- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το μεγάλο, επαναλαμβανόμενο λάθος του ΔΝΤ και των ευρωπαϊκών Θεσμών
Το παραγωγικό μας αδιέξοδο μπορεί να εκριζωθεί μόνο αν κοπεί και η πολιτική του ρίζα
Επί μακρόν γίνεται συζήτηση για τα λάθη του προγράμματος στην Ελλάδα και τις ευθύνες των διεθνών σχηματισμών σε σχέση με αυτά. Δυστυχώς (και) αυτή η συζήτηση γίνεται σε εντελώς λάθος βάση. Βασίζεται σε λανθασμένες παραδοχές και προφανώς καταλήγει στην εξαγωγή εντελώς ατυχών συμπερασμάτων. Ας τα πιάσουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας μας (συνεχίζουν να) έχουν οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις, αυτές που επιλέγουν οι Έλληνες πολίτες που προσέρχονται στις κάλπες. Οι κυβερνήσεις μας συνεπώς είναι οι πρώτες και οι τελευταίες υπεύθυνες για την επίλυση των προβλημάτων εντός της χώρας μας και κανείς από τους εξωτερικούς συμβούλους / χρηματοδότες, που παρέχουν τεχνική βοήθεια και χρηματοδοτική στήριξη, δεν μπορούν να θεωρούνται συγκρίσιμοι ως προς τις ευθύνες τους με τους ντόπιους κυβερνώντες.
Χωρίς να θέλω να απαξιώσω τις τεχνικές γνώσεις των συμβούλων και την αξία των γενικών αρχών και κατευθύνσεων που καλούνται να παράσχουν, δεν γνωρίζω να υπάρχει χώρα στον κόσμο που να ανέπτυξε βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης μέσω «συνταγής» που της δόθηκε από έξω. Ο λόγος είναι απλός: η βιώσιμη ανάπτυξη βασίζεται στη δημιουργική πείνα του ανθρώπινου δυναμικό της χώρας για βελτίωση του βιοτικού του επιπέδου.
Θα μου πείτε όση δημιουργική πείνα και να υπάρχει τι γίνεται αν δεν υπάρχει τόπος (πλαίσιο); Τι γίνεται αν το περιβάλλον την καταστέλλει αντί να την ενισχύει ή την διοχετεύει σε μη παραγωγικές εργασίες; Τι γίνεται όταν η ενέργεια του ανθρώπινου δυναμικού μιας χώρας αναλώνεται σε ... αλλότρια (μικρότερες ή μεγαλύτερες απάτες, αργομισθίες, προσοδοθηρία, συντεχνίες κ.λπ.);
Και τότε τη απάντηση πρέπει να τη δώσει το ανθρώπινο δυναμικό της χώρας. Όσο καιρό ο μέσος πολίτης συνεχίζει να πιστεύει ότι η χώρα μπορεί να πηγαίνει στον αγύριστο αλλά ο ίδιος να είναι σε καλύτερη μοίρα (επειδή έχει τοποθετηθεί στρατηγικά καλύτερα μέσα στο όλο χάλι, επειδή είναι δικτυωμένος, επειδή έχει βρει τον μήνα που θρέφει τους 11 κ.λπ.) τα πράγματα δεν διορθώνονται. Δεν αλλάζουν προς το καλύτερο γιατί δεν το απαιτούν αρκετά πολλοί και αρκετά επιτακτικά. Όσο το άτομο αρκείται σε ολοένα και χειρότερο βιοτικό επίπεδο μόνο και μόνο επειδή είναι συγκριτικά καλύτερο από αυτό που βιώνουν άλλοι στον περίγυρό του, τόσο επιδεινώνει τη θέση του. Όταν ικανός αριθμός πολιτών πραγματικά θελήσει κάτι καλύτερο κι εντός της χώρας του και συνειδητοποιήσει ότι αυτό είναι εφικτό μόνο στο πλαίσιο κανόνων που να διασφαλίζουν τη μέγιστη διοχέτευση της ενέργειας του ατόμου σε παραγωγικές εργασίες, τότε ναι, θα πρέπει να αναμένουμε ραγδαίες εξελίξεις προς το καλύτερο.
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στις ευθύνες της ηγεσίας, η οποία βέβαια δεν είναι παρά καθρέφτης της βάσης. Οι ελληνικές κυβερνήσεις ποτέ δεν εξήγησαν με σαφήνεια και ακρίβεια τι δεν πήγε καλά στη χώρα. Ποτέ δεν αποσαφήνισαν δημόσια ποιο είναι το πρόβλημα. Ποτέ δεν εξήγησαν στον πολίτη ότι η κρίση της χώρας δεν προέκυψε από μια κακιά στιγμή στην οποία έγινε ένας άτσαλος χειρισμός, ανεξάρτητα αν πράγματι υπήρξαν περίοδοι μετρίως καλύτερων και σαφώς πιο καταστροφικών χειρισμών. Δεν εξηγήθηκε ποτέ στον πολίτη ότι το πρόβλημα της χώρας είναι αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας και αδιάλειπτης πορείας προς την εξασθένιση της παραγωγικής βάσης της χώρας και διαρκούς μεταφοράς ανθρώπινου δυναμικού και οικονομικών πόρων από παραγωγικές δραστηριότητες και ανταμοιβή σύμφωνα με το παραγόμενο προϊόν, σε μη παραγωγικές - βοηθητικές δραστηριότητες ή/και αμοιβή σε πλήρη αναντιστοιχία με το παραγόμενο προϊόν. Είναι στην ουσία πρόβλημα κινήτρων και αντικινήτρων για παραγωγή. Είναι πρόβλημα «γηπεδικών συνθηκών». Όταν σε ένα παιχνίδι δεν κερδίζεις παίζοντας καλύτερα αλλά κυρίως μην παίζοντας, μην περιμένουμε να βλέπουμε τους παίχτες να ιδρώνουν τη φανέλα.
Το παραγωγικό μας πρόβλημα είναι πρόβλημα θεσμών. Θεσμών που από την ίδρυση του κράτους δεν ήταν επαρκείς, ωστόσο με συστηματικότητα διαβρώθηκαν περαιτέρω σε ένα εκτεταμένο ευνοιοκρατικό μοντέλο. Είναι αποτέλεσμα του ότι κάποιοι συμπολίτες μας πληρώνονται για να αργομισθούν, κάποιοι άλλοι συνταξιοδοτούνται στις πιο παραγωγικές τους ηλικίες ενώ άλλοι αμείβονται κατά πολύ περισσότερο από ό,τι αντιστοιχεί στην προστιθέμενη αξία που προσφέρουν. Πώς το καταφέρνουν αυτό; Τους το επιτρέπουν οι «θεσμοί» μας: οι γραπτοί και άγραφοι κανόνες που επικρατούν στη χώρα μας.
Και από πού προκύπτουν τόσα χρόνια τα λεφτά για να πληρώνεται όλη αυτή η διαφορά; Το παραγωγικό μας έλλειμμα επί μακρόν καλύπτεται με δανεικά και ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις. Έναν πακτωλό από δανεικά και ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις που διαλέγουμε να χρησιμοποιούμε επί δεκαετίες όχι τόσο για να βελτιώνουμε τις παραγωγικές μας δυνατότητες και να αποκαθιστούμε ένα οριζόντιο κι επίπεδο παραγωγικό «γήπεδο» στο οποίο να επιβραβεύεται η πιο χρήσιμη και αποτελεσματική παραγωγική συνεισφορά. Τα χρησιμοποιούμε ως επί το πλείστον για να ζει μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας σε ένα επίπεδο αναντίστοιχο (υψηλότερο) σε σχέση με την παραγωγική συνεισφορά του. Το πρότυπο του φιλότιμου κι εργατικού Έλληνα έχει με μεγάλη προσπάθεια αντικατασταθεί με το πρότυπο του συμφεροντολόγου ατομιστή που δεν έχει κανέναν ηθικό ενδοιασμό στο να κερδοσκοπεί εις βάρος των υπολοίπων, άλλος με το να πληρώνεται χωρίς να προσφέρει, άλλος με το να εισπράττει υπερβολικά για αυτά που προσφέρει, άλλος με το να φοροδιαφεύγει, άλλος με το να υπερτιμολογεί, άλλος με το να δουλεύει μαύρα αλλά να χρησιμοποιεί τις κρατικές παροχές, ο καθένας όπως μπορεί στο πλαίσιο μας ζούγκλας στην οποία επιβάλει το δίκιο του ο ισχυρότερος ή η ισχυρότερες ομάδες συμφερόντων.
Όταν απουσιάζει ένα κοινώς αποδεκτό και αληθινό αφήγημα ως προς την αιτία ενός προβλήματος, είναι απίθανο να σχεδιαστεί –πόσο μάλλον να εφαρμοστεί– οποιαδήποτε λύση του.
Κάπως έτσι ακόμα και σήμερα, παρά τις εναλλαγές κομμάτων στην εξουσία, παρά την επί μακρόν εξελικτική πορεία στη σχέση μας με τους διεθνείς θεσμούς που εμπλέκονται στη κρίση μας κι ελέγχονται για τις δικές τους λάθος εκτιμήσεις και επιλογές, παρά τη διεθνή προσοχή που έχει λάβει το πρόβλημά μας, για το οποίο έχουν κατά καιρούς γράψει καταξιωμένοι ειδικοί, συνεχίζει ως και σήμερα να μην υπάρχει καμία απολύτως ευρέως αποδεκτή πρόταση αντιμετώπισής του, δηλαδή μια πειστική πρόταση που να εξηγεί πώς θα επιτύχουμε την ανάσχεση του παραγωγικού μας ελλείμματος, ώστε να δημιουργήσουμε επιτέλους παραγωγικό πλεόνασμα, δηλαδή ως χώρα να παράγουμε προϊόντα και υπηρεσίες τέτοιου όγκου και ποιότητας που να υπερκαλύπτουν τις οικονομικές μας ανάγκες κι επιπλέον να δημιουργούν πλεόνασμα για επενδύσεις, μείωση των χρεών μας, δίκτυ κοινωνικής ασφάλειας και αποταμίευση.
Καμία πρόταση για αυτό το ζήτημα. Σύμπτωση; Όχι ιδιαίτερα, καθώς έχει να κάνει με τον ίδιο ακριβώς λόγο που και οι διεθνείς θεσμοί τα έχουν βρει μπαστούνια με το δικό μας θέμα.
Οι διεθνείς θεσμοί έκαναν πολλά λάθη, όμως τα σημαντικότερα λάθη τους δεν είναι αυτά για τα οποία επικρίνονται. Η αλληλουχία των ολέθριων λαθών τους είναι κατά τη γνώμη μου η ακόλουθη: Αρχικά νόμιζαν επί μακρόν ότι το πρόβλημα της χώρας είναι διαχειριστικό. Ότι οι ντόπιες κυβερνήσεις και ιεραρχίες απλώς δεν είχαν τις απαιτούμενες τεχνικές γνώσεις και διαχειριστική επάρκεια.
Η εντύπωση αυτή βέβαια δεν προέκυψε τυχαία. Οι ντόπιοι παράγοντες όταν κατάλαβαν ότι το πάρτι τελείωνε έκαναν τους ανήξερους. Π.χ. η κυβέρνηση του υποτιθέμενου εθνικού κεφαλαίου Κώστα Καραμανλή σφύριζε αδιάφορα και απλώς φρόντισε τους δικούς της προ της ένδοξης αποχώρησή της. Η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, ενώ παρέλαβε μια καταρρέουσα κατάσταση, δεν παρέλειψε να μοιράσει περί το 1 δις στο τέλος του 2009 ως υποτιθέμενο κοινωνικό μέρισμα επιβάλλοντας έκτακτο φόρο στις επιχειρήσεις με κέρδη πάνω από ένα ποσό. Μοίρασε δηλαδή λίγο «λεφτά υπάρχουν» από παραγωγικό πλεόνασμα που δεν υπήρχε, στοχοποιώντας τις μεγάλες κερδοφόρες επιχειρήσεις στέλνοντας σήμα στην αγορά ότι το κέρδος είναι εχθρός. Παράλληλα ρώταγε τους ξένους τι πρέπει να κάνουμε για να μας χρηματοδοτήσουν γιατί οι αγορές μάς πετάνε έξω. Και φυσικά ζητούσε χρήματα όχι για να χρηματοδοτήσει κάποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης, αλλά για να συνεχίσει κουτσά στραβά να τα βολεύει. Οι κυβερνήσεις που ακολούθησαν συνέχισαν στο ίδιο μοτίβο. «Τι θέλετε να κάνουμε για να αναχρηματοδοτήσετε τα δάνειά μας με χαμηλό επιτόκιο και να καλύψετε τα ελλείμματά μας; κι αν μπορείτε να κόψετε κάτι και από αυτά που χρωστάμε θα μας υποχρεώσετε».
