- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
H ηγεσία της ΝΔ και οι ευρωπαϊκές περιπέτειες της κυβέρνησης Τσίπρα
Ο κ. Μητσοτάκης λέει όχι στη συμμετοχή σε ένα οικουμενικό σχήμα
Ο πρόεδρος της ΝΔ κ. Μητσοτάκης ολοκληρώνει αυτές τις ημέρες τον πρώτο κύκλο επαφών σε επίπεδο εκπροσώπων των ευρωπαϊκών θεσμών και ηγετών κομμάτων εξουσίας που ανήκουν στο ΕΛΚ (Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα). Το βασικό ερώτημα στο οποίο καλείται να απαντήσει ο κ. Μητσοτάκης είναι ποια στάση θα κρατήσει έναντι της κυβέρνησης Τσίπρα η οποία φαίνεται να χάνει για μία ακόμη φορά τον ευρωπαϊκό βηματισμό της. Ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του δυσκολεύονται να κλείσουν με θετικό τρόπο την πρώτη αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος-μνημονίου που φέρει την υπογραφή Τσίπρα και δεν δείχνουν ικανοί να συμβάλουν στον περιορισμό των προσφυγικών-μεταναστευτικών ροών από την Τουρκία προς την Ε.Ε. μέσω Ελλάδας.
Όχι στη βιασύνη
H βασική θέση της ηγεσίας της ΝΔ είναι ότι δεν εργάζεται σε αυτή τη φάση για την αποσταθεροποίηση της κυβέρνησης και την επιτάχυνση των πολιτικών εξελίξεων ούτε όμως προτίθεται να στηρίξει τον πρωθυπουργό και τους συνεργάτες του συμμετέχοντας σε ένα οικουμενικό σχήμα.
Ο κ. Μητσοτάκης θεωρεί ότι η χώρα δεν χρειάζεται νέες πρόωρες βουλευτικές εκλογές και πως μια τέτοια εξέλιξη θα ενίσχυε το κλίμα αβεβαιότητας. Ο πρόεδρος της ΝΔ συμπληρώνει την επιχειρηματολογία του με την επισήμανση ότι το άνετο δημοσκοπικό προβάδισμα που έχει πλέον η ΝΔ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ λειτουργεί σταθεροποιητικά γιατί αυτή τη φορά αν ο ΣΥΡΙΖΑ αποφασίσει να παίξει με το σενάριο των πρόωρων εκλογών θα πρέπει να προετοιμαστεί για την άμεση απομάκρυνσή του από την εξουσία.
Στη ΝΔ γνωρίζουν ότι ο κ. Τσίπρας έχει δεχθεί εισηγήσεις να οργανώσει τη φυγή του από την εξουσία, μέσω πρόωρων εκλογών για να διατηρήσει σημαντικό μέρος του πολιτικού του κεφαλαίου και να επιχειρήσει, σε μερικά χρόνια, τη μεγάλη πολιτική επιστροφή. Το σενάριο αυτό αντιμετωπίζεται σαν ελάχιστα πιθανό από την ηγεσία της ΝΔ η οποία στηρίζει τον πολιτικό σχεδιασμό της στο βασικό σενάριο της παραμονής του ΣΥΡΙΖΑ και του κ. Τσίπρα στην εξουσία μέχρις ότου ωριμάσουν οι οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις που θα προσδιορίσουν, σε μεγάλο βαθμό, το πολιτικό σκηνικό.
Όχι στη στήριξη
Η ΝΔ δεν έχει καμία διάθεση να μιμηθεί τον ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος ζητούσε και τελικά επέβαλε πρόωρες βουλευτικές εκλογές επειδή υποτίθεται ότι βιαζόταν να βγάλει τη χώρα από το μνημόνιο και τη λιτότητα. Από την άλλη πλευρά δεν πρόκειται να στηρίξει την προσπάθεια του κ. Τσίπρα συμμετέχοντας σε ένα οικουμενικό κυβερνητικό σχήμα.
Ο κ. Μητσοτάκης εξηγεί στους συνομιλητές του, στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και στο ΕΛΚ, ότι είναι ελάχιστα τα κοινά σημεία της ΝΔ με τον ΣΥΡΙΖΑ. Κατά την άποψή του ο τελευταίος δεν έχει σχέση με τα σύγχρονα σοσιαλδημοκρατικά, σοσιαλιστικά κόμματα και ακολουθεί μια πολιτική η οποία στηρίζεται σε δογματικές αριστερές αντιλήψεις. Αυτό σημαίνει ότι η συμμετοχή της ΝΔ σε ένα οικουμενικό σχήμα θα πρόσφερε άλλοθι σε μια αλλοπρόσαλλη πολιτική με το ένα μεγάλο κυβερνητικό κόμμα να προσπαθεί να βάλει τάξη στη δημοσιονομική διαχείριση και να δημιουργήσει κλίμα οικονομικής και επιχειρηματικής εμπιστοσύνης και το άλλο να αυξάνει τις δημόσιες δαπάνες, να υπονομεύει την αναγκαία αναδιάρθρωση της οικονομίας, να προσπαθεί να επιβάλλει πλήρη κομματικό έλεγχο στη δημόσια διοίκηση, στην Υγεία, στην Παιδεία, στις Ανεξάρτητες Αρχές, στα ΜΜΕ.
