Πολιτικη & Οικονομια

«Δυναμική Ελλάδα», μια νέα κίνηση πολιτών

A.V. Team
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Δόθηκε το Σάββατο στη δημοσιότητα η διακύρηξη της νέας κίνησης πολιτών «Δυναμική Ελλάδα» την οποία υπογράφουν 500 πολίτες.


Η «Δυναμική Ελλάδα» είναι μια κίνηση πολιτών που στοχεύει στην κατάθεση και την προώθηση ιδεών και προτάσεων για το μέλλον αυτής της χώρας και στη δημιουργία των προϋποθέσεων για τη σύνθεση των προοδευτικών ιδεών. Η κίνησή μας είναι ένας χώρος συνεύρεσης και επεξεργασιών πολιτικών προτάσεων που μπορούν να γίνουν πράξη. Εδώ συναντιούνται οι σκέψεις ανθρώπων που, άσχετα από την ιδιαίτερη αφετηρία τους και το πώς αυτοπροσδιορίζεται ο καθένας, προτάσσουν το συμφέρον της κοινωνίας και την κοινωνική δικαιοσύνη. Στοχεύουν στην υποστήριξη μιας ανταγωνιστικής και υγιούς οικονομίας και εναντιώνονται στις ομάδες πίεσης, στις συντεχνίες και στον εφήμερο πλουτισμό.

Θεωρούμε ότι οι άνθρωποι που μοιραζόμαστε κοινές ή περίπου κοινές απόψεις για την εξέλιξη της χώρας, όπως κι αν τις ονομάσουμε (μεταρρύθμιση, εκσυγχρονισμός, σοσιαλδημοκρατία, φιλελευθερισμός, προοδευτικότητα, ρεαλισμός), πρέπει να αποκτήσουμε μια κοινή πλατφόρμα επικοινωνίας και δοκιμασίας των ιδεών μας.

Πρόθεση της «Δυναμικής Ελλάδας» είναι η οριστική ρήξη με τις αρνητικές μεθόδους του παρελθόντος. Δεν μηδενίζουμε τα πάντα, ούτε θεωρούμε ότι η πρόοδος θα προκύψει εξ αρχής, από παρθενογένεση. Όμως η ρήξη με το παρελθόν πρέπει να είναι αμετάκλητη. Συνεπώς, η «Δυναμική Ελλάδα», χωρίς να είναι πολιτικό κόμμα, επιδιώκει συνειδητά τη σύνθεση των διάσπαρτων θέσεων των απόψεων που κινούνται σε μεταρρυθμιστική – εκσυγχρονιστική κατεύθυνση, στοχεύοντας στην επεξεργασία και προβολή ρεαλιστικών πρακτικών και εφαρμόσιμων θέσεων.

Η χώρα μας διαθέτει τεράστιο αναξιοποίητο αποθεματικό, όσον αφορά τόσο το ανθρώπινο δυναμικό της, όσο και τις υλικές της δυνατότητες. Ταυτοχρόνως όμως, χτίσαμε μια κοινωνία, στη λογική τής έκπτωσης από το δημόσιο καλό και της διαμεσολάβησης προς το ιδιαίτερο και το πρόσκαιρο. Αυτή η κοινωνία βρίσκεται σήμερα σε μια διαρκή κρίση και διακινδύνευση. Το ελληνικό κράτος και το πολιτικό σύστημα δεν κατόρθωσαν ιστορικά να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και άφησαν την ελληνική κοινωνία εκτεθειμένη σε κάθε είδους δεινά, οικονομικά, πολιτικά και εθνικά. Άλλωστε, η δολοφονία του Καποδίστρια αποτελεί την πιο διαχρονική, επαναλαμβανόμενη και συμβολική πράξη της αδυναμίας συγκρότησης ενός σύγχρονου και λειτουργικού κράτους που να υπηρετεί τα συμφέροντα όλων.

Πιστεύουμε πως χρειάζεται η εδραίωση μιας νέας σχέσης, ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου. Η σχέση ανάμεσα στο Δημόσιο Αγαθό και το Ιδιωτικό Συμφέρον πρέπει να επαναπροσδιοριστεί. Το ίδιο ισχύει και για την ισορροπία Υποχρεώσεων και Δικαιωμάτων, την Αποτελεσματικότητα με την Αλληλεγγύη, τη Δικαιοσύνη, τη Διαφάνεια και τις νέες μορφές Λογοδοσίας.

Οι παλαιές σχέσεις οδήγησαν σε μια σειρά προβλημάτων σχεδόν σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, μερικά από τα οποία παραθέτουμε:

  • H κυριαρχία του κρατισμού, στο όνομα μάλιστα του δημόσιου συμφέροντος, δημιούργησε μεγάλες ανισότητες ως προς τους κοινωνικούς και οικονομικούς πόρους, αλλά και πολλά προνόμια για μερικούς. Αυτές οι ανισότητες υπονόμευσαν την κοινωνική συνοχή και προκαλούν σήμερα την ενδυνάμωση των άκρων. Η λύση βρίσκεται στη ριζική αλλαγή του πολιτικού συστήματος, με σκοπό τη ρήξη με τα κυρίαρχα ιδεολογήματα της νεοελληνικής κοινωνίας: τον κρατισμό και τον λαϊκισμό.
  • Όλες οι πλευρές της κοινωνίας μας, οι πολιτικές και οι κοινωνικές, οι εργοδοτικές και οι συνδικαλιστικές, οι ατομικές και οι συλλογικές, διεκδικούσαν την εκπλήρωση των όποιων δικαιωμάτων τους και την αναίρεση των όποιων υποχρεώσεών τους. Οικοδομήσαμε, έτσι, ένα συνδικαλιστικό μοντέλο το οποίο προσέλαβε καθαρά συντεχνιακό χαρακτήρα, αλλά και ένα πολιτικό σύστημα βασισμένο σε συνδικαλιστικές πρακτικές, αντικαθιστώντας τον εργοδότη με την ΕΕ, από την οποία μονίμως διεκδικούσαμε. Η χώρα, όμως, έχει σήμερα όσο ποτέ την ανάγκη ενός συνδικαλιστικού κινήματος που θα προωθεί τα συμφέροντα των εργαζομένων, αλλά και θα κατανοεί πως οι κοινωνίες χτίζονται στη βάση συγκεκριμένων συναινέσεων και παραχωρήσεων. Η ευθύνη της συγκρότησης ενός σύγχρονου παραγωγικού μοντέλου οικονομίας, μιας εξωστρεφούς και δυναμικής οικονομίας, είναι ευθύνη όλων μας.
  • Το κοινωνικό μας κράτος χτίστηκε ασκώντας επιδοματικές πολιτικές, σε συνδυασμό με μια υποτυπώδη ανάπτυξη υπηρεσιών. Καθώς ήταν αναποτελεσματικό και στους δύο τομείς, ανέπτυξε έναν εξισορροπητικό βερμπαλισμό. Στο όνομα της δημόσιας υγείας, διαμορφώσαμε το πιο «ιδιωτικοποιημένο» σύστημα υγείας στην Ευρώπη. Οι δαπάνες για την «δημόσια και δωρεάν» υγεία, είναι κατά 40% ιδιωτικές. Στις συντάξεις, η κοινωνική δικαιοσύνη υλοποιούνταν μέσω της επιδότησης ορισμένων ασφαλιστικών ταμείων από «κοινωνικούς» πόρους/φόρους που επιβάλλονται σε συγκεκριμένες συναλλαγές, ή ακόμη με το να λαμβάνουν κάποιοι σύνταξη στα 50 ή στα 55, ενώ κάποιοι άλλοι, οι οποίοι εργάζονται σε πολύ πιο δύσκολες συνθήκες, να εξαντλούν τα ηλικιακά όρια.
  • Ακόμη και εκεί που η χώρα είχε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, η στρεβλή ανάπτυξη το εξανέμισε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο αγροτικός τομέας, όπου μέσω των μη στοχευμένων επιδοτήσεων διαλύθηκε η πραγματική παραγωγή. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα η Ελλάδα να βιώνει ακόμα και διατροφική ανασφάλεια, με ένα τεράστιο εμπορικό έλλειμμα στον αγροτικό τομέα.

Η χώρα μας θα είχε αποφύγει πολλές από τις δυσμενείς και αρνητικές συνέπειες τις οποίες ζούμε σήμερα, αν διέθετε ένα διαφορετικό πολιτικό σύστημα. Η άμβλυνση των ανισοτήτων, η προαγωγή της κοινωνικής δικαιοσύνης και αλληλεγγύης, η ισόρροπη εναρμόνιση κοινωνικών αναγκών και οικονομικών πόρων παρέμειναν στη σκιά συγκεκριμένων πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών υστερήσεων. Έτσι, η χώρα μας δεν προχώρησε ποτέ σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.

