- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
«Άγριος σπόρος» – δείτε το
Ατμόσφαιρα σκληρού νατουραλισμού και υπερεαλιστικής αφαιρετικότητας, στις αποχρώσεις του βαθιά νεοελληνικού...
«Με μισές αλήθειες οι λαοί καλλιεργούν και θρέφουν τις εθνικές τους προκαταλήψεις. Μέσα σε ένα περιβάλλον εθνικής αυταρέσκειας οι εθνικές προκαταλήψεις, απαλλαγμένες από ατομική συνείδηση και συναισθήματα, αποκτούν τη σκληρότητα ενός λαϊκού κατηγόρου. Κανένα ελαφρυντικό δεν γίνεται δεκτό. Έτσι, η απλούστευση των κατηγοριών αποκτά μια ιδιαίτερη τεχνική και η γενίκευση γενικεύεται ως κανόνας. Φταίχτες είναι οι άλλοι» (ο συγγραφέας Γιάννης Τσίρος για το θεατρικό του έργο «Άγριος Σπόρος» που παίζεται στο θέατρο Επί Κολωνώ)
Mια αυτοσχέδια αυθαίρετη καντίνα σε μια απόμερη παραλία της επαρχίας είναι ένα οριακό μεταίχμιο ελληνικής παρακμής. Ο Σταύρος πουλάει σουβλάκια με πολύ λίπος, σαλάτα με μουχλιασμένη φέτα και μπίρες, προσπαθώντας βγάλει άκρη με τα χρέη που τον πνίγουν. Η παρανομία είναι η ρουτίνα του, προσπαθεί να ξεφύγει από τους κανόνες και τους διοικητικούς παραλογισμούς για να επιβιώσει. Το χοιροστάσιο στο χωριό είναι μια υγειονομική και αισθητική πρόκληση - οι Ολλανδοί δίπλα βάζουν δυνατά όπερα όταν ο Σταύρος σφάζει τα γουρούνια. Όταν εξαφανίζεται ένας νεαρός Γερμανός που έκανε ελεύθερο κάμπινγκ στην παραλία αρχίζουν έρευνα οι «ξένοι» και ως ύποπτος σκιαγραφείται ο άξεστος καντινιέρης που τσακώθηκε μαζί του, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, επειδή φλέρταρε την κόρη του Χαρούλα, τον μέθυσε με ούζα και μετά τον έμαθε να χορεύει ζεϊμπέκικο. Μέχρι κάποια στιγμή ο θεατής αναρωτιέται μήπως πράγματι ο αθυρόστομος και ακατέργαστος μικροαπατεώνας έκανε το κακό, όπως πιστεύουν πολλοί από τους γύρω του που ηδονίζονται παρακολουθώντας την καταπάτηση των δικαιωμάτων του στο πλαίσιο μιας ανακριτικής διαδικασίας που ξεπερνά τα όρια της νομιμότητας.
«Η θάλασσα το πρωί είναι όμορφη. Την κοιτάς και σου έρχεται να την πιεις. Αν όμως την πιεις θα ξεράσεις. Δεν είναι αυτό που δείχνει. Οπως και οι άνθρωποι. Κάποια στιγμή ξερνάς και μ΄ αυτούς».
Είναι κάτι που είπε ο αγνοούμενος Βόλφγκανγκ στη Χαρούλα πριν εξαφανιστεί αφού της χάρισε τη φυσαρμόνικά του. Εκείνη την πέταξε στη θάλασσα όταν διαπίστωσε ότι εκείνος την άφησε και έφυγε από την παραλία και με την αποκάλυψη αυτού του μυστικού υποχώρησε η αίσθηση ότι ο νεαρός Γερμανός δολοφονήθηκε από το σφαγέα γουρουνιών που η γυναίκα του θέλει να τον χωρίσει και κανείς δεν βρίσκεται να τον υπερασπιστεί.
«Δεν μπορώ να χαθώ από μπροστά τους, ούτε να μην τους χαλώ τη θέα του τοπίου. Γιατί είμαι και εγώ μέσα στο τοπίο. Μέρος του τοπίου είμαι. Υπάρχω. Και δεν σκοπεύω να πάψω να υπάρχω».
Ο ίδιος αισθάνεται κάπως σαν τον «Απόκληρο» του τραγουδιού που βάζει στο ραδιόφωνο για να μερακλώσει ενοχλώντας την κόρη του που τον στηρίζει μέχρι το τέλος παλεύοντας με τις αντιφάσεις της.
Η σκηνοθέτρια Ελένη Σκότη, ψυχή της ομάδας Νάμα, απογείωσε το έργο δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα μεταξύ σκληρού νατουραλισμού και υπερεαλιστικής αφαιρετικότητας, παίζοντας με τις αποχρώσεις του βαθιά νεοελληνικού. Άφησε να αιωρείται μέχρι το τέλος η αμφιβολία για τα όρια ανάμεσα στο καλό και στο κακό, στο κανονικό και στο παράταιρο, στο φυσικό και στο αφύσικο. Σε δυσκολεύει να πειστείς ότι ο Σταύρος είναι ένας καταραμένος ή ένας Ζορμπάς, να θυμώσεις μαζί του, να τον αντιπαθήσεις ή να ταυτιστείς με τα πάθη του, είναι πάντα και κοντά και μακριά, δικός σου και ξένος, σπαρακτικά οικείος και την ίδια ώρα αλλόκοτος - τελικά δεν ξέρεις αν αντέχει περισσότερο αυτός ή η πραγματικότητα, αν τον έφτιαξε έτσι η χώρα ή αν αυτός και οι άλλοι φτιάχνουν έτσι τη χώρα.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ (Ηλίας Βαλάσης) Περάσανε τα παλιά, Σταύρο. Πάει η εποχή της αυθαιρεσίας. Όλα τα πριν για αυτή τη χώρα αποτελούν παρελθόν. Κι εσύ αποτελείς παρελθόν. Και η καντίνα. Πανηγύρι κάνουν όλοι που θα ξηλωθεί από δω και θα καθαρίσει ο τόπος.
ΣΤΑΥΡΟΣ (Τάκης Σπυριδάκης) Τίποτα δεν τελείωσε, τίποτα δεν πάει. Δεν ξέρουν με ποια ράτσα τα βάλανε… Ούτε που τους περνάει από το νου. Θα έρθουμε αύριο το πρωί από τις πέντε να λύσουμε την καντίνα. Θα τη φορτώσουμε στο αμάξι και θα πάμε να τη στήσουμε αλλού. Κι άμα μας διώξει κι από κεί το θηρίο, αλλού, και μετά πάλι αλλού.
(…)
Αγριος σπόρος φύτρωσε σε ακρογιαλιά σε βράχο… Χίλιους ανθούς επέταξε - και άλλα χίλια αγκάθια… Οι ανθοί μοσχομυρίζανε - τα αγκάθια όμως τρυπούσαν…»
ΧΑΡΟΥΛΑ (Ντάνη Γιαννακοπούλου) Δεν αντέχουμε άλλο…
ΣΤΑΥΡΟΣ Αντέχουμε… Μια ακρογιαλιά είναι όλη η χώρα.. Παντού φυτρώνουμε…