Πολιτικη & Οικονομια

Πόλεμος στο διαδικτυακό στοίχημα

Η Μάλτα, το Κουρασάο και ο τζίρος των δισεκατομμυρίων που τζογάρεται στο ίντερνετ

Άρης Γεωργίου
ΤΕΥΧΟΣ 567
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Την ώρα που όλες οι κάνουλες του χρήματος στην Ελλάδα μοιάζουν σαν ξεχασμένες και σκουριασμένες εγκαταστάσεις σε κάποιο ξεροχώραφο, μια πολύτιμη πηγή, όσο και αν ακούγεται σαν πικρό ανέκδοτο, αναβλύζει μέχρι και 4 δισεκατομμύρια το χρόνο. Ποιος να πιστέψει ότι σε αυτή την Ελλάδα κάθε νύχτα, μπροστά σε οθόνες υπολογιστών, ξενυχτούν χιλιάδες μάτια και ακούραστα δάχτυλα καίγοντας φαιά ουσία στο διαδικτυακό τζόγο;

Kαι όμως, η έρευνα που έκανε η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων, μερικά από τα αποτελέσματα της οποίας ανήρτησαν στο site της πριν από λίγες ημέρες, είναι ενδεικτική του χάους. Σε πίνακα με τίτλο Κατάλογος (black list) ιστοτόπων που προβάλλονται και προσφέρουν υπηρεσίες τυχερών παιγνίων στην Ελλάδα χωρίς νόμιμη άδεια, έκδοση 8η - αναθεωρημένη 7/4/2016, δημοσιεύονται τα στοιχεία 489 εταιρειών. Η απόλυτα ανεξέλεγκτη κατάσταση, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι για μια τέτοια δραστηριότητα χρειάζεται στοιχειωδώς έλεγχος και αδειοδότηση από την ελληνική πολιτεία. Και εδώ είναι που το πράγμα αρχίζει να μπερδεύεται, να επικεντρώνεται σε 24 ελληνικές εταιρείες διαδικτυακού στοιχήματος, με την ΟΠΑΠ ΑΕ να καταγγέλλει τόσο τις ίδιες για μη νόμιμη λειτουργία όσο και το ελληνικό κράτος που τις ενέταξε σε ένα μεταβατικό στάδιο με συνοπτικές διαδικασίες χωρίς να πληρούν τις βασικές προϋποθέσεις. Ας δούμε, όμως, τι γίνεται.

Εδώ και μερικούς μήνες η ΟΠΑΠ ΑΕ έχει στείλει μια πολυσέλιδη αναφορά - αίτηση και, πριν μπούμε στο περιεχόμενό της, είναι ενδεικτικό να δούμε τους παραλήπτες: ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Νικόλαος Παντελής, ο γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, ο γενικός γραμματέας Δημοσίων Εσόδων, ο πρόεδρος της Αρχής Καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και ελέγχου δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης και ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων.

Η σύγκρουση βρίσκεται μέσα στο πλαίσιο που φτιάχνεται από λέξεις κλειδιά όπως: απελευθέρωση αγοράς διαδικτυακού στοιχήματος βάσει ευρωπαϊκών οδηγιών, μονοπώλιο του ΟΠΑΠ για το οποίο έχει αδειοδοτηθεί δύο φορές (2000 και 2011) πληρώνοντας σχεδόν 1,3 δισ. ευρώ στο ελληνικό κράτος, μεταβατικό καθεστώς για την οριστική αδειοδότηση των 24 αυτών εταιρειών που βρίσκονται εντός της λίστας των 489 που «δουλεύουν» και στην Ελλάδα, φορολογικοί παράδεισοι στη Μάλτα όπου το ιδιοκτησιακό καθεστώς αρκετών εταιρειών από αυτές είναι τόσο μπερδεμένο και αδιαφανές, πολύπλοκες και δυνάμει περίεργες διαδικασίες από την πλευρά της ελληνικής πολιτείας. Όλα τα παραπάνω υπό τον παραμορφωτικό καθρέφτη της γνωστής ελληνικής πολυνομίας που προκαλεί παραζάλη ακόμα και σε θηριώδη Βίκινγκ...