Κάποιοι θεωρούν πως αρκεί να λάβουμε μέτρα δημοσιονομικού χαρακτήρα και να μειώσουμε τις δημόσιες δαπάνες, οπότε η ανάπτυξη θα έρθει από μόνη της. Η αλήθεια όμως είναι πως χρειάζεται να περάσουμε σε ένα άλλο μοντέλο κοινωνικής παρέμβασης. Σ’ ένα μοντέλο κοινωνικών υπηρεσιών που προτεραιότητά του θα είναι το επίπεδο και η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και η ενίσχυση της κοινωνικής κινητικότητας. Σε ανταγωνιστικά μοντέλα υγείας, όπου τα νοσοκομεία και οι κλινικές θα βελτιώνουν την ποιότητα τους, χωρίς να σπαταλούν πολύτιμους πόρους. Σε ένα επίσης ανταγωνιστικό μοντέλο παιδείας, όπου θα λειτουργούν σύγχρονα σχολεία και πανεπιστήμια (και με τη δημιουργία μη κερδοσκοπικών πανεπιστήμιων, γιατί διαφορετικά τα περιθώρια ανταγωνιστικότητας θα είναι πολύ περιορισμένα). Μια παιδεία που βοηθά τους νέους να βρουν εργασία στη χώρα μας και να μη ξενιτεύονται.

Κοινωνική δικαιοσύνη υπάρχει εκεί όπου επικρατεί η αξιοκρατία, η διαφάνεια και ο υγιής ανταγωνισμός. Εκεί όπου προωθούνται πολιτικές επιβράβευσης αυτών που προσπαθούν και εργάζονται σκληρά και στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα. Εκεί που ευνοούνται πολιτικές ενίσχυσης όσων προέρχονται από χαμηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα για να εκπληρώσουν τις προσδοκίες τους.

Θέλουμε ένα μοντέλο δικαιοσύνης που θα απονέμεται γρήγορα, που θα τηρεί τις αρχές της ισονομίας και θα εξασφαλίζει την τήρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ένα φορολογικό σύστημα με αναπτυξιακό προσανατολισμό. Ένα σύστημα που αντιμετωπίζει ουσιαστικά και ριζικά τη φοροδιαφυγή και μειώνει τα βάρη για τα χαμηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα. Αν τα έσοδα από την άμεση φορολογία, που σήμερα διαμορφώνονται στο 7,7% του ΑΕΠ, έφταναν στο 11% πλησιάζοντας τον μέσο όρο της ευρωζώνης (12,5%), τα οφέλη για τη μείωση του ελλείμματος θα ήταν μεγαλύτερα από τη μείωση που έγινε με τις οριζόντιες περικοπές των μισθών.

Σύγχρονη ριζοσπαστική πολιτική πρόταση είναι η δημιουργία ενός λειτουργικού δημόσιου τομέα βασισμένου στις ανάγκες των πολιτών και όχι η αναπαραγωγή ενός κράτους που λειτουργεί προς όφελος του εαυτού του. Όσο δεν ξεκαθαρίζουμε τα όρια στα οποία εκτείνονται ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας, θα ευνοούμε ιδιαίτερα συμφέροντα στις «γκρίζες περιοχές» μεταξύ των δύο. Πρέπει να πάψει ο δημόσιος τομέας να λειτουργεί ως μηχανισμός υποστήριξης των ιδιωτικών και συντεχνιακών συμφερόντων και ο ιδιωτικός ως μηχανισμός διαφθοράς του δημόσιου τομέα.

Ο δημόσιος τομέας που οραματιζόμαστε θα λειτουργεί με διαφάνεια, θα δίνει προτεραιότητα στην αξιοκρατία, θα κινείται στη βάση της μέτρησης των αποτελεσμάτων και της αξιολόγησης της προσφοράς του κάθε δημόσιου υπαλλήλου. Ο σύγχρονος δημόσιος τομέας οφείλει να λειτουργεί ως ζώνη προστασίας όσων δεν μπορούν να ακολουθήσουν την ξέφρενη πορεία των σύγχρονων κοινωνιών του ρίσκου, ενώ παράλληλα θα διαμορφώνει το κατάλληλο κλίμα ενθάρρυνσης όλων αυτών των επιχειρηματικών πρωτοβουλιών που θα ενισχύουν έναν εξωστρεφή, αυτοτροφοδοτούμενο ιδιωτικό τομέα, ώστε να μειωθεί η ανεργία. Η αστυνομία οφείλει επίσης να οργανωθεί με πιο αυστηρούς και λειτουργικούς κανόνες και ειδικά με επαγγελματισμό, ώστε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικότερα την εγκληματικότητα. Η καθημερινή και ειδικά η οικονομική ασφάλεια των πολιτών δεν είναι διαπραγματεύσιμο αγαθό σε καιρούς κρίσης·είναι προαπαιτούμενο για την απελευθέρωση των δημιουργικών δυνάμεων της κοινωνίας.

