- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ακόμη μια φορά για την ταύτιση των άκρων
Η άρνησή μου να εξομοιώσω τα δύο άκρα δεν αποσκοπεί στο να αθωώσω τη βία της άκρας Αριστεράς, ούτε ακόμη περισσότερο να την αρνηθώ
Οι κατά καιρούς τοποθετήσεις μου κατά της εξομοίωσης των άκρων έχουν προκαλέσει αντιδράσεις, ενδιαφέρουσες μεν, αλλά μάλλον εκτός θέματος. Η άρνησή μου να εξομοιώσω τα δύο άκρα δεν αποσκοπεί στο να αθωώσω τη βία της άκρας Αριστεράς, ούτε ακόμη περισσότερο να την αρνηθώ. Αυτή υπάρχει σε καθημερινές μορφές και πολλές φορές σερβίρεται σε θανατηφόρες δόσεις – από τους «ιδεολόγους» δολοφόνους του Μπακογιάννη και του Θάνου Αξαρλιάν μέχρι τους ανεγκέφαλους και ανερμάτιστους δολοφόνους των εργαζόμενων στη Μαρφίν. Δυστυχώς, όμως, υπήρχε και στις υποκινούμενες από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επιθέσεις και προπηλακισμούς κατά αντιπάλων πολιτικών. Επιθέσεις που σήμερα νομιμοποιούν τις χρυσαυγίτικες πρακτικές.
Η άρνηση της εξομοίωσης των άκρων δεν γίνεται επίσης στη βάση ενός αγαθού σκοπού, που υποτίθεται υπηρετούν οι ακροαριστεροί θιασώτες της βίας, και ενός από τη φύση του κακού σκοπού, που υπηρετούν οι ναζιστές-ρατσιστές. Ο καθορισμός των πολιτικών πρακτικών από τους σκοπούς και όχι από τα μέσα ποτέ δεν θα μπορούσε να αποτελεί νομιμοποιητική βάση για την άσκηση βίας, για τον οποιονδήποτε. Εξάλλου και ο κακόπαθος Μακιαβέλι ποτέ δεν δικαιολογούσε το σκοπό ανεξάρτητα από τα μέσα, αλλά, το αντίθετο, δικαιολογούσε μόνο αυτά τα μέσα που συνέβαλαν στην προάσπιση του δημόσιου συμφέροντος. Ποτέ όμως δεν υπάρχουν μέσα που μπορούν να προασπίζουν το δημόσιο συμφέρον, αν αυτά καταρρακώνουν τα ατομικά ανθρώπινα δικαιώματα.
Ούτε πάλι αυτή η άρνηση στοχεύει στο να κάνει διάκριση μεταξύ των θυμάτων της ναζιστικής και αυτών της κομμουνιστικής βίας. Δεν είμαι θιασώτης της επιδερμικής άποψης που αναζητεί ένα ιδεώδη και δημοκρατικό κομμουνισμό, ο οποίος διαστρεβλώθηκε από τους «κακούς» Στάλιν, Μάο και Πολ Ποτ, άντε κάποιοι να προσθέτουν και τον Λένιν, αφήνοντας φυσικά στο απυρόβλητο τον Μαρξ. Θεωρώ εσφαλμένη κάθε ανάγνωση που εκλαμβάνει το ναζισμό ως κάτι το κακό και στη θεωρία και στην πράξη, ενώ στον κομμουνισμό αποδίδει καλές προθέσεις και κακά αποτελέσματα. Η κομμουνιστική θεωρία δεν είναι το καλό παιδί, που έκανε κακές παρέες, αλλά το κακό παιδί με τις ανάλογες στη φύση του κακές παρέες.
Ο κομμουνισμός είναι στη φύση του ολοκληρωτισμός γιατί είναι έκφραση μιας μονιστικής θεωρίας, η οποία εξηγεί την πολυπλοκότητα μόνο στη βάση μιας αιτίας, της ταξικής. Ο ναζισμός, από την πλευρά του, επικαλείται τη φυλετική. Κάθε μονιστική θεώρηση είναι εχθρός του πλουραλισμού, άρα εχθρός της δημοκρατίας. Κομμουνισμός και ναζισμός, από τη δική του σκοπιά ο καθένας, θεωρούσαν τη δημοκρατία ως κακό πολίτευμα αλλά ως καλό μέσο για τους σκοπούς τους.
Η χρήση βίας στα δημοκρατικά κράτη δεν μπορεί να ασκείται παρά μόνο από το κράτος ως το νόμιμο θεσμό της οργανωμένης βίας, με την προϋπόθεση βεβαίως του κοινοβουλευτικού και κοινωνικού ελέγχου των εντεταλμένων φορέων της οργανωμένης βίας. Όσοι ασκούν βία στο πλαίσιο των δημοκρατικών κρατών, τα οποία επιτρέπουν τη διάδοση ιδεών και την ψήφιση κομμάτων που τις εκφράζουν, δεν είναι φορείς πολιτικών αλλά εγκληματικών ενεργειών. Στις δημοκρατικές κοινωνίες δίνονται οι ευκαιρίες σ’ όλους να υποστηρίζουν τις απόψεις τους, χωρίς «να δέρνουν» τους άλλους.
Η πρώτη ένστασή μου για την εξομοίωση των άκρων αναζητεί τις αρχές της στη Χάνα Άρεντ, η οποία θεωρούσε πως οποιαδήποτε εξομοίωση του κακού μετατρέπει σε κοινοτοπία το απόλυτο κακό, που γι’ αυτήν ήταν ο ολοκληρωτισμός και με τις δύο εκφάνσεις του, αλλά κυρίως με τη φυλετική του. Η δεύτερη ένστασή μου πάλι ξεκινά από την Άρεντ, η οποία στο βιβλίο της «Για την επανάσταση» (1963) αντιμάχεται την άποψη στοχαστών όπως οι Ραϊμόν Αρόν και Φρανσουά Φιρέ, που ταύτιζαν την έννοια της επανάστασης με τον ολοκληρωτισμό. Η Άρεντ, αντιθέτως, υποστηρίζει πως η πορεία των επαναστάσεων προς τη βία και τον ολοκληρωτισμό δεν είναι νομοτελειακή, αλλά αποτέλεσμα της μετατόπισης των στόχων τους από την επίτευξη της δημόσιας ελευθερίας προς άλλους εξωπολιτικούς στόχους.
Η Άρεντ φροντίζει από την αρχή να μας διευκρινίσει πως ο σκοπός κάθε επανάστασης οφείλει να είναι η εγκαθίδρυση της δημόσιας ελευθερίας, αλλά ταυτόχρονα μας προσγειώνει στην πραγματικότητα της τραγικής σύγκρουσης μεταξύ της ανθρώπινης βούλησης και των αποτελεσμάτων της ανθρώπινης δράσης. Η εξομοίωση των άκρων μετατρέπει το κακό (φασισμός και κάθε είδους ολοκληρωτισμός) σε κοινοτοπία και την κάθε δημοκρατική επανάσταση (Αγγλική, Γαλλική και Αμερικανική) σε κακό.
Αυτή η εξομοίωση είναι ο δρόμος του αφοπλισμού των δημοκρατιών έναντι των ολοκληρωτισμών, αφού στην απλοϊκότητά της αποκλείει κάθε βίαια, επαναστατική αντίσταση κατά του κακού. Βεβαίως και είναι τουλάχιστον υπερβολή –θα το έλεγα και ανοησία– η άποψη που θεωρεί τη βία ως μαμή της ιστορίας. Είναι όμως το ίδιο επιδερμική και ανόητη η άποψη που θεωρεί πως ο κόσμος θα είχε κάνει έστω και ένα βήμα από την προϊστορική εποχή, αν δεν υπήρχε η βία κατά των ισχυρών και οι δημοκρατικές επαναστάσεις.
Αν είχαν δίκιο όλοι όσοι ταυτίζουν τους ολοκληρωτισμούς με τη χρήση βίας και τις επαναστάσεις θα ζούσαμε ακόμη σε προνεωτερικές, αυταρχικές και ολοκληρωτικές κοινωνίες. Οι ίδιοι δεν κατανοούν πως έτσι στρώνουν το δρόμο σε κοινωνίες που δεν θα αντιδρούν στους Μιχαλολιάκους. Και αυτό είναι σήμερα ζωτικό ζήτημα για τη χώρα και όχι θεωρητικό.