Πολιτικη & Οικονομια

Η «χαμένη τιμή» της πολιτικής

Η πολιτική στην Ελλάδα έχει ποδοσφαιρικά χαρακτηριστικά

Χριστίνα Κουλούρη
ΤΕΥΧΟΣ 384
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η πολιτική στην Ελλάδα έχει ποδοσφαιρικά χαρακτηριστικά: αριστεροί εναντίον δεξιών, γαλάζιοι εναντίον πράσινων, πασόκοι εναντίον νεοδημοκρατών κ.ο.κ. Εφημερίδες, καφενεία, σύλλογοι, ιδιαίτερα στις επαρχίες, χωρίζονται με βάση τέτοιες ταμπέλες. Αυτά μέχρι πρόσφατα. Γιατί η κρίση άλλαξε τα δεδομένα.

Πρώτον, η συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας οδήγησε σε αμηχανία τους φανατικούς οπαδούς που μέχρι τώρα στήριