Πολιτικη & Οικονομια

Οι άνθρωποι που πίστεψαν τα ψέματά τους

Μανώλης Βασιλάκης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Προδημοσίευση του editorial της "The Athens Review of Books» Ιουνίου (Κυκλοφορεί την Παρασκευή 1 Ιουνίου)


ΝΑ ΛΥΠΑΣΑΙ ΤΟ ΕΘΝΟΣ…

Να λυπάσαι το έθνος με το πλήθος τα δόγματα και την κούφια θρησκεία.

Να λυπάσαι το έθνος οπού ρούχα φορεί που δεν ύφανε το ίδιο

ψωμοτρώει από στάρι που εκείνο δε θέρισε

το κρασί του δεν γίνηκε απ’ τις δικές του πατούσες.

Να λυπάσαι το έθνος που δοξάζει μ’ εγκώμια

τον τραμπούκο σαν ήρωα

και τον κατακτητή του με την κίβδηλη λάμψη

θεωρεί ευεργέτη.

Να λυπάσαι το έθνος που αψηφά τους κινδύνους

μοναχά στα ονείρατα

μα και πάλι κιοτεύει το πρωί σαν ξυπνήσει.

Να λυπάσαι το έθνος που υψώνει φωνή

σε κηδείες μονάχα

και φουσκώνει σα διάνος σε ερείπια αρχαία.

Και που δεν ξεσηκώνεται παρά μόνο ανίσως

ο λαιμός του βρεθεί ανάμεσα σε σπαθί και κουτσούρι.

Να λυπάσαι το έθνος που έχει πολιτικό την αλεπού

τον σαλτιμπάγκο για φιλόσοφό του

και που η τέχνη του είναι τέχνη

πιθηκισμού και μπαλωμάτων.

Να λυπάσαι το έθνος που δέχεται

κάθε νέο αφέντη με σάλπιγγες

και τον διώχνει πνιγμένο στα «γιούχα»

για να φέρει μετά τον επόμενο με σαλπίσματα πάλι.

Να λυπάσαι το έθνος που οι σοφοί του από χρόνια βουβάθηκαν

κι οι σπουδαίοι του άντρες είν’ ακόμα στην κούνια.

Να λυπάσαι το έθνος που έχει γίνει κομμάτια

και που κάθε κομμάτι του παριστάνει το έθνος.

(Χαλίλ Γκιμπράν, από τον Κήπο του Προφήτη, 1933, μετάφραση για την ARB: Χ.Ε. Μαραβέλιας).

Οι Έλληνες πολίτες βρίσκονται ενώπιον άγριων διλημμάτων. Διάφορες εκδοχές λαϊκισμού, ακροτήτων και παλαιοκομματισμού ζητούν την ψήφο τους χωρίς κανείς σχεδόν να έχει το θάρρος να τους πει την αλήθεια. Ενστικτωδώς οι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι η όποια επιλογή κυβέρνησης –μάλλον αναπόφευκτα– δεν θα αποτελεί το τέλος αυτής της περιπέτειας αλλά την απαρχή μιας νέας περιόδου δεινών με μια κατάληξη που διαγράφεται μάλλον δυσοίωνη.

Οι μόνοι που παραμένουν απτόητοι στην εικονική τους πραγματικότητα είναι οι δεσπότες και διάκονοι της πλειονότητας των ισχυρών ΜΜΕ, που ακόμα και σήμερα συνεχίζουν να προωθούν αδιάντροπα τα μαγικά τους ελιξίρια. Καμιά σοβαρή συζήτηση για τις εκ των πραγμάτων επιβαλλόμενες επιλογές των Ελλήνων. Καμιά σοβαρή κριτική στους μεγάλους, μικρούς και μικρομέγαλους πρωταγωνιστές και υπαίτιους της επερχόμενης καταστροφής. Συσκότιση της πραγματικότητας και της υπόλοιπης Ευρώπης και του κόσμου· των διαθέσεων των άλλων κοινωνιών και πολιτικών συστημάτων και των πράγματι διαθέσιμων οικονομικών πόρων. Για μια ακόμη φορά, ἡ μωρὰ τῶν Ῥωμαίων συναγωγὴ ἐσκέψατό τινα ματαίαν βουλήν... – για να θυμηθούμε τις μέρες λίγο πριν από την Άλωση. (Ένα μεγάλο μέρος του «πληροφορημένου» από αυτούς ελληνικού λαού συμπεριφέρεται και σήμερα όπως περιέγραφε ο Μιχαήλ Δούκας: Ἀλλ’ ὁ λαὸς ὁ ἀπηνὴς καὶ μισόκαλος, ἡ ῥίζα τῆς ὑπερηφανείας, ὁ κλάδος τἠς κενοδοξίας, τὸ ἄνθος τῆς υψηλοφροσύνης, ἡ τρυγία [: κατακάθι] τοῦ γένους τῶν Ἑλλήνων, ἡ καταφρονοῦσα τὰ γένη τῶν ἀνθρώπων καταφρόνησις ἀληθινὴ πάντα τὰ γενόμενα ἐλογίζοντο ὡς μὴ γενόμενα…).