Το βασικότερο όλων, πριν μπούμε σε άλλες σημαντικές λεπτομέρειες, είναι το εξής: Ότι βάσει μιας ελληνικής πατέντας το 2011 επιχειρήθηκε να μπει τάξη στο απόλυτα παράνομο και χαοτικό σκηνικό του διαδικτυακού στοιχήματος στην Ελλάδα. Συντάχθηκε, επεξεργάστηκε και ψηφίστηκε ο νόμος 4002/2011 ο οποίος όριζε μια μεταβατική περίοδο προσαρμογής των 24 εταιρειών, ώστε να τεθούν και αυτές υπό καθεστώς φορολογικών και άλλων προϋποθέσεων και υποχρεώσεων, στις οποίες υπόκειται η ΟΠΑΠ ΑΕ, απο την ελληνική πολιτεία, ώστε να μπορεί να διεξάγει διαδικτυακό στοίχημα. Η μεταβατική αυτή περίοδος κρατά μέχρι τις μέρες μας...

Αναφέρει, λοιπόν, η ΟΠΑΠ ΑΕ στη αίτησή της ότι οι εν λόγω εταιρείες έλαβαν άδεια παροχής στην Ελλάδα χωρίς να πληρούν τις προϋποθέσεις ή οι προϋποθέσεις εκπληρώθηκαν σε μεταγενέστερο χρόνο και αφού είχαν πρώτα λάβει τη σχετική άδεια. Το αίτημα, επί του συγκεκριμένου, είναι να ανακληθούν τα φορολογικά στοιχεία των εταιρειών αυτών. Η ΟΠΑΠ ΑΕ αναφέρεται και στις φορολογικές υποχρεώσεις της ίδιας οι οποίες ικανοποιούνται κανονικά προς το ελληνικό δημόσιο σε αντίθεση με τις υποχρεώσεις των εταιρειών αυτών. Πληροφορίες της A.V. αναφέρουν ότι για το 2014 οι 24 εταιρείες κατέβαλαν περίπου 40 εκατ. ευρώ στο ελληνικό κράτος και ένα ανάλογο, ίσως και μεγαλύτερο, ποσόν για το 2016, ενώ σύμφωνα με τη σχετική φορολογική νομοθεσία (gaming tax) θα έπρεπε να καταβάλλουν κάθε τρίμηνο το 30% των μεικτών τους εσόδων και όχι των κερδών τα οποία φορολογούνται με 10%. Εδώ υπάρχει ο εξής αντίλογος. Οι εταιρείες υποστηρίζουν ότι από το συνολικό τους τζίρο αφαιρείται η επιστροφή στους παίκτες, το pay off. Κάτι που –και αυτό– αντικρούεται από το επιχείρημα ότι η φορολόγηση τω εταιρειών γίνεται βάσει των δηλώσεων που κάνουν οι ίδιες καθώς από τις 24, 13 έχουν έδρα στη Μάλτα, 5 στη Βρετανία, 3 στην Αυστρία, μία στο Κουρασάο της Καραϊβικής, μία στην Ιρλανδία και μία στην Εσθονία.