Κάπου εκεί άρχιζε και τελείωνε η συζήτηση.
Κάπως έτσι φθάσαμε στο καλοκαίρι της μεγάλης ντροπής του 2015, με την κορύφωση της απίθανης διαπραγμάτευσης του Τσίπρα που μας έκανε οριστικά διεθνές ανέκδοτο.
Οι διακρατικοί θεσμοί δεν θα έπρεπε να εμπλακούν ποτέ σε τέτοιες συζητήσεις με τους εκπροσώπους μας. Δεν θα έπρεπε ποτέ να αναλάβουν την τεχνική μας βοήθεια. Δεν είχαν απέναντί τους κάποια μπανανία με φύλαρχους σε θέσεις υπουργών. Θα έπρεπε έγκαιρα να καταλάβουν ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν ήταν ποτέ (πριν τουλάχιστον την κυβέρνηση Τσίπρα) τόσο πρόβλημα τεχνικών γνώσεων και διαχειριστικής επάρκειας, αλλά κυρίως πρόβλημα ανάληψης της ευθύνης για ένα αμαρτωλό παρελθόν με πολιτικό υποκείμενο. Ήταν πάντοτε πρόβλημα αποδοχής ότι το μοντέλο πάνω στο οποίο στήθηκε η πολιτική εξουσία στη χώρα ήταν ένα μοντέλο νομής αδικαιολόγητων και μη βιώσιμων προνομίων. Ένα μοντέλο που υπονομεύει κάθε παραγωγική ανάταξη προς ένα βιώσιμο μοντέλο. Έπρεπε να έχουν καταλάβει έγκαιρα οι θεσμοί ότι το κύριο πρόβλημα της χώρας μας είναι το ίδιο το πολιτικό της κατεστημένο, το οποίο βασίζει την εξουσία του σε κάθε τι που αντιστρατεύεται την υγιή παραγωγή.
Είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή το συνειδητοποίησαν. Είναι αδύνατον να μην το κατάλαβαν στην πορεία των πραγμάτων. Όμως ακόμα και τότε υπέπεσαν σε επόμενα λάθη. Πίστεψαν ότι θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν τις ενοχές του πολιτικού μας κατεστημένου ώστε να επιβάλλουν έτοιμες συνταγές που θα δουλέψουν. Νόμισαν ότι θα αρκούσε να πιέσουν για ψήφιση κάποιων νόμων, θεωρώντας την εφαρμογή τους περίπου αυτόματη.
Κι εδώ έκαναν λάθος. «Είναι η εφαρμογή, ανόητε», αναφώνησε κάποια στιγμή πολιτικός από τους πλέον αχώνευτους εκτός της χώρας του. Και πάλι όμως κι αυτή η συνειδητοποίηση δεν ήταν αρκετή. Γιατί ακόμα κι αν πίστεψαν ότι πλέον θα μπορούν να επιβάλλουν την εφαρμογή, τουλάχιστον όσων άμεσα τους ενδιαφέρουν, θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι λύση στο πρόβλημα δεν μπορούσε να υπάρξει όσο αρμόδιο για την εφαρμογή της είναι το ίδιο το πρόβλημα, δηλαδή το ένοχο πολιτικό μας κατεστημένο.
Άρα πάλι λάθος. Γιατί πίστεψαν ότι οι διαχειριστικοί κανόνες θα οδηγήσουν τους διαχειριστές να αυτοακυρωθούν. Είναι ποτέ δυνατόν; Υπάρχει ποτέ περίπτωση το πολιτικό μας κατεστημένο να αυτοκτονήσει;
Η λύση περνάει μέσα από τους πολίτες. Δεν ξέρω αν οι διεθνείς θεσμοί ενδιαφέρονται ακόμα για την επίλυση του προβλήματός μας. Είναι πολύ πιθανό να μας έχουν βαρεθεί. Είναι απολύτως προφανές ότι θα έπρεπε να έχουμε ενδιαφερθεί εμείς οι ίδιοι πολύ περισσότερο και πολύ νωρίτερα από οποιονδήποτε άλλον. Όμως έστω και τώρα πρέπει να κοιτάξουμε προς τη λύση. Μόνο που η λύση δεν έχει να κάνει τόσο με το ποιον πολιτικό θα διαλέξουμε. Η λύση χρειάζεται πολίτες πολύ περισσότερο από πολιτικούς. Αν οι πολίτες χειραφετηθούν οι κατάλληλοι πολιτικοί θα εμφανιστούν.
