Πολιτικη & Οικονομια

Χλιαρό απόγευμα στο πάρκο

Τι εφιάλτης είναι αυτός που μας υπόσχεται αυτό το κόμμα;

Άννα Δαμιανίδη
ΤΕΥΧΟΣ 390
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μετά τη φύση του Πηλίου, μετά τα πάρκα του Παρισιού, μπορεί να με γεμίσει ευφροσύνη το καθημερινό μου πέρασμα από το Πεδίο του Άρεως; Κι όμως. Μέσα στο μήνα που έλειπα ήρθε η άνοιξη εδώ, μαζί της ήρθαν και τα παιδιά με τις μπάλες τους. Πλημμύρισαν το χώρο μπροστά στο Ηρώο, οι φωνές τους ακούγονται σαν μουσική, σαν ύμνος στη χαρά, προσφέρουν ένα είδος λουτρού αισιοδοξίας. Στα παγκάκια οι μαμάδες τους μιλούν πολωνικά, αλβανικά, ρουμάνικα, γεωργιανά. Δεν ξεχωρίζω όλες τις γλώσσες. Φωνάζουν τα παιδιά τους στα ελληνικά.

Είναι δύσκολο να επιμείνουν να τα μάθουν τη δική τους μητρική γλώσσα. Το ξέρω από τις φίλες μου που ζουν στη Γαλλία και την Αγγλία, πόσο δυσκολεύονται να μάθουν ελληνικά στα παιδιά τους. Δηλαδή, για στάσου, η ΝΔ του Σαμαρά θα διώξει από δω όλον αυτόν τον κόσμο; Θα αλλάξει το νόμο της ιθαγένειας, να μην έχουν ποτέ πολιτική ύπαρξη αυτά τα παιδιά που παίζουν εδώ, που πάνε στο 60ό Λύκειο και στο 135ο Δημοτικό της γειτονιάς μου, που θα δουλέψουν αύριο για τις συντάξεις μας, που περνάνε τα απογεύματά τους παίζοντας στο πάρκο;

Τι εφιάλτης είναι αυτός που μας υπόσχεται αυτό το κόμμα; Θα ψηφίσουν οι Έλληνες του 6ου διαμερίσματος ξανά τη ΝΔ για να αδειάσει η πολυκατοικία τους από νέες μανάδες, από παιδιά, από μεροκαματιάρηδες και μικροεπιχειρηματίες βαλκανικής καταγωγής; Θα κάνουν τη ζωή τους κόλαση οι Κυψελιώτες οικειοθελώς; Και ποιος θα πληρώνει τα κοινόχρηστα, για να μη ρωτήσω ποιος θα φροντίζει τις γιαγιάδες που μένουν εδώ και τα μωρά των συμπατριωτών μας που μένουν σε καλές γειτονιές; Πάρε τη δική μας πολυκατοικία, ο εργατικά ενεργός πληθυσμός της είναι όλοι μετανάστες.

Οι ντόπιοι είμαστε όχι απλώς λιγότεροι, αλλά και στο περιθώριο της εργασίας, συνταξιούχοι ή εισοδηματίες από νοίκια. Νοίκια μεταναστών. Φαντάσματα θα κατοικούν στη γειτονιά μας, αν όντως καταφέρει να τους διώξει όλους ο Σαμαράς. Άσε που θα καταρρεύσει ό,τι έχει απομείνει να λειτουργεί στη χώρα. Αλλά φυσικά δεν θα το κάνει. Δεν μπορεί να το κάνει, έτσι τα λέει αυτά για να ικανοποιήσει ένα αίσθημα, πώς να το πω τώρα; Μισαλλοδοξίας; Μίσους γενικά, οργής προς πάσα κατεύθυνση που πλανάται πάνω από την πόλη, κι ας τη στρέψουμε προς τους μετανάστες για να την οργανώσουμε; Γιατί όμως οι πολιτικοί να θέλουν να ικανοποιήσουν τέτοια αισθήματα;

Γιατί να θεωρούν ότι το πνευματικό επίπεδο των ψηφοφόρων είναι τόσο χαμηλό, γιατί να αναζητούν τη χειρότερη σταθερά; Δεν μας αξίζει κάτι καλύτερο; Έχουν περάσει είκοσι χρόνια αφότου άρχισε η δύσκολη εγκατάσταση μεταναστών στη γειτονιά μας. Δύσκολη για κείνους, δύσκολη και για μας που δεν είχαμε συνηθίσει. Επί χρόνια ακουγόταν η λέξη Αλβανός σαν βρισιά, τρομάξαμε να απαλλαγούμε από τον πρώιμο ρατσισμό, τώρα θέλουν να μας ξαναρίξουν χωρίς ενοχές σε δαύτον.

Με δυσκολία καλλιεργήθηκαν οι σχέσεις, τώρα θέλουν να τις αγνοήσουν, να ξεριζώσουν τους δεσμούς που δημιουργήθηκαν, να βασανίσουν τα παιδιά που γεννήθηκαν, να χαρίσουν ταπεινή ικανοποίηση στους «εξ αίματος» Έλληνες, να τους γυρίσουν πίσω στις απωθημένες προκαταλήψεις. Μα δεν αξίζουμε κάτι καλύτερο;