Σε μια εποχή που δείγματα των πραγματικών ηθών και συμπεριφορών των εν λόγω διακόνων της «ενημέρωσης» κοινολογούνται στο πανελλήνιο μέσω ημερολογίων τροφίμου του Κορυδαλλού, που είχε συνηθίσει να αρχειοθετεί με τευτονική επιμέλεια τις προσφορές συλλογικής διαφθοράς, δεν υπάρχει στα ΜΜΕ καμιά κριτική στις ίδιες τους τις πρακτικές και στα δικά τους διαχρονικά ανομήματα. Προπαντός δεν υπάρχει καμιά σοβαρή κριτική για τον καθοριστικό ρόλο που αυτοί οι ίδιοι έπαιξαν στο πώς φτάσαμε εδώ (και μη παρέκει).

Η σουρεαλιστική πραγματικότητα των εκλογών αυτών είναι η πολωτική ψευδοεπιλογή μεταξύ εκείνων που πολέμησαν με λύσσα, μέσω του μπαμπούλα του «μνημονίου», την επιλογή της προσαρμογής της Ελλάδας στην αναπόφευκτη πραγματικότητα, εκείνων που παριστάνουν ότι την πολεμούν ακόμα και εκείνων που υπονόμευσαν την προσαρμογή εμπράκτως στη διάρκεια της προσπάθειας εφαρμογής των αντίστοιχων πολιτικών.

Το σουρεαλιστικότερο όλων είναι ότι εκείνοι που επί δύο χρόνια στα κυρίαρχα ΜΜΕ προπαγάνδιζαν σε κάθε ευκαιρία και με κάθε αφορμή ότι ακολουθούμε λάθος και αδιέξοδη συνταγή και πως υπάρχει κάποια μαγική λύση με την οποία θα έρεε άφθονο μέλι και γάλα σε ολόκληρη την επικράτεια, όλοι εκείνοι που λοιδορούσαν τους βαλανιδοφάγους δυτικούς, ξαφνικά άρχισαν ομοθυμαδόν να βρίσκουν το φως τους. Δυτικότεροι –τώρα– των δυτικών, Μερκελότεροι της Μέρκελ, στρατευμένοι κοντοτιέροι πάλι για «ιερό σκοπό», πάντα ασυνείδητοι, αγωνίζονται να αναδιαμορφώσουν για μιαν ακόμη φορά την δημοσίαν ἑλληνικὴν συνείδησιν (όπως αποκαλούνταν μέχρι και το πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα η κοινή γνώμη). Αυτοί γνωρίζουν, εξ ιδίας πείρας και εξ ιδίων κρίνοντες τα αλλότρια, πως Μικράν, μικράν, κατάπτυστον / ψυχὴν ἔχουν αἱ μᾶζαι, / ἰδιοτελῆ καρδίαν, / καὶ παρειὰν ἀναίσθητον / εἰς τοὺς κολάφους – όπως λέει ο Καρυωτάκης.

Το γνωρίζουν ιδιαιτέρως από τους διακόνους της εφημεριδοσύνης, του είδους εκείνου στο οποίο ο Λόρδος Νόρθκλιφ έβρισκε, τελικά, το ελαφρυντικό ότι δουλειά τους είναι να εξηγούν στους άλλους αυτά που οι ίδιοι δεν καταλαβαίνουν – και μακάρι να ήταν μόνο αυτή η δουλειά των εγχωρίων!

