- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η Μαριέττα Γιαννάκου ξέρει να κερδίζει
Αλλά και να χάνει. Όχι όμως να παραιτείται.
Ένας πολιτικός, λένε, δεν αγαπά πραγματικά τους ανθρώπους αν δεν αγαπά πρωτίστως την ίδια τη ζωή. Η Μαριέττα Γιαννάκου είναι η πολιτικός που έχει αποδείξει το πάθος της για τη ζωή, όταν χρειάστηκε να δώσει τη δική της 10μηνη μάχη. Και την κέρδισε.
Έχουν περάσει μόλις πέντε χρόνια μετά την προσωπική περιπέτεια με την υγεία της, και η Μαριέττα Γιαννάκου σήμερα εξακολουθεί να κάνει όλα όσα έκανε στο παρελθόν. Ως επικεφαλής των Ευρωβουλευτών της ΝΔ ταξιδεύει συχνά μεταξύ Στρασβούργου, Βρυξελλών και Αθήνας, βρίσκεται ώρες στο προσωπικό της γραφείο με τους συνεργάτες της προετοιμάζοντας τις παρεμβάσεις που κάνει συχνά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, παρακολουθεί καθημερινά τις ειδήσεις που μεταδίδουν τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, συνομιλεί συστηματικά με Ευρωπαίους ομολόγους της για τις εξελίξεις στην Ελλάδα, διαβάζει κάθε νέο βιβλίο που κυκλοφορεί, περνάει τα Σαββατοκύριακα με την κόρη της στο σπίτι τους στα Κάτω Πατήσια και φυσικά φροντίζει να προσέχει πάντα την εμφάνισή της διατηρώντας το προσωπικό της στιλ. «Όχι, ποτέ δεν πέρασε ούτε μια στιγμή από το μυαλό μου ότι θα άλλαζα κάτι απ’ όσα συνήθιζα ή μου άρεσαν να κάνω» απαντάει στην ερώτηση αν υπήρξαν φορές που ένιωσε ότι παραιτείται μετά τη δοκιμάσια που πέρασε. «Δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα από τη ζωή. Και όσο πιο γρήγορα το αντιληφθεί κανείς αυτό, τόσο πιο αποτελεσματικά διαχειρίζεται τις προκλήσεις που έχει μπροστά του».
Η Μαριέττα Γιαννάκου αγαπάει το κέντρο της Αθήνας περισσότερο απ’ οποιοδήποτε άλλο μέρος στην Αττική. Άλλωστε αυτός είναι και ο λόγος που παρά την υποβάθμιση που γνωρίζει η περιοχή του πάλαι ποτέ ένδοξου αθηναϊκού κέντρου, η ίδια επιμένει να μένει στο σπίτι της στα Κάτω Πατήσια, παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν εκεί για τους ανθρώπους με κινητικά προβλήματα. «Η Αθήνα είναι δυστυχώς πολύ πίσω στις υποδομές της σε σύγκριση με τις Βρυξέλλες. Οι Βρυξέλλες είναι μία πολύ φιλόξενη πόλη για άτομα που αντιμετωπίζουν προβλήματα στις μετακινήσεις. Εγώ βέβαια μπορώ και περπατάω, αλλά υπάρχουν στιγμές που κουράζομαι. Ευτυχώς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπάρχει ένα ηλεκτρονικό σκούτερ, το οποίο χρησιμοποιώ πλέον, κι έτσι μετακινούμαι ταχύτατα!».
Φοιτήτρια Ιατρικής (21 ετών) - Λαϊκό Νοσοκομείο
Στη ζωή και στην πορεία της υπήρξαν προσωπικά βιώματα που την πλήγωσαν. Εξομολογείται ότι η απώλεια του πατέρα της, όταν η ίδια ήταν μόλις σε ηλικία έντεκα ετών, την πόνεσε αλλά και τη σημάδεψε. Όταν ερωτάται για αυτό η φυσιογνωμία του προσώπου της αλλάζει, καταμαρτυρώντας πως είναι κάτι που της έχει στοιχίσει. «Η απώλεια του πατέρα μου ήταν κάτι πολύ διακριτό στη ζωή μου. Θυμάμαι πολλά από εκείνον. Να παίζουμε σκάκι, να συζητάμε πολύ. Μου μετέδωσε την αγάπη για τη γνώση. Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος ανοιχτών οριζόντων. Και θυμάμαι ότι τον θαύμαζα πάρα πολύ ως παιδί τότε, απ’ όσο πρόλαβα να τον γνωρίσω».
Για πολλά όμως από τα στοιχεία που έχει στο χαρακτήρα, όπως ο δυναμισμός και το πείσμα της, καθοριστικό ρόλο φαίνεται ότι έπαιξε η μητέρα της. «Είμαι τυχερή που στη ζωή μου έχω μία μητέρα που μέχρι σήμερα έχει αποδειχθεί ένας άνθρωπος δυνατός και αποφασιστικός. Ίσως να αναγκάστηκε να γίνει, καθώς έπρεπε μέσα στην οικογένεια να παίζει και το ρόλο του πατέρα. Η οικογένειά μας ήταν πολύ ανοιχτή και διόλου αυταρχική, όπως ήταν πολλές οικογένειες εκείνη την εποχή». Μια βαθιά πολιτική οικογένεια, αφού όπως η ίδια περιγράφει «στο σπίτι έμπαιναν καθημερινά πέντε εφημερίδες: Καθημερινή, Βήμα, Ακρόπολη, Έθνος και Εθνικός Κήρυκας. Η οικογένειά μου ανήκε στο δεξιό χώρο και οι γονείς μου ψήφιζαν Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ήταν όμως άνθρωποι που είχαν συμμετάσχει στην Εθνική Αντίσταση και διακατέχονταν σε όλο το εύρος των απόψεών τους από έντονα φιλελεύθερες ιδέες, με τις οποίες με γαλούχησαν κι εμένα» σημειώνει.
Η Μαριέττα Γιαννάκου προσβλήθηκε από νωρίς από το «μικρόβιο» της πολιτικής. Ως φοιτήτρια στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, με την επάνοδο της δημοκρατίας, είναι από τους πρώτους που εγγράφονται στην ΟΝΝΕΔ. Μιλάει πάντα με σεβασμό για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος την είχε τοποθετήσει τότε μέλος της εκτελεστικής γραμματείας της νεολαίας. Θυμάται μάλιστα πως «όταν συνεδριάζαμε, κάθε φορά που ζητούσα το λόγο ο Καραμανλής μού τον έδινε με μεγάλη άνεση, παρά το ότι κάποιοι μού έλεγαν “τι ζητάς τώρα το λόγο εσύ, που ακόμα δεν βγήκες απ’ τ’ αυγό σου!”».
1o Φεστιβάλ ΟΝΝΕΔ, 1978
Ημερομηνία σταθμός: 19η Δεκεμβρίου του 1991. Όταν έρχεται στη ζωή η κόρη της Ζωή-Ηλέκτρα. «Είναι το σπουδαιότερο, το ουσιαστικότερο πράγμα που έκανα στη ζωή μου. Ήμουν και είμαι πάντα πολύ κοντά της. Τώρα που λείπω στις Βρυξέλλες μιλάμε όλη την ημέρα στο τηλέφωνο, αν και πολλές φορές τα παιδιά βαριούνται τους γονείς σε αυτή την ηλικία. Έχει τους φίλους της, σπουδάζει, τραβάει τη δική της ρότα στη ζωή. Είμαστε όμως πολύ δεμένες και ξέρει ότι είναι η πηγή της απόλυτης ευτυχίας για μένα» λέει με ένα χαμόγελο και το πρόσωπό της γλυκαίνει.
Με την κόρη της, Ζωή-Ηλέκτρα
Στην πολιτική της καριέρα, ο πιο σκληρός πόλεμος που δέχεται διαρκεί από το 2004 μέχρι το 2007, όσο διατέλεσε υπουργός Παιδείας. Είναι το διάστημα που η Μαριέττα Γιαννάκου υπερασπίζεται με πάθος τη μεταρρύθμιση που θέλει να περάσει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση της χώρας μας. Η αποφασιστικότητά της να μην υποχωρήσει στις πιέσεις και το πολιτικό κόστος προκαλεί λυσσαλέες επιθέσεις εναντίον της ίδιας και των αλλαγών που προωθεί, πληρώνοντας βέβαια στις επόμενες εκλογές το ανάλογο πολιτικό κόστος.
