Πολιτικη & Οικονομια

Η μεγάλη παρουσία

Γιώργος Σιακαντάρης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Παρά τις τεράστιες δόσεις ανορθολογισμού και αγνόησης της πραγματικότητας, παρά τις παράλογες υποσχέσεις για επιστροφή στο 2009 και παρά τη μεγάλη απογοήτευση από την εμφανή ανεπάρκεια των πολιτικών και επιχειρηματικών ελίτ αυτής της χώρας, οι Έλληνες πολίτες δεν έδωσαν την πλειοψηφία στη μεγαλύτερη απειλή κατά της ύπαρξης αυτής της κοινωνίας, στο διαχρονικό κόμμα του λαϊκισμού, που απλά αλλάζει ονόματα και φορέα ύπαρξης και σήμερα στεγάζεται στον ΣΥΡΙΖΑ, ως ένα ψευδεπίγραφο κόμμα της Αριστεράς.

Τουλάχιστον ένας στους δύο πολίτες αυτής της χώρας δεν πείσθηκε από εκείνες τις «ακροδεξιές», «ναζιστικές» και «ψευδοριζοσπαστικές αριστερές» σειρήνες που του έλεγαν πως είναι εφικτό να ακολουθήσουμε μια πολιτική που θα αρνείται όλες μας τις υποχρεώσεις έναντι της νομισματικής Ένωσης και ταυτόχρονα να παραμείνουμε στη ζώνη του ευρώ. Από όλες αυτές τις φωνές που του έλεγαν πως οι μόνοι που μπορούμε να αποφασίσουμε για την παραμονή μας ή όχι στο ευρώ, είμαστε μόνο εμείς και κανένας άλλος. Δεν άκουσε όλους αυτούς που του έλεγαν πως μπορούμε να είμαστε στη ζώνη ενός «σκληρού» νομίσματος, αλλά πως ταυτοχρόνως κανείς και προπάντων εμείς δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα, ώστε αυτό το νόμισμα να τηρεί τις προϋποθέσεις που το κάνουν σκληρό.

Φυσικά και δεν πανηγυρίζω που μόνο ένας στους δυο πολίτες, έστω και ενστικτωδώς η έστω για λόγους καθαρά ωφελιμιστικούς, ψήφισε ουσιαστικά την παραμονή της χώρας στη ζώνη του ευρωπαϊκού πολιτισμού και Διαφωτισμού, στη ζώνη δηλαδή των διαπραγματεύσεων, των αμοιβαίων υποχωρήσεων, της παραχώρησης μέρους των συμφερόντων μας για να διατηρήσουμε την κοινωνική συνοχή, στην ζώνη του κοινωνικού συμβολαίου και των μεγάλων συμβιβασμών. Δεν πανηγυρίζω, γιατί ακριβώς το άλλο μισό παρασύρθηκε από τις φωνές του ανορθολογισμού, του μίσους, της κοινωνικής, πολιτισμικής και φυλετικής εχθρότητας, γιατί το άλλο μισό ποτέ δεν αντιλήφθηκε πως η επιστροφή στη δραχμή δεν σημαίνει επιστροφή στο 2000, ούτε καν στο 60, αλλά είσοδο στην κοινωνία της ζούγκλας, των συμμοριών, των νεοταξιτών, της απόλυτης υποβάθμισης της ζωής και του ατόμου.

Πανηγυρίζω όμως που έστω και έτσι η χώρα μας πήρε μια μικρή παράταση ζωής. Πανηγυρίζω που όπως φαίνεται όσοι θα συμμετάσχουν στη νέα κυβέρνηση, κατανοούν πως οι χώρες της ευρωζώνης έχουν ήδη λάβει όλα τα μέτρα, ώστε να αντέξουν μια έξοδο της Ελλάδας. Κυβέρνηση που δεν τη φαντάζομαι χωρίς τη ΔΗΜΑΡ, το κατεξοχήν φιλοευρωπαϊκό κόμμα αυτής της χώρας και φυσικά τρέμω και μόνο, όχι με τη συμμετοχή, αλλά με την πρόσκληση για συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ σ’ αυτήν, του κατεξοχήν πιο αντιευρωπαϊκού ελληνικού κόμματος- με εξαίρεση φυσικά τους ναζιστές και το ΚΚΕ από άλλη οπτική γωνία. Γιατί αν κυριαρχούσε στη χώρα μας η λογική του ότι μπορεί να δανείζομαι και μετά να κάνω τον «επαναστάτη» χαζό, τότε κανένας ευρωπαίος πολίτης, πλούσιος ή φτωχός, δεν θα μπορούσε καν να ανεχθεί την παρουσία της Ελλάδας στον πυρήνα των ευρωπαϊκών κρατών.

Πανηγυρίζω όμως και για ένα άλλο λόγο, γιατί στη χώρα των μεγάλων απουσιών υπάρχει και μια μεγάλη παρουσία. Αυτή ακούει στο όνομα Κώστας Σημίτης. Η πρόσφατη παρέμβασή του ήταν μια καθαρή και απαραίτητη πολιτική παρέμβαση. Ο πρώην καλύτερος πρωθυπουργός αυτής εδώ της χώρας δεν είπε μόνο πως «η αντιμετώπιση της κρίσης είναι υπόθεση πολιτικού σχεδιασμού, σοβαρής διαπραγμάτευσης και δημιουργίας εμπιστοσύνης. Δεν επιτυγχάνεται με πολιτικαντισμούς. Προσπάθειες ενός κόμματος να επικυριαρχήσει των άλλων θα δείξουν έλλειψη υπευθυνότητας. Λύσεις μέσω «ψήφου ανοχής» ή τακτικών απουσίας από τη Βουλή αποτελούν υπεκφυγές. Χρειάζεται θάρρος και όχι φόβος, ουσιαστική συνεννόηση και όχι προσποίηση».

Με αυτή του την πολυαναμενόμενη από μένα και από πολλούς άλλους παρέμβαση του, αλλά και με πολλές από τις προηγούμενές του, νομίζω ότι είπε κάτι ακόμη. Είπε πως αυτή η χώρα χρειάζεται επίσης να διαμορφώσει ένα νέο συνασπισμό εξουσίας, ένα συνασπισμό που δεν θα κρύβεται πίσω από αναφορές κενού περιεχομένου στη «δημιουργική», στη «μεταρρυθμιστική» στη «νέα» Ελλάδα, αλλά πως χρειάζεται να ξεκινήσει άμεσα η συγκρότηση του συνασπισμού εξουσίας της Ελλάδας του εκσυγχρονισμού, της νεωτερικότητας και του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού.

Οι ηγέτες και τα μεγαλοστελέχη (τι όρος αλήθεια;) του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ χρειάζεται άμεσα να αντιληφθούν πως πέρα από την ανάγκη τήρησης των υποχρεώσεων της χώρας προς τους εταίρους, πρέπει να προχωρήσουν στην ίδρυση- μέσω κοινού ιδρυτικού συνεδρίου που θα γίνει από μηδενική βάση- του συνασπισμού εξουσίας του εκσυγχρονισμού και της ελληνικής σοσιαλδημοκρατικής κεντροαριστεράς. Αυτός όμως ο εκσυγχρονισμός δεν θα μπορεί να επιβιώσει αν δεν λάβει υπόψη του πως σ’ αυτή εδώ τη χώρα υπάρχουν τεράστιες ταξικές ανισότητες, ανισοκατανομές πλούτου και εξουσίας, ένα ανεπαρκέστατο κράτος υπηρεσιών. Ο συνασπισμός αυτός πέραν από την παραμονή της χώρας στο ευρώ, πέρα από την τήρηση των δεσμεύσεων, πρέπει να πρωτοστατήσει και στην προώθηση μέτρων που θα ακυρώνουν βαθύτατες αδικίες και ανισότητες που προέκυψαν από το ταξικό μνημόνιο της τρόικας, ένα μνημόνιο που παραβιάζει στοιχειώδεις αρχές του ευρωπαϊκού κοινωνικού συμβολαίου. Όπως πάλι έγραφε ο Κώστας Σημίτης στα Νέα στις 27 Μάιου 2012, «όροι του μνημονίου, που θέτουν ανέφικτους στόχους για την χρονική προσαρμογή της χώρας ή επιτείνουν την κοινωνική δυστυχία, θα πρέπει να επανεξεταστούν. Θα μπορέσουμε να τους αναθεωρήσουμε, αν με τις προτάσεις μας γεννήσουμε εμπιστοσύνη, αν πείσουμε ότι θέλησή μας είναι να αναδιαρθρώσουμε την οικονομία και το κράτος μας, αν δείξουμε ότι δεν υπεκφεύγουμε αλλά επιδιώκουμε την αποτελεσματική συνεργασία. Σ’ αυτή την περίπτωση θα μπορέσουμε να επωφεληθούμε και από το συζητούμενο ευρωομόλογο».

Αυτός λοιπόν ο συνασπισμός εξουσίας του εκσυγχρονισμού δεν θα μπορεί να υπάρξει χωρίς την πολιτική και ιδεολογική συμμετοχή, χωρίς τη μεγάλη παρουσία του Κ. Σημίτη σ’ αυτόν.