Από την αφήγησή τους λείπει όμως δυστυχώς ο συνεκτικός ιστός. Για την αποφυγή του καταστροφικού επεισοδίου δεν αρκεί μόνον η ψήφος των Ελλήνων. Απαιτείται και πολιτική ηγεσία, με γνώση, θάρρος, σπάνια διαχειριστική και πολιτική ικανότητα, που θα έχει προγραμματίσει, σκεφθεί, προετοιμαστεί για το δέον γενέσθαι στην απίστευτα δύσκολη συγκυρία στην οποία έχουμε βρεθεί. Πολιτική ηγεσία με έτοιμες ομάδες εξαιρετικά ικανών ανθρώπων που θα προωθήσουν σε πολλαπλά επίπεδα και με πρωτοφανείς (για την καθ’ ημάς Ανατολή) ταχύτητες, αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που αποφεύχθηκαν επί δεκαετίες.

Θα μπορούσαν ποτέ οι αλλοπρόσαλλοι, αλλόφρονες, αλαφροΐσκιωτοι και ανίκανοι πολιτικοί υποτακτικοί τους να ανταποκριθούν σ’ αυτή την αποστολή; Όλοι γνωρίζουν πως όχι. Πώς λοιπόν και γιατί τους προωθούν ξανά με πάθος; Γιατί δεν αναζήτησαν κάποιαν άλλη εναλλακτική επιλογή; Πάλι προσπαθούν να εφεύρουν ένα τέρας, μια Χίμαιρα (πρόσθε λέων, ὄπιθεν δὲ δράκων, μέσση δὲ χίμαιρα… σαν αυτήν η οποία, καταπώς λέει ο Απολλόδωρος, τὴν χώραν διέφθειρε, καὶ τὰ βοσκήματα ἐλυμαίνετο).

Εύκολη απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν υπάρχει. Μόνο υποθέσεις. Μπορεί να υποθέσει κανείς ότι η πολύχρονη κρατικοδίαιτη διαβίωσή τους έχει προκαλέσει αμβλύνοια στην αντιληπτική τους ικανότητα για τις πραγματικές ανάγκες διαχείρισης της χώρας. Προωθούσαν επί τόσα χρόνια ανθρώπους με κριτήριο την υποτακτική τους φύση και συμπεριφορά, που ξέχασαν, αν ποτέ ήξεραν, ότι η πραγματική πολιτική, όταν δεν διεξάγεται με δανεικά και αγύριστα είναι μια δύσκολη και απαιτητική τέχνη. Προπαντός όταν το χάσμα μεταξύ προσδοκιών του λαού και πραγματικότητας είναι τόσο βαθύ και δυσθεώρητο. Του λαού που διαβουκολούν και που ο ίδιος προσφέρεται για διαβουκόληση.

Εναλλακτικά λοιπόν μπορεί να φανταστεί κανείς ότι οι δεσπότες και τα όργανά τους, η κοινή εφημεριδοσύνη, ψεύδονται τόσα χρόνια ώστε πίστεψαν στο τέλος στα ψέματά τους. Ονειροφαντάστηκαν ότι αναδεικνύουν μεγάλους ηγέτες κι αρχηγούς και ξέχασαν ότι κατά κανόνα προώθησαν απλώς τους προθυμότερους να τους υπηρετήσουν.

Τι από όλα συμβαίνει είναι τελικά αδιάφορο. Το βέβαιο είναι ότι το μέλλον διαγράφεται μαύρο. Το τσουνάμι που ήδη κινείται καταπάνω μας θα παρασύρει ασφαλώς τους υπαίτιους και εκείνους που τους προώθησαν και ανέδειξαν, αλλά θα έχει βαρύτατες επιπτώσεις στις ζωές όλων μας. Θα επιπέσει επί δικαίων και αδίκων, εκτός αν η πολιτική συμπεριφορά των απλών καθημερινών ανθρώπων υπερβεί την πόλωση και τις τεχνητές κατασκευές και αναδείξει έναν απρόσμενο, με βάση τα σημερινά θλιβερά δεδομένα, πολιτικό συσχετισμό που θα επιτρέψει την ανάδειξη λύσης εναλλακτικής πέρα από τους σημερινούς πρωταγωνιστές. Δεν φαίνεται πιθανό, δεν παύει όμως κανείς να ελπίζει για κάτι καλύτερο την ώρα που πρέπει να προετοιμάζεται για το χειρότερο.

— The Athens Review of Books