Όταν ερωτάται πού αποδίδει σήμερα τις αντιστάσεις που επιδεικνύονται απέναντι σε αλλαγές που επιχειρήθηκαν στην Ελλάδα, είναι σαφής: «Ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, όχι το σύνολό της, είναι πολύ συντηρητικό. Δεν θέλει πραγματικές αλλαγές. Ή τις θέλει στα λόγια, αρκεί να αφορούν στους άλλους. Υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι δεν καταλάβαιναν τι σημαίνει να υπάρξουν διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Γι’ αυτό φτάσαμε κι εδώ που φτάσαμε σήμερα. Αυτά που έπρεπε να έχουμε κάνει εδώ και χρόνια δεν έγιναν και τώρα έρχεται η τρόικα να τα επιβάλει με το πιστόλι στον κρόταφο». Και συνεχίζει: «Εγώ είχα πάρει σοβαρά το πρόγραμμα που επαγγελλόταν η ΝΔ πριν τις εκλογές του 2004. Δεν είχα λόγο να θέλω να γίνω υπουργός, αν ήταν να αφήσω τα πράγματα ως είχαν. Πιστέψτε με, είχα πιο ενδιαφέροντα πράγματα να κάνω. Προσπάθησα μέσα από 22 νόμους, και ιδίως μέσα από το νόμο για την αξιολόγηση και το νόμο-πλαίσιο, να εισαγάγω στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση αρχές που στα αξιόλογα πανεπιστήμια της Ευρώπης θεωρούνται αυτονόητες. Το 2010 η χώρα μας βρισκόταν αντιμέτωπη με τον κίνδυνο να πεταχτεί εκτός του ανώτατου χώρου εκπαίδευσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό θα δημιουργούσε αλυσιδωτές επιπτώσεις στην αναγνώριση των ελληνικών τίτλων σπουδών. Μπροστά σε αυτό τον κίνδυνο δεν υπήρχε περίπτωση να αναλάμβανα την ευθύνη να μείνω με σταυρωμένα τα χέρια. Η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που επένδυαν το μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ στην ανώτατη εκπαίδευση. Η Ιταλία και η Γερμανία επένδυαν γύρω στο 1% κι εμείς γύρω στο 1,5% του ΑΕΠ. Ήταν αδιανόητο με τέτοιες επενδύσεις οι νέοι να μην απολαμβάνουν τα προϊόντα γνώσης που δικαιούνταν».
Το 2009 ήταν η τρίτη φορά που η Μαριέττα Γιαννάκου ετοίμασε τις βαλίτσες της για τις Βρυξέλλες προκειμένου να εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην Ευρωβουλή. «Σε μία περίοδο που η Ελλάδα είναι στο διεθνές επίκεντρο, η χώρα μας έχει περισσότερο από ποτέ την ανάγκη να έχει τη δική της πολιτική φωνή και παρουσία στην Ευρώπη. Σε αυτή τη συγκυρία ο ρόλος του Έλληνα Ευρωβουλευτή είναι ίσως πιο σημαντικός από ποτέ για τη δημιουργία θετικών πολιτικών συσχετισμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο που έχει ανάγκη η Ελλάδα, ώστε να αποτραπεί ο κίνδυνος πολιτικής απομόνωσης και περιθωριοποίησης. Υπό αυτή την έννοια, νιώθω ικανοποιημένη γιατί μπορώ να προσφέρω πολλά περισσότερα απ’ όσα αν δραστηριοποιούμουν στην εθνική πολιτική σκηνή».
«Σίγουρα υπάρχει ανησυχία στις Βρυξέλλες για τη Χρυσή Αυγή. Το ίδιο φαινόμενο εμφανίστηκε και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Είναι όμως ελληνικό φαινόμενο η στάση βουλευτών της Χρυσής Αυγής, οι οποίοι προσπαθούν να υποκαταστήσουν το κράτος. Αυτό που θα πρέπει να ξεκαθαρίσει η ίδια η Βουλή είναι τι σημαίνει “ασυλία βουλευτού”. Διότι η ασυλία είναι για να προφυλάσσει τους βουλευτές από κακοήθεις παρεμβάσεις για πολιτικούς λόγους. Δεν είναι για να χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για παράνομες πράξεις. H δημοκρατία θα πρέπει να αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο όλους όσοι ασχημονούν εις βάρος της, μεταχειρίζονται βία ή έκνομες ενέργειες για να επιβάλουν τον εαυτό τους ή τη γνώμη τους, είτε αυτοί ανήκουν στην άκρα δεξιά είτε ανήκουν στην άκρα αριστερά. Υπήρξε για χρόνια μία ανοχή στην αριστερή βία από την ίδια την κοινωνία και από μεγάλη μερίδα των media. Ελπίζω ότι, όση οργή και αν έχουν οι Έλληνες, όσο κι αν αισθάνονται ανασφαλείς, έχει γίνει στοιχειωδώς κατανοητό ότι τα φαινόμενα αυτά, απ’ όπου κι αν προέρχονται, μας οδηγούν προς τα πίσω».