Η παραγωγική ανασυγκρότηση απαιτεί άνοιγμα ευκαιριών για υγιείς δραστηριότητες στους πολλούς και ταυτόχρονη κατάργηση κάθε νησίδας ευνοιοκρατίας και προσοδοθηρίας πάνω στην οποία έχει στηθεί το σαθρό οικοδόμημα της χώρας που κρατάει σε λήθαργο τις παραγωγικές τις δυνατότητες. Όμως οι οικονομικές ευκαιρίες, δικαιώματα και ελευθερίες δεν επιβιώνουν αυτόνομα. Μπορούν να αναπτυχθούν και να διατηρηθούν τότε και μόνο αν συνδυάζονται με πολιτικές ευκαιρίες, ευθύνες και δικαιώματα.
Τόσο εμείς οι πολίτες όσο και οι διακρατικοί θεσμοί που μας δανείζουν πρέπει να αναζητήσουμε και να απαιτήσουμε αυτόν το συνδυασμό. Να πάψουμε να έχουμε τους πολιτικούς σε ρόλο μεσάζοντα. Να τους οδηγήσουμε στον ρόλο του διεκπεραιωτή. Οι ξένοι να διατυπώνουν τις προτάσεις τους δημόσια. Οι Έλληνες να οργανωθούμε σε ομάδες έκφρασης απόψεων, όχι ομάδες νομής εξουσίας, και να διατυπώνουμε δημόσια τις δικές μας προτάσεις. Οι χρηματοδότες να δέχονται να χρηματοδοτούν τη χώρα μόνο εφόσον υπάρχει έγκριση από τον Έλληνα πολίτη απευθείας πάνω σε πειστικά σχέδια, όχι κατόπιν ψήφισης αντιπροσώπων.
Εμείς οι πολίτες να απογαλακτιστούμε από το κράτος και τους πολιτικούς. Δεν χρειαζόμαστε το κράτος «πατερούλη». Χρειαζόμαστε να κατακτήσουμε την ευθύνη των βασικών αποφάσεων. Να είμαστε έτοιμοι να ζήσουμε με τις συνέπειες των λαθών μας αλλά και την ανάγκη να μαθαίνουμε από αυτά και να τα διορθώνουμε.
Χρειαζόμαστε ένα σύνταγμα όπως της Ελβετίας, όπου όλα τα μεγάλα αποφασίζονται από τους πολίτες ενώ για τα μικρότερα οι πολίτες έχουν ανά πάσα στιγμή το δικαίωμα να ανακαλέσουν την εντολή αντιπροσώπευσής τους από τους πολιτικούς. Χρειαζόμαστε ένα άνοιγμα σε κάθε παραγωγική ευκαιρία χωρίς ειδικά προνόμια εκμετάλλευσης της μιας κοινωνικής ομάδας από την άλλη. Το ένα δεν πρόκειται να σταθεί χωρίς το άλλο.
Το παραγωγικό μας αδιέξοδο μπορεί να εκριζωθεί μόνο αν κοπεί και η πολιτική του ρίζα. Υπάρχει όμως επάρκεια ωριμότητας και συνειδητοποίησης από τον πολίτη για να αναλάβει τις ευθύνες του, ή προτιμά να συνεχίζει να κρύβεται πίσω από τους πολιτικούς; Είναι διατεθειμένος να απαιτήσει και να αναλάβει αυτά που του αναλογούν, στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής χώρας;
Ως τώρα εναποθέτουμε τις ελπίδες μας στον εκάστοτε φέρελπι αυτόκλητο σωτήρα. Όταν οι παραπάνω προϋποθέσεις αυτογνωσίας εμάς των πολιτών εκπληρωθούν, τότε θα δούμε τη χώρα μας να προοδεύει.