Όπως χαρακτηριστικά λέει ο κ. Μητσοτάκης δεν πρόκειται για το είδος συνεργασίας που έχουν οι Γερμανοί Χριστιανοδημοκράτες με τους Σοσιαλδημοκράτες στην κυβέρνηση Μέρκελ, αλλά με ένα πολιτικά παράλογο σχήμα που θα αντιστοιχούσε στη συνεργασία των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών με το κόμμα της Αριστεράς που εκφράζει, σε μεγάλο ποσοστό, την κομμουνιστική παράδοση της πρώην Ανατολικής Γερμανίας.
Οι βασικές θέσεις
Οι βασικές θέσεις της ηγεσίας της ΝΔ συνοψίζονται ως εξής:
Η Ελλάδα χρειάζεται την πρώτη θετική αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος-μνημονίου για να ανοίξει ο δρόμος σε θετικές οικονομικές εξελίξεις. Η κυβέρνηση χάνει πολύτιμο χρόνο –η αξιολόγηση ήταν προγραμματισμένη να κλείσει τον περασμένο Νοέμβριο– ενισχύοντας το κλίμα αβεβαιότητας και προκαλώντας νέα προβλήματα στην πραγματική οικονομία.
Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση είναι αναγκαία για να εκπληρώσει η κυβέρνηση τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει αλλά τα μέτρα Τσίπρα-Κατρούγκαλου δεν λύνουν το πρόβλημα. Δεν πιάνουν το δημοσιονομικό στόχο των 1,8 δισ. ευρώ το 2016 και δημιουργούν σε πολλές περιπτώσεις πρόσθετες οικονομικές δυσλειτουργίες.
Η προσπάθεια της κυβέρνησης να επιβάλει κομματικό έλεγχο στη δημόσια διοίκηση, στον ευρύτερο δημόσιο τομέα της οικονομίας και στις Ανεξάρτητες Αρχές ανεβάζει το κόστος της προσαρμογής και δυσκολεύει την συνεννόηση με τους Ευρωπαίους εταίρους.
Η Ελλάδα χρειάζεται διπλασιασμό των επενδύσεων για να μπει η εθνική οικονομία σε πορεία ανάπτυξης και να περιοριστεί δραστικά η ανεργία. Πολλά κυβερνητικά στελέχη εμποδίζουν τον αναγκαίο εκσυγχρονισμό ενώ ορισμένοι υπουργοί εναντιώνονται δημόσια στις ιδιωτικοποιήσεις που προετοιμάστηκαν από την κυβέρνηση Σαμαρά και προσυπέγραψε τελικά ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας.
Σε περίοδο σκληρής λιτότητας για τους περισσότερους συμπολίτες μας η κυβέρνηση συνεχίζει τις προσλήψεις, την αύξηση των δημοσίων δαπανών, την αύξηση των μισθών στο Δημόσιο και διατηρεί συγκεκριμένες δαπάνες, όπως για τα εξοπλιστικά προγράμματα, πάνω από τους στόχους που έχει δεχθεί. Η σπάταλη διαχείριση αποτελεί τη βασική αιτία της υπερφορολόγησης που έχει γονατίσει τον παραγωγικό ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.
Στο ζήτημα του προσφυγικού-μεταναστευτικού η κυβέρνηση έχασε πολύτιμο χρόνο επιτρέποντας τις ροές να ξεπεράσουν το ένα εκατομμύριο άτομα το χρόνο και στη συνέχεια ανέλαβε συγκεκριμένες υποχρεώσεις έναντι της Ε.Ε. τις οποίες δυσκολεύεται να τηρήσει. Η κυβέρνηση πρέπει να επιταχύνει το ρυθμό προσαρμογής στα συμφωνηθέντα και η Ε.Ε. να αποκρούσει οποιαδήποτε προσπάθεια προσωρινού αποκλεισμού της Ελλάδας από τη ζώνη Σένγκεν γιατί μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργούσε πρόσθετα προβλήματα στην οικονομία και θα έστελνε το λάθος πολιτικό μήνυμα.