Στηρίζουμε κάθε υγιή και ελπιδοφόρα ιδιωτική πρωτοβουλία και την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας. Η αποδοχή της ελεύθερης αγοράς ως πυλώνα των δημοκρατικών κοινωνιών δεν έχει τίποτα το κοινό με το νεοφιλελευθερισμό. Γιατί παράλληλα επιδιώκουμε την εξομάλυνση των ανισοτήτων που δημιουργεί η ελεύθερη αγορά. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω του ρυθμιστικού ρόλου του κράτους πρόνοιας, πράγμα που δεν πρέπει να συγχέεται με τον κρατισμό. Το Δημόσιο πρέπει να δημιουργεί τις προϋποθέσεις επενδύσεων, να ενθαρρύνει την επιχειρηματικότητα και να διασφαλίζει στρατηγικού τύπου κρατικές επιλογές. Χρειαζόμαστε ένα παραγωγικό μοντέλο ανοιχτό στην καινοτομία, το οποίο θα στηρίζεται στην έρευνα και την αξιοποίηση των ευρημάτων της, εστιάζοντας τις προσπάθειές μας σε συγκεκριμένους τομείς αιχμής. Ένα παραγωγικό μοντέλο που θα σπάσει τις μονοπωλιακές δομές στην παραγωγή, την αγορά και τη διανομή, ώστε να πέσουν οι τιμές. Η εξωστρέφεια και η στήριξη φθινουσών περιοχών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στις επιλογές χρηματοδότησης, είτε αυτές εκτελούνται με εθνικούς πόρους είτε μέσω του ΕΣΠΑ.

Η πολυεπίπεδη κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια έχει πλήξει βαθύτατα και το σύστημα των πολιτισμικών αξιών στη χώρα. Ανάχωμα σ’ αυτή την οδυνηρή εξέλιξη μπορεί να αποτελέσει η στήριξη της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας και η διασύνδεσή της με την πολιτιστική κληρονομιά μας. Σ΄ αυτό μπορεί να συμβάλλει θετικά και ένα σύστημα οικονομικών – φορολογικών κινήτρων, που θα αντικαταστήσει τις άμεσες κρατικές επιχορηγήσεις, οι οποίες πολλές φορές διανέμονται με διαβλητά κριτήρια.

Η προστασία του περιβάλλοντος και η επεξεργασία μιας στρατηγικής βιώσιμης ανάπτυξης αποτελούν δίχως άλλο ζωτικής σημασίας πολιτική πρωτοβουλία, που δεν έχει ποτέ ενεργοποιηθεί. Η προστασία του περιβάλλοντος δεν αποτελεί απλώς μια πράξη ευθύνης απέναντι στις επόμενες γενιές, αλλά και ένα χρήσιμο εργαλείο αξιοποίησης των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Μην ξεχνάμε πως η «βαριά βιομηχανία» μας, ο τουρισμός, έχει ως «πρώτη ύλη» το φυσικό κάλλος του τόπου μας. Δεν συνιστά λοιπόν μόνο πράξη ηθικής ευθύνης η προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και πράξη οικονομικού ορθολογισμού.

Κλείνοντας με τα επιμέρους ζητήματα, επιθυμούμε να τονίσουμε την ανάγκη να χωριστεί επιτέλους η ορθόδοξη εκκλησία από το κράτος. Ο πλήρης χωρισμός σε όλα τα επίπεδα όχι μόνο είναι απαραίτητο βήμα για μια ευρωπαϊκή χώρα του 21ου αιώνα, αλλά θα ωφελήσει πολλαπλά και τις δύο πλευρές.

