Πολιτικη & Οικονομια

Ερντογάν και πατέρες του έθνους

Το καθεστώς του είναι μια πολιτική καταστροφή όχι μόνον για την Τουρκία αλλά για τον διεθνή χώρο

Σώτη Τριανταφύλλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Ρεντζέπ Ερντογάν παραείναι τρομακτικός: δεν σηκώνει αντιρρήσεις, δεν έχει ίχνος χιούμορ και ξεφωνίζει στα μικρόφωνα. «Είστε με το μέρος μας ή είστε με το μέρος των τρομοκρατικών οργανώσεων;» διερωτήθηκε ρητορικά σε χειμαρρώδη ομιλία του την περασμένη εβδομάδα, καταγγέλλοντας τις ΗΠΑ διότι με τη στάση τους έναντι των Κούρδων προκαλούν, όπως είπε, «λίμνη αίματος» στην περιοχή. Η Τουρκία αντιλαμβάνεται το κουρδικό Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) και τον ένοπλο βραχίονά του (YPG) ως τρομοκρατικές μετωπικές οργανώσεις του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK). «Τι είδους συνεργασία είναι αυτή; Ξέρουμε πολύ καλά τις κουρδικές οργανώσεις, όπως ξέρουμε και το ISIS» είπε ο κ. Ερντογάν. (Είμαι σίγουρη ότι ξέρει πολύ καλά το ISIS.) Και συνέχισε λέγοντας πως η τουρκική πλευρά έχει «έγγραφες αποδείξεις» για την τρομοκρατική φύση των κουρδικών ομάδων, αλλά, τι περίεργο, οι Αμερικανοί δεν πείθονται.

Πώς να πεισθούν; Οι Κούρδοι είναι η μοναδική εθνοτική ομάδα που αγωνίζεται εναντίον του Ισλαμικού Κράτους στη βόρεια Συρία. Οι ΗΠΑ έχουν προκαλέσει εγκληματική ανακατωσούρα – όχι μόνο στην «περιοχή», σε όλες τις «περιοχές»· τώρα προσπαθούν να διορθώσουν μια ανεξέλεγκτη κατάσταση. Αλλά ο Ερντογάν εκνευρίστηκε και ο Τσαβούσογλου κάλεσε τον Αμερικανό πρεσβευτή στην Άγκυρα και του τα έψαλλε. Η δήλωση εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ότι οι ΗΠΑ δεν βλέπουν το PYD ως τρομοκρατική ομάδα και ότι θα συνεχίσουν να ενισχύουν τη δράση του στη Συρία είναι «απαράδεκτη». Ο Αμερικανός διπλωμάτης, κ. Tζον Μπας, κάθισε ήσυχα-ήσυχα και άκουσε λογύδριο περί αμερικανικής στήριξης σε μαρξιστές-λενινιστές.

Το προεδρικό μέγαρο που έκτισε ο Ερντογάν στην Άγκυρα, αν και δεν μοιάζει αισθητικά με το παλάτι των Βερσαλλιών, έχει παρόμοιο συμβολισμό: είναι η μεγαλύτερη προεδρική κατοικία στον κόσμο – χίλια δωμάτια και υπόγειο bunker. Τα σπίτια όπου ζούμε δίνουν πολλές πληροφορίες για το ποιοι είμαστε: ο Ρετζέπ Ερντογάν και το σπίτι του εμπνέουν φόβο. Στην Ανατολή ο φόβος σημαίνει σεβασμό: παρά τη συνηθισμένη πλάνη της ψευδούς συναίνεσης –οι Ευρωπαίοι τείνουν να πιστεύουν πως όλος ο κόσμος σκέφτεται σαν αυτούς– το αυτοκρατορικό ύφος του κολακεύει τους περισσότερους Τούρκους. Οι λαοί, ιδιαίτερα όσοι έχουν περάσει αιώνες φτώχειας και υπανάπτυξης, δεν ενδιαφέρονται για τη δημοκρατία: η δημοκρατία είναι ευρωπαϊκή εφεύρεση, όπως ευρωπαϊκή εφεύρεση είναι το κοσμικό κράτος. Ο υπόλοιπος κόσμος ενδιαφέρεται για το χρήμα (έστω και το λιγοστό: το «ψωμί» ας πούμε) και για μια ενστικτώδη ιδέα εθνικής υπερηφάνειας και μοναδικότητας. Μολονότι λοιπόν ο Ερντογάν εμφανίζεται σαν δικτάτορας σε οπερέτα, το ισλαμοσυντηρητικό του κόμμα έχει επιτύχει μεγάλη δημοτικότητα στο εσωτερικό, ενώ, ταυτοχρόνως, καταφέρνει να πιέζει, να απειλεί και να αποσπά χρήματα από την Ευρώπη μέσω της υπόθεσης των προσφύγων. Κάπου κάπου αναδύεται στην επιφάνεια και το παράδοξο, εκβιαστικό αίτημα της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ. Ήδη, η Τουρκία, η οποία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ μαζί με την Ελλάδα το 1952 –στο πλαίσιο τότε της ανάσχεσης του κομμουνισμού– έχει ιστορικό υπερβολικών απαιτήσεων από τη Συμμαχία και εγκληματικής αναξιοπιστίας έναντι των γειτόνων της.