Μαζί με όλα τα παραπάνω, η ΟΠΑΠ ΑΕ αναφέρει και το εξής: Ότι οι εταιρείες αυτές δεν ελέγχονται από την αρμόδια Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων αλλά απευθείας από το Υπουργείο Οικονομικών και εστιάζεται ακόμα μια αλληλουχία ελληνικών ερασιτεχνισμών, αν το δει κάποιος από την αθώα εκδοχή. Αρχικά οι εταιρείες αυτές εντάχθηκαν στη λίστα της μεταβατικής περιόδου η οποία αναρτήθηκε στον ιστότοπο του Υπουργείου Οικονομικών αλλά μετά η ανάρτηση... εξαφανίστηκε. Παράλληλα, οι εταιρείες ανήκαν στη ΔΟΥ μεγάλων επιχειρήσεων και λίγο μετά μετακόμισαν φορολογικώς στις κατά τόπους ΔΟΥ (βάσεις εδρών εταιρειών που σχετίζονταν με αυτές). Και τέλος, όλες μαζί υπήχθησαν στη Δ΄ ΔΟΥ Αθηνών. Η αναφορά της ΟΠΑΠ ΑΕ είναι σαφής, τουλάχιστον αυτό προκύπτει από την ανάλυσή της. Όλες οι εταιρείες δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις που θέτει ο ελληνικός νόμος, καθώς δεν ήταν νομίμως εγκατεστημένες σε χώρες της ΕΕ και δεν παρείχαν υπηρεσίες στο ελληνικό κοινό μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας ούτε είχαν αδειοδοτηθεί σχετικώς από τις υπηρεσίες των χωρών, στις οποίες δήλωναν ότι ήταν εγκαταστημένες. Επί της ουσίας, αυτό που προκύπτει από την αναφορά της ΟΠΑΠ ΑΕ είναι ότι οι εταιρείες αυτές φτιάχτηκαν σε σκόπιμα επιλεγμένα φορολογικά καθεστώτα χωρών που εγγυημένα δεν θα τις έλεγχαν, δεν είχαν άδειες για υπηρεσίες τζόγου από τις υπηρεσίες αυτών των χωρών, ούτε –βέβαια– και από τις ελληνικές, πωλούν υπηρεσίες για τις οποίες η ΟΠΑΠ διεθέτει το μονοπώλιο και το οποίο το έχει πληρώσει ιδιαιτέρως ακριβά και δεν συνεισφέρουν στα φορολογικά έσοδα του κράτους αυτά τα οποία θα έπρεπε να καταβάλλουν καθώς δεν είναι δυνατόν η ελληνική πολιτεία να ελέγξει τα έσοδά τους. Αλλά, ως γνωστόν, οι φορολογικές δηλώσεις δεν γίνονται κατά προσέγγιση...

Λέει η ΟΠΑΠ ΑΕ και είναι χαρακτηριστικό για τις εικασίες που μπορεί να δημιουργηθούν: Μία από αυτές τις εταιρείες με έδρα –τι άλλο;– τη Μάλτα, κατά την περίοδο 2011-12 δεν είχε έσοδα. Για το 2013 εμφάνισε τζίρο 1,03 δισ. ευρώ. Μόνο που μετά το ’13 η συγκεκριμένη εταιρεία εμφανίζεται να φιλοξενεί στην άδεια λειτουργίας της, συνολικά, δώδεκα διαδικτυακούς τόπους διεξαγωγής online τυχερών παιχνιδιών. Και αυτό που δημιουργείται ως ερώτημα δεν χρειάζεται master στα φορολογικά: Είναι η εταιρεία με έδρα τη Μάλτα αυτή που οργανώνει το διαδικτυακό τζόγο και απλώς εμφανίζεται να διαθέτει δώδεκα διαφορετικούς ιστότοπους τυχερών παχνιδιών ή απλώς νοικιάζει τη φορολογική της έδρα σε ελληνικότατες εταιρείες με έδρες στα Πετράλωνα, την Καισαριανή ή τον Πειραιά; (τυχαίες οι επιλογές).

Στην αναφορά της η ΟΠΑΠ ΑΕ κάνει λόγο με ακριβή στοιχεία, ονόματα εταιρειών αλλά και ιδιοκτητών για αρκετές εταιρείες που λειτουργούν υπ’ αυτό το καθεστώς. Το οποίο, κατά την ίδια, δεν κάνει τίποτα άλλο από το να εξασφαλίζει φορολογική ασυλία τόσο από τρέχουσες χρήσεις όσο και από αναδρομικές. Μία από αυτές κρίνεται ότι έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, σύμφωνα με την αναφορά: Στο ιστορικό κέντρο της Κέρκυρας, το καλοκαίρι του 2015, αστυνομικοί έκαναν έλεγχο σε ένα καφέ με 24 ηλεκτρονικούς υπολογιστές όπου οι θαμώνες έπαιζαν διαδικτυακό στοίχημα σε συγκεκριμένη ιστοσελίδα η οποία ανήκει σε μία από τις 24 εταιρείες που κατονομάζει η έρευνα της ΟΠΑΠ ΑΕ. Η έρευνα των αστυνομικών έδειξε σε εκείνη τη φάση ότι ο στοιχηματισμός γινόταν μέσω κεντρικού υπολογιστικού διαμεσολάβησης με έδρα στη Βουλγαρία ώστε να μην μπορεί το ελληνικό δημόσιο να παρακολουθήσει τους τζίρους και να φορολογήσει αναλόγως.