Είναι πλέον εμφανές πως αν το πολιτικό σύστημα συνεχίσει να μην αλλάζει και να μην ανανεώνεται, αν συνεχίσει να λειτουργεί με αδιαφανείς διαδικασίες αυτοαναπαράγοντας τις παθογένειες του, θα υπάρξει πρόβλημα δημοκρατικής λειτουργίας των θεσμών στη χώρα. Είναι αναγκαίο να στηριχτεί η πολιτική αντιπαράθεση στην τεκμηρίωση και το συγκεκριμένο πολιτικό λόγο, όπως επίσης και να δημιουργηθούν ουσιαστικοί και όχι μόνο νομικίστικοι μηχανισμοί λογοδοσίας.

Επιβάλλεται τα κόμματα να γίνουν ανοιχτά στα μηνύματα της κοινωνίας, μέσω της διαφάνειας στα οικονομικά τους και του τακτικού απολογισμού των ηγεσιών στα μέλη και τους φίλους. Χρειάζεται ένας πιο δημοκρατικός εκλογικός νόμος, ο οποίος όμως θα λαμβάνει υπόψη του και την ανάγκη δημιουργίας κυβερνητικών πλειοψηφιών, κάνοντας απαγορευτική και περιττή τη χρήση του «μαύρου πολιτικού χρήματος». Τα σημερινά κόμματα τείνουν να μαραθούν, καθώς δεν ανανεώνονται με ιδέες και πρόσωπα από την ίδια τη δημιουργική κοινωνία.

Σίγουρα όλα τα παραπάνω δεν πρόκειται να αλλάξουν από τη μια μέρα στην άλλη, με δεδομένες μάλιστα και τις μεγάλες αλλαγές που πρέπει να επέλθουν στη δημόσια διοίκηση. Όμως, η προσπάθεια ανόρθωσης της χώρας, η αλλαγή του πολιτικού συστήματος, του κράτους και του παραγωγικού μοντέλου πρέπει να συνεχιστούν, παρά τις αντιδράσεις όλων όσων δεν θέλουν την αλλαγή των κανόνων. Για να φτιάξουμε μια σύγχρονη χώρα χρειάζονται συγκρούσεις με κατεστημένα συμφέροντα και λογικές, αλλά και ένα όραμα και σχέδιο για το κράτος και την κοινωνία που θέλουμε. Δεν αρκεί να είμαστε απλά συγκρουσιακοί και αντίθετοι με το παρελθόν, χωρίς να προσδιορίζουμε τους κανόνες και τις αξίες αυτού που θέλουμε να οικοδομήσουμε.

Είναι επομένως απαραίτητο να ενεργοποιηθούν άμεσα οι υγιείς και δραστήριες δυνάμεις όλης της κοινωνίας. Η χώρα μας δεν χρειάζεται να περιμένει θαύματα. Οι υγιείς και δραστήριες πολιτικές δυνάμεις, κινήσεις και κόμματα που επιδιώκουν την αναδιάρθρωση οφείλουν να αφήσουν κατά μέρος τις άγονες αντιπαραθέσεις και να συμφωνήσουν σ’ ένα σχέδιο για την ανόρθωση της χώρας. Όλοι μας, οφείλουμε πλέον να ανταποκριθούμε σ’ αυτή την πρόκληση και να βάλουμε τις βάσεις για μια Ανταγωνιστική και Ευημερούσα Οικονομία σε μια σύγχρονη Ευρωπαϊκή και Δημοκρατική Κοινωνία. Στην κατεύθυνση αυτή, φιλοδοξεί να κινηθεί η «Δυναμική Ελλάδα».

Με το πρίσμα αυτό, όσες και όσοι υπογράφουμε την παρούσα Διακήρυξη δηλώνουμε τη γενική πολιτική μας συμφωνία με τις μείζονες αρχές που διέπουν την κίνηση πολιτών. Οι περισσότεροι και οι περισσότερες είμαστε ανεξάρτητοι, όσοι και όσες, όμως, μετέχουμε σε κόμματα ή άλλες ενώσεις πολιτών διατηρούμε τις ιδιαίτερες θέσεις και απόψεις μας. Θεωρούμε ότι η διατήρηση των στοιχείων αυτών αποτελεί στοιχείο ισχύος της «Δυναμικής Ελλάδας», που θα την βοηθήσει στην κατεύθυνση της σύνθεσης συγγενών πολιτικών δυνάμεων.


Την ιδρυτική διακήρυξη της Δυναμικής Ελλάδας υποστηρίζουν με την υπογραφή τους εκατοντάδες πολίτες όλων των ηλικιών, από ένα ευρύτατο φάσμα ιδιοτήτων και επαγγελματικών εξειδικεύσεων.