- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Κι όμως αυτή τη φορά το έξυπνο πουλί μπορεί να πιάστηκε από τη μύτη. Ο Νίκος Παππάς προσέφερε ένα δώρο στον πρωθυπουργό, για τη Θεσσαλονίκη, που είναι εξαιρετικά πιθανό να αποδειχθεί σκέτο δηλητήριο. Γιατί είναι μια κουβέντα να λοιδωρείς τα «βοθροκάναλα» και άλλη να είσαι η πρώτη και μόνη κυβέρνηση στη δημοκρατική Ευρώπη που με απόφαση υπουργού κλείνεις μέσα ενημέρωσης και μάλιστα ορισμένα μεταξύ των πρώτων σε θεαματικότητα. Είναι ένα στίγμα που δεν φεύγει ποτέ. Θα ακολουθεί τους ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ως τις εκλογές και μετά. Όπως θα τους ακολουθεί και η απόφαση να οδηγήσουν στην ανεργία μερικές χιλιάδες εργαζομένων μόνο και μόνο για να μπορούν να ισχυριστούν ότι συγκρούστηκαν με τη διαπλοκή. Και μάλιστα σε μια περίοδο που η δημιουργία θέσεων εργασίας είναι, ή πρέπει να είναι, ο υπ’ αριθμόν ένα στόχος της χώρας.
Υπολόγισαν πολύ λάθος. Τώρα αρχίζουν να το καταλαβαίνουν και περιδεείς υπουργοί περιφέρονται στα κανάλια διαβεβαιώνοντας ότι δεν θα χαθεί ούτε μια θέση εργασίας. Καθε μέρα που περνάει όμως χώνονται πιο βαθιά στην τρύπα που έσκαψαν. Μόνη τους ελπίδα στην πραγματικότητα είναι να ακυρωθεί η διαδικασία στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Από την ώρα που θα καταβληθεί η πρώτη δόση των «λύτρων» μπαίνουμε σε δρόμο χωρίς επιστροφή. Γιατί βέβαια όσοι θα έχουν πληρώσει για να πάρουν την άδεια θα διεκδικούν το κλείσιμο των υπολοίπων καναλιών, αφού μόνο έτσι θα έχουν τη δυνατότητα να ανακτήσουν μέρος έστω των χρημάτων που έδωσαν. Για τον ίδιο λόγο θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να προχωρήσει και η ιστορία των θεματικών/ψυχαγωγικών καναλιών. Αν για παράδειγμα δώσει στα «ψυχαγωγικά» κανάλια μια ώρα ενημέρωσης θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει διάκριση μεταξύ των δύο κατηγοριών. Ακόμα και τα λεγόμενα «πρωινάδικα» είναι ψυχαγωγία ή ενημέρωση;
Το μπέρδεμα φυσικά ξεκινά από την εργαλειακή ή σταλινική αντίληψη του ΣΥΡΙΖΑ για τους θεσμούς και κατ’ εξοχήν για την ενημέρωση. Δεν είναι ένα δικαίωμα αλλά ένα μέσο για να υπηρετούνται πολιτικοί στόχοι. Επιδιώκει έτσι τον έλεγχό του για να πετύχει τους στόχους του. Με μια έννοια ο ΣΥΡΙΖΑ έπεσε θύμα της ιδεοληψίας του περί διαπλοκής. Νομίζει ότι υπάρχουν σταθερές σχέσεις συνενοχής, ένα πάρε-δώσε από το οποίο θα αποκομίσει τη σταθεροποίηση του δικού του συστήματος εξουσίας. Δεν έχει καταλάβει ότι οι καναλάρχες έχουν κανάλια επειδή ειναι ισχυροί. Δεν είναι ισχυροί επειδή έχουν κανάλια. Οι σχέσεις τους με την εξουσία, για όσους τις επιδιώκουν, είναι ευκαιριακές και χρησιμοθηρικές. Και πάντως δεν απέτρεψαν κανένα κανάλι από το να κολακεύει τον κυρίως πελάτη του, το κοινό. Ούτε βέβαια προστάτευσαν καμία κυβερνηση από τη φθορά, όσους κουμπάρους και αν χρίσει καναλάρχες.
Κι όμως η συγκυρία ήταν ιδανική για μια προοδευτική πρόταση για το τηλεοπτικό τοπίο. Η πρόταση αυτή θα έπρεπε να ξεκινήσει από τη δημόσια τηλεόραση. Παρά το «μαύρο» και την πολεμική που το ακολούθησε, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ κληρονόμησε ένα νόμο που ήταν παρασάγγας πιο προοδευτικός από ό,τι είχε προηγηθεί. Ένα νόμο που ούτε η κυβέρνηση Σαμαρά, παρά το ότι τον ψήφισε, δεν μπόρεσε να εφαρμόσει ως το τέλος. Ο παλαιοκομματισμός αποδείχθηκε ισχυρότερος. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να τον τροποποιήσει ή και να τον βελτιώσει και πάντως να χτίσει επάνω του μια δημόσια τηλεόραση που θα ανταποκρίνεται σε στοιχειώδεις κανόνες αξιοπιστίας και αντικειμενικότητας. Αντ’ αυτού ο κ. Παππάς προτίμησε να τιμήσει τις χειρότερες παραδόσεις της τηλεόρασης ψηφίζοντας ένα νόμο με τον οποίο ο υπουργός λύνει και δένει. Τις επιπτώσεις τις υφίσταται η ΕΡΤ με τη μηδενική θεαματικότητα και αξιοπιστία.
