Πολιτικη & Οικονομια

Αναπλήρωση εισοδήματος συνταξιούχων & διαχείρηση ασφαλιστικών οργανισμών

Δημήτρης Πατσάκης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Κοινωνική Ασφάλιση, έχει ως ένα από τους στόχους της, την μείωση του κινδύνου ανέχειας κατά την μετάβαση από την «ενέργεια» στην «απομαχεία». Για τους περισσότερους ασφαλισμένους, ο μοναδικός φόβος έγκειται στον κίνδυνο της ανικανότητας να ανταπεξέλθουν στο κόστος ζωής το οποίο, σε γενικές γραμμές, εξακολουθεί να είναι σε οριακή σύγκλιση με το προηγούμενο ύψος εισοδήματός τους.

Κόστη που συνδέονται με π.χ. δαπάνες υγείας, αποπληρωμής δανειακών υποχρεώσεων στεγαστικών δανείων, εξόφλησης οφειλών

«αποκατάστασης» τέκνων (σπουδές, γάμος) κ.τ.λ. συνεχίζουν να ταλαιπωρούν εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, ακόμη και για 10-15 χρόνια μετά την αποχώρηση από την ενεργό δράση.

Η ανασφάλεια προκύπτει από το αναμφισβήτητο γεγονός πως, στον ιδιωτικό τομέα ή στην περίπτωση ελεύθερων μικρο-επαγγελματιών, τα ποσά που αποδίδονται από τους Φ.Κ.Α. είναι ελάσσονα σε σχέση με τα αντίστοιχα από αμοιβές εργασίας ή καθαρά έσοδα από την άσκηση του επαγγέλματος.

Τα αίτια είναι γνωστά σε όλους. Παραδόξως, τα αγνοούμε προκλητικά, σε αυτοκαταστροφικό βαθμό. Για μεν την περίπτωση των μισθωτών, είναι προφανής ο λόγος. Τόσο η ανεργία και η υπο-απασχόληση που στερεί τους ασφαλισμένους και τα ασφαλιστικά ταμεία από «ένσημα» και έσοδα ικανά να «καλύψουν» την συνταξιουχική περίοδο της ζωής, όσο και η «μαύρη» εργασία, σε κάποιο βαθμό και με την «συνενοχή» των ασφαλισμένων (π.χ. οικοδομικά επαγγέλματα) ή λόγω αδυναμίας επιβολής του «νόμου», έχουν σαν αποτέλεσμα τον μικρό αριθμό ενσήμων που καταλήγουν να οδηγούν στα «κατώτατα» όρια σύνταξης (πλέον του Ε.Κ.Α.Σ).

Αντίστοιχα, οι ασφαλισμένοι στον φορέα των επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε-Ε.Τ.Α.Α), εισφέροντας ποσά που προσδιορίζονται κυρίως από υποχρεωτικά «πακέτα» βάσει ετών άσκησης του επαγγέλματος, απολαμβάνουν συντάξεις διαφόρων μεγεθών, πολλές φορές όμως υψηλότερες από το εισόδημα που δήλωναν ως «ενεργοί».

Η εν λόγω «αταξία» που προκαλείται, έχει σαφή αίτια. Τόσο για τις απαρχές της όσο και για την έλλειψη πρωτοβουλιών «τακτοποίησης», το συμπέρασμα είναι απλό.

Η βεβαιότητα κάλυψης των «ανοιγμάτων» των φορέων και της απονομής της σύνταξης, μέσω είτε του κρατικού Π/Υ είτε από «κοινωνικούς» πόρους, «χρεώνεται» κατά το μερίδιο ευθύνης ενός εκάστου των κοινωνικών «εταίρων».

Πλήθος ασφαλισμένων, ενταγμένοι σε λίγότερο ή περισσότερο «προνομιούχους» επαγγελματικούς κλάδους, μισθωτών ή ελεύθερων επαγγελματιών, επωφελούνται διατάξεων υπό μορφή συμφωνιών με την εργοδοσία ή με την Πολιτεία, βάσει των οποίων, τόσο οι συντάξεις, κύριες ή επικουρικές, αλλά και τα «εφάπαξ» τους δεν έχουν «λογική» συσχέτιση με τις εισφορές και τα άλλα έσοδα των «ταμείων» τους αλλά και με τα εισοδήματα της ενεργού επαγγελματικής ζωής.

«Κλασσικά» παραδείγματα, όπως του Τ.Π.Δ.Υ,του Ταμείου Ασφάλισης Νομικών(Τ.Α.Ν) και του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π, είναι σήμερα προ ενδεχομένων κινδύνων ταμειακής αδυναμίας να εκπληρώσουν τα «υπεσχημένα». Εν τούτοις, η «μπάλα» ρίχνεται στην «εξέδρα». Οι λόγοι είναι γνωστοί. Για να «διαφωτίσουμε» τους αναγνώστες του σημειώματος, αναφέρουμε επιγραμματικά τα εξής:

Στην α΄ περίπτωση, ο ρυθμός «εξόδου» συνταξιούχων, η υστέρησή του από τα έσοδα λόγω εισφορών και διαχείρισης «περιουσίας» και η απουσία σχέσης αποδοτέου ποσού «εφάπαξ» με τα προηγούμενα, είναι οι κυριότερες αιτίες, πάντοτε κατά την προσωπική μας γνώμη.

Στην περίπτωση των «θεμιστοπόλων», η καταστροφική επιμονή της διατήρησης αναχρονιστικών και παραλόγων θεσμών, όπως της σταθερής εισφοράς (Σ.Σ. 130 Ευρώ/μήνα) για σύνταξη, ανεξάρτητα από τα καθαρά έσοδα από την άσκηση του επαγγέλματος και η ανασφαλής εκτίμηση των «κοινωνικών» πόρων (e 75% των εσόδων του Τ.Ν), λειτούργησε ως «δυναμίτης».

Για τους ίδιους grosso modo λόγους, η βεβαιότητα του «αγγελιοσήμου» ως κατά βάση αποκλειστικού εσόδου του Ταμείου, και η «αμέλεια» διαχείρισης, είχε σαν αποτέλεσμα την ουσιαστική προ μηνός διαπίστωση της αδυναμίας του Ταμείου. Το γεγονός και μόνο του «ροκανίσματος» των αποθεματικών (στοιχεία των ιδίων των δημοσιογράφων),συνιστά αιτία ελέγχου και απόδοσης ευθυνών.

Συνεπώς και όσο και αν στενοχωρούμε τους αναγνώστες, το πράγμα είναι σαφέστατο: «Δεν πάει άλλο». Τουλάχιστον, όσο είναι καιρός, οι κοινωνικοί εταίροι και ιδιαίτερα οι ίδιοι οι ασφαλισμένοι, οφείλουν να λάβουν θέση, μετά από σαφή ενημέρωσή τους. Στοιχεία υπάρχουν. Αρκεί οι «διοικήσεις» να αναλάβουν την ευθύνη της δημοσιοποίησης και της προσωπικής τους συμβολής στην διαμόρφωση των δεδομένων.