαίδευση, το οποίο μάλιστα «περιλαμβάνει την ευχέρεια δωρεάν παρακολούθησης της υποχρεωτικής εκπαίδευσης». Κάθε παιδί επομένως που τυχαίνει να βρίσκεται στην Ελλάδα, ακόμη κι αν είναι τέκνο αλλοδαπών χωρίς νόμιμη διαμονή, πόσο μάλλον προσφύγων (φορείς δικαιωμάτων), έχει δικαίωμα πρόσβασης στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Από αυτό απορρέει η αξίωσή του να εγγραφεί σε ένα σχολείο πολλώ δε μάλλον να βρεθεί στο «χώρο του σχολείου».

Κάθε αντίθετη διοικητική πρακτική συνιστά σαφή παραβίαση των κανόνων του διεθνούς δικαίου, όπως αυτοί έχουν ενσωματωθεί στο Ελληνικό δίκαιο σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματος. Τα ελληνικά σχολεία αντιμετώπισαν αρκετά τέτοια ζητήματα και τα έλυσαν εν μέρει, κυρίως χάρη σε παρεμβάσεις του του Συνηγόρου του Πολίτη, μεταξύ άλλων, στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και στις αρχές του 2000. Εξάλλου, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει πολλάκις καταδικάσει προσπάθειες δημιουργίας ειδικών σχολείων ή σχολικών τάξεων για αλλοδαπούς. Μεταξύ αυτών και σε υπόθεση κατά της Ελλάδας για τοποθέτηση παιδιών Ρομά σε σχολεία και σχολικές τάξεις που καθιστούσε παράνομη διάκριση βάση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Sampanis and others v Greece).

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι στη χώρα υπάρχει πλέον νομοθεσία για την ποινικοποίηση συμπεριφορών που μπορούν να οδηγήσουν σε διακρίσεις, μίσος ή βία, με βάση, μεταξύ άλλων, τη φυλή, το χρώμα, την εθνική καταγωγή (ν. 4285/2014). Υπάρχει επίσης και η ποινικοποίηση της διάκρισης βάση της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής (ν. 3304/2003). Τυχόν τέτοιες αξιόποινες πράξεις διώκονται πλέον αυτεπάγγελτα, ενώ όποιος θίγεται κατά την κατάθεση της μηνυτήριας αναφοράς ή ως πολιτικός ενάγων δεν οφείλει να καταβάλει τα παράβολα της μήνυσης ή παράτασης πολιτικής αγωγής (100 και 50 ευρώ αντίστοιχα). Κατά συνέπεια, εισαγγελικός λειτουργός μπορεί και οφείλει να παρέμβει και να εξετάσει την πιθανότητα άσκησης αυτεπάγγελτης δίωξης όπου χρειάζεται σύμφωνα με το νόμο.

Κάτι που συχνά αμελούμε είναι ότι η εφαρμογή της νομοθεσίας σε όλα τα παραπάνω ζητήματα δεν τίθεται στη διακριτική ευχέρεια των πολιτών ή της εκάστοτε κυβέρνησης, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό που πρέπει κάποια στιγμή να ενσωματωθεί στην κοινωνική μας παιδεία στην Ελλάδα. Είναι κρίμα η ανθρωπιά και η αλληλεγγύη να χρειάζονται τη ράβδο του νόμου σε μια κοινωνία, αλλά είναι ακριβώς αυτές οι στιγμές στις οποίες απαιτείται ο νόμος για να τραβήξει την κοινωνία μπροστά. Ο νόμος δεν είναι κτήμα των λίγων άλλα των αδύναμων.

Κατά τα λοιπά, αναρωτιέμαι, στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πιο σοβαρά προβλήματα για ένα γονιό από το να στρέφεται ενάντια σε ανθρώπους, που το μόνο που ίσως τους έχει απομείνει είναι η ελπίδα μιας ζωής χωρίς καθημερινό θάνατο για εκείνους και για τα παιδιά τους;

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.