Στην ίδια λογική θα μπορούσε να προχωρήσουν και οι άδειες για τα ιδιωτικά κανάλια. Στην υιοθέτηση δηλαδή καλών πρακτικών διαχείρισης και στην ενίσχυση της λογοδοσίας τους απέναντι στο κοινό τους. Για παράδειγμα με την υποχρεωτική θεσμοθέτηση ενός ανεξάρτητου συνηγόρου του τηλεθεατή σε κάθε κανάλι. Να πριμοδοτήσει πολυμετοχικά σχήματα και να ενισχύσει την εκδοτική ανεξαρτησία των δημοσιογράφων ακόμα και με τη συμμετοχή τους στη διοίκηση των καναλιών. Σε κάθε περίπτωση να πάει στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που ακολούθησε με την επιβολή ενός ολιγοπωλίου – παγκόσμια πρωτοτυπία σε εποχή που η τεχνολογία οδηγεί παντού σε έκρηξη της πολυφωνίας.
Η αντίθεση στον κλειστό αριθμό δεν στηρίζεται μόνο στο ότι έτσι στην ουσία ενισχύεται η διαπλοκή. Σχετίζεται άμεσα με την ελευθερία του λόγου. Στην εποχή μας η τηλεόραση αποτελεί κατά κάποιο τρόπο την πλατεία στην οποία συγκαλείται η εκκλησία του Δήμου: ο δημόσιος διάλογος διεξάγεται σε μεγάλο βαθμό μέσω αυτής. Αποτελεί κατά συνέπεια συστατικό στοιχείο της ελευθερίας του λόγου ο μεγαλύτερος δυνατός πλουραλισμός, η διευκόλυνση δηλαδή της πρόσβασης στην πλατεία όπου διεξάγεται ο διάλογος. Το τηλεοπτικό φάσμα με άλλα λόγια δεν είναι δημόσια περιουσία για να αντιμετωπιστεί με δημοσιονομικούς τρόπους μόνο. Είναι και δημόσιος χώρος και η πρόσβαση σ’ αυτόν, όπως έχει υποστηρίξει και ο καθηγητής του συνταγματικού δικαίου κ. Σ. Τσακυράκης, προστατεύεται από το Σύνταγμα. Οι περιορισμοί που βάζει η κυβέρνηση είναι βαθιά αντιδημοκρατικοί.
Η τηλεόραση όμως δεν είναι μόνο ενημέρωση. Καλύπτει ταυτόχρονα τις ψυχαγωγικές ανάγκες ενός πολλαπλά διαφοροποιημένου κοινωνικού σώματος, κάτι που επίσης προϋποθέτει τον μέγιστο δυνατό πλουραλισμό και την όσο μεγαλύτερη ευκολία πρόσβασης. Τα μεγάλα εθνικής εμβέλειας κανάλια κινούνται αναγκαστικά στη λογική του μέσου όρου επιζητώντας υψηλές θεαματικότητες. Έτσι όμως οι λάτρεις της κλασικής μουσικής, όσοι αγαπούν τα περιθωριακά σπορ, η ελληνική τζαζ, όσοι ενδιαφέρονται για ελληνικά ντοκιμαντέρ, όσοι θα ήθελαν προβολή επιστημονικών ή θρησκευτικών θεμάτων αλλά και οι σινεφίλ, δεν βλέπουν τον εαυτό τους στο τηλεοπτικό τοπίο. Κι όμως η νέα τεχνολογία επιτρέπει και σε μειοψηφικές επιλογές να έχουν τη θέση τους, αρκεί να υπάρχει ο θέληση, διάθεση για πειραματισμό και βέβαια διαζύγιο με τη νοοτροπία της ιδιοκτησίας που χαρακτηρίζει διαχρονικά τις κυβερνήσεις. Έτσι κι αλλιώς πρόκειται για μάχη οπισθοφυλακών, καθώς και το τηλεοπτικό προϊόν περνάει όλο και πιο πολύ μέσα από το Ίντερνετ.
Ένα τρίτο τηλεοπτικό πρόγραμμα σε συνεργασία δημοσίου ιδιωτικού τομέα, η καθιέρωση ζωνών σε δημόσιες συχνότητες ειδικής θεματολογίας που θα εκχωρούνται σε αυτοχρηματοδοτούμενα σχήματα, φυσικά και τα θεματικά κανάλια, είναι όλα ιδέες που θα μπορούσαν να συζητηθούν. Η δημιουργία του ολιγοπωλίου με τα υπερβολικά ποσά που καταβλήθηκαν όμως πηγαίνει στην αντίθετη κατεύθυνση. Κι αυτό τελικά είναι το πιο εντυπωσιακό. Όπως η κυβερνηση του ΠΑΣΟΚ την δεκαετία του ’80 νόμιζε ότι θα σταματήσει το άνοιγμα της αγοράς καταρρίπτοντας τους τηλεοπτικούς δορυφόρους, έτσι και η σημερινή νομίζει ότι θα βάλει όρους περιπτέρου –ακόμα και τα περίπτερα χρειάζονται άδεια ήταν ένα προσφιλές επιχείρημα των υπουργών– σε μια αγορά όπου η τεχνολογία ανατρέπει καθημερινά τα δεδομένα. Σαν να μην πέρασε μια μέρα.