Ο Ερντογάν δεν είναι, φυσικά, μεμονωμένο φαινόμενο λαϊκού, αυταρχικού ηγέτη: όλα τα μεταιχμιακά έθνη και τα μεταιχμιακά κόμματα ζητούν πατέρα: πατριαρχική προστασία, αφαίρεση ατομικών ευθυνών, εθνολαϊκισμό. Γι’ αυτό, η δημοτικότητα του Βλαντιμίρ Πούτιν υπερβαίνει τα σύνορα της Ρωσίας: η Μαρίν Λεπέν είναι θαυμάστριά του – και επειδή καμιά γαλλική τράπεζα δεν έδινε δάνειο στο κόμμα της, δανείστηκε από ρωσικές τράπεζες. (Τόσο ανόητοι μπορούν να γίνουν οι Γάλλοι...) Και σαν να μην έφταναν όλ’ αυτά, υπάρχει ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσοστό Ευρωπαίων που, μπροστά στα δεινοπαθήματα της δημοκρατίας, νοσταλγούν τους «μεγάλους», εθνικιστές ηγέτες που ήξεραν να δίνουν κάπου-κάπου ένα γερό ράπισμα. Εξάλλου, στην Ανατολή –και, εν μέρει, στην Ευρώπη– η μεγαλομανία, ο κυνισμός, το βροντώδες ύφος, η επί πτωμάτων αναρρίχηση και διατήρηση στην εξουσία θεωρούνται χαρακτηριστικά «μεγάλου» ηγέτη. Εξού και η αμφισημία έναντι του Στάλιν: «μεγάλος τιμονιέρης» για πολλούς – οικοδόμησε τον σοσιαλισμό σε μια χώρα παρά τον καπιταλιστικό κλοιό, κατατρόπωσε τους Γερμανούς... Και άλλοι μύθοι...

Το καθεστώς του Ερντογάν είναι μια πολιτική καταστροφή όχι μόνον για την Τουρκία αλλά για τον διεθνή χώρο. Στην τουρκική τηλεόραση το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης καταλαμβάνει το 90% του χρόνου: δεν είναι ούτε το μοναδικό, ούτε το μείζον πρόβλημα της ελλειμματικής τουρκικής δημοκρατίας – το αναφέρω ενδεικτικά. Άλλωστε, ο Ερντογάν δεν μπαίνει τον κόπο να κρύψει ούτε την εσωτερική, ούτε την εξωτερική στρατηγική του: ως σουνίτης έχει συμμαχήσει με το Ισλαμικό κράτος τόσο επειδή έχει σχέδιο εξισλαμισμού, όσο κι επειδή το ISIS εξοντώνει, παρεμπιπτόντως, τους Κούρδους. Αν υπήρχε ανεξάρτητο σύστημα δικαιοσύνης στην Τουρκία θα είχαμε μάθει περισσότερα για τις σφαγές των Κούρδων από το ISIS, κανείς όμως δεν τολμά να ζητήσει εξηγήσεις από τον Ερντογάν.

Ακούγεται κοινοτοπία: ο Ερντογάν είναι πάρα πολύ επικίνδυνος. Διχάζει τον λαό του (εδώ υπάρχουν ομοιότητες με την Ελλάδα), χρησιμοποιεί εμφυλιοπολεμικό ιδίωμα (κι εδώ υπάρχουν ομοιότητες), φουσκώνει τον λαϊκό εθνικισμό και μεγαλοϊδεατισμό (κι εδώ): τα ηττημένα, παρηκμασμένα και καθυστερημένα έθνη είναι επιρρεπή στην οίηση (αποτέλεσμα συμπλέγματος κατωτερότητας) και στο φιλοπόλεμο πνεύμα που υποτίθεται ότι θα φέρει την ιστορική ρεβάνς. Αυτή τη ρεβάνς ο Ερντογάν την αντιλαμβάνεται σαν πορεία προς τα πίσω, προς το ισλαμικό και απολυταρχικό παρελθόν. Πρόκειται για μια ζωντανή τάση της τουρκικής κοινωνίας που συνδέεται με το κίνημα του τουρκισμού το οποίο αναλυόταν σε τρεις συνιστώσες: εκτουρκισμό, εξισλαμισμό, εκσυγχρονισμό (Turklesmek, Islamlasmak, Muasirlasmak) – ο «εκσυγχρονισμός» νοούνταν και νοείται με οικονομικούς, όχι με πολιτικούς και ηθικούς όρους. (Δεν ταυτίζεται με τον «εκμοντερνισμό»-Μodernizasyon.) Παρά τις πολλαπλές αναταράξεις από την Επανάσταση των Νεοτούρκων –την ίδρυση του τουρκικού κράτους από τον Κεμάλ, τον κεμαλισμό ως πολιτικό σύστημα, την επικράτηση του Δημοκρατικού Κόμματος του Αντνάν Μεντερές, τα διαδοχικά στρατιωτικά πραξικοπήματα (1960, 1971, 1980, 1997)– η τουρκική κοινωνία φαίνεται πως καθοδηγείται ακόμα από τις θεωρίες του Ζιγιά Γκιοκάλπ, του ποιητή και θεωρητικού που εμπνέει τον Ερντογάν.

Το απολυταρχικό, πλην ένδοξο, χθες ανακινεί και ο Βλαντιμίρ Πούτιν που παριστάνει τον Μεγάλο Πέτρο. Τα λεγόμενα των δύο ηγετών διαφέρουν σε εκρηκτικό βαθμό αλλά το ιδίωμα και ο κώδικάς τους μοιάζουν: ο Ερντογάν και ο Πούτιν, καθώς και πολλοί εθνικιστές της δεξιάς και της αριστεράς σε ολόκληρη την Ευρώπη, επιδίδονται σε παραληρητικό αντιγερμανισμό: το πνεύμα της εποχής θυμίζει τον Μορίς Μπαρρές και τον Πολ Ντερουλέντ που κράδαιναν τη σημαία του γαλλικού εθνικισμού στα τέλη του 19ου αιώνα. Όταν επιστρέφουμε στο παρελθόν κινδυνεύουμε να πέσουμε στο κενό: το παρελθόν είναι διάτρητο.