Πολιτικη & Οικονομια

Στοπ στους κανόνες

Προκόπης Δούκας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Την ημέρα του μεγάλου σεισμού της Πάρνηθας, το 1999, στην προσπάθεια μου να βρεθώ γρήγορα κοντά σε στενούς συγγενείς, πήγα ανάποδα με το αυτοκίνητο, στην έρημη Αριστείδου, στο κέντρο της Αθήνας. Ένας αστυνομικός, που βρέθηκε μπροστά μου, αντί να με γράψει (όπως θα έκανε οποιοσδήποτε συνάδελφος του στο δυτικό κόσμο, αλλά σπανιότατα θα κάνει τροχαίος στην Ελλάδα, ακόμα κι αν συμβεί η βαρύτερη παράβαση, μπροστά στα μάτια του, εφόσον δεν συμμετέχει σε οργανωμένο συνεργείο, που έχει στήσει “καρτέρι”), μου απηύθυνε μια σύσταση, με απεγνωσμένο ύφος: “Σας παρακαλώ, μην το κάνετε αυτό, συμβάλλει στον πανικό, φανταστείτε να το κάνουν όλοι, τι ζούγκλα θα γίνει”. Ντράπηκα πολύ, παρά το οτι είχα ελέγξει προσεκτικά τον δρόμο - και συνειδητοποίησα πόσο λάθος και αντικοινωνικό είναι η μη τήρηση των κανόνων, ειδικά σε μια τέτοια κατάσταση ανάγκης.

Ένα παρόμοιο φαινόμενο παρατηρώ τους τελευταίους μήνες στους δρόμους, χωρίς όμως την όποια δικαιολογία της έκτακτης περίστασης του σεισμού. Περισσότερο από ποτέ, οδηγοί τετράτροχων, δικυκλιστές και πεζοί αγνοούν επιδεικτικά τους (απαραίτητους) κοινούς κανόνες “συμβίωσης” στην άσφαλτο, πολλές φορές με τεράστιο ρίσκο. ΙΧ παραβιάζουν κάθε είδους σήματα, κόκκινα ή μη. Φορτηγά και λεωφορεία προσπερνούν με θράσος και οδηγούν στην αριστερή λωρίδα με ιλιγγιώδεις ταχύτητες, στην Αττική Οδό. Δίκυκλα θεωρούν (περισσότερο από ποτέ) δεδομένο οτι είσαι υποχρεωμένος να κάνεις στο πλάι, για να προσπεράσουν ανάμεσα στις λωρίδες, ενώ τυπικά είναι παράνομο. Μέχρι και αυτοκίνητο που τα έβαλε με πεζό, γιατί διέσχιζε πεζόδρομο, στον οποίο κυκλοφορούσε (βεβαίως) παράνομα, είδα έκπληκτος.

Στη Σαρρή, υπάρχει κάποιος που καθημερινά στρίβει την κολόνα με το απαγορευτικό, ώστε να μην το βλέπουν τα οχήματα που έρχονται, ενώ ούτως ή άλλως, δεκάδες το παραβιάζουν όλες τις ώρες της ημέρας. Λες και “όλοι” έχουν βαλθεί να ανατρέψουν τη στοιχειώδη λειτουργία της πόλης. Αν ήταν μεμονωμένα περιστατικά, θα έλεγε κανείς οτι εμπίπτουν σε αυτό το 10% των συνανθρώπων μας, που πάσχουν από ψυχικές διαταραχές, με κίνδυνο να δεχτεί την κριτική των ειδικών στις ψυχικές νόσους, που ξέρουν καλύτερα. Θα μπορούσε να πει κανείς επίσης οτι οι δυσκολίες και η παρατεταμένη δυσπραγία τεντώνουν τα νεύρα και οξύνουν τις μέχρι τώρα παθογένειες και ελλείψεις μας.

Είναι όμως και κάτι παραπάνω: Μια μικρή συζήτηση με μερικούς “εξεγερμένους” θα αποκαλύψει οτι πρόκειται για μια γενικότερη “αμφισβήτηση της κατάστασης”. Είναι η αντίδραση στην κρίση, στο μνημόνιο, στην οικονομική εξόντωση, στο “κακό μας το ριζικό”. Είναι, όπως μου είπε χαρακτηριστικά κάποιος οπαδός του “δεν πληρώνω”, οτι “εγώ δεν αναγνωρίζω κυβερνήσεις και σύνταγμα”. Και είναι μέρος της γενικότερης αντίληψης, που απαντάει τυφλά και κακομαθημένα στο πολιτικό, κοινωνικό και αισθητικό χάσμα που αποκάλυψε η απότομη πτώση της χώρας, από τη “φούσκα” στη σκληρή “διόρθωση” της πραγματικότητας.

Σα να λένε, “τέρμα αυτά που ξέρατε”. Όχι τα φαύλα και τα σάπια, αλλά αυτά που κάνουν τη συμβίωση μας δυνατή και τη ζωή μας υποφερτή. Λες και η απουσία κανόνων (ακόμα και στοιχειώδους ευγένειας) στο δρόμο θα πλήξει την τρόικα και τις τράπεζες ή θα ανακουφίσει τους πιο αδύναμους συμπολίτες μας (πιθανότατα θα τους επιβαρύνει ακόμα περισσότερο). Μαζί, αναδύονται και όλες οι πιθανές αυτοκαταστροφικές νοοτροπίες, που φτάνουν ακόμα και στην προτροπή κάποιων διαδηλωτών προς ταραξίες “να τα κάψουν όλα”, που ακούστηκε σε κρίσιμες καμπές αυτές της κρίσης.

Η σύγχυση και η βαθιά αντικοινωνική συμπεριφορά είναι κατά βάθος ένας υπέρμετρος εγωισμός και ωχαδερφισμός, που επενδύεται πολιτικά με πομφόλυγες περί “ανυπακοής” και “αντίστασης” (το αντίθετο δεν είναι απαραίτητο). Είναι ακριβώς η άλλη πλευρά του νομίσματος του άξεστου νεοπλουτισμού, που υποτίθεται οτι καταπολεμάει. Και συνοδεύεται συνήθως από μια ακόμα νοοτροπία, που απαιτεί μια κακώς εννοούμενη “ισότητα” στα πάντα, χωρίς να λαμβάνονται υπόψιν υποχρεώσεις και αξιοκρατία.

Γι αυτό και είναι πολύ φυσιολογικό η νοοτροπία αυτή να επικαλείται συνεχώς το “μα κι αυτός πέρασε το κόκκινο, γιατί όχι κι εγώ”. Και αφού αυτός παίρνει τόσα “γιατί όχι κι εγώ” - κι ας είναι ο ένας άξιος και σκίζεται στη δουλειά, ενώ ο άλλος λουφάρει και κοροϊδεύει την κοινωνία. Άντε αυτό να το εξηγήσεις σε κουτοπόνηρους συνδικαλιστές (που αρνούνται να πάρουν την ευθύνη των πράξεων τους) και φανατικούς εργαζόμενους, που επικαλούνται και τους φόβους για ρουσφετολογικές παρεμβάσεις και πολιτικές διώξεις. Κι αντί να ενισχύσουμε όλοι μαζί τους θεσμούς της αξιολόγησης, ώστε να ξεχωρίσει η “ήρα από το στάρι”, παραμένουμε στη νεφελώδη ισοπέδωση, που καλύπτει τον μειοδότη της όποιας κοινής προσπάθειας.

Στα βασικά δικαιώματα είμαστε (ή θα έπρεπε να είμαστε) όλοι ίσοι. Στο δρόμο της ζωής όμως, όχι. Κι όποιος επιδιώκει το γενικό μπάχαλο, το παραβλέπει εκ του πονηρού. Με κόστος πάντα για τους άλλους, που κοπιάζουν και “πληρώνουν το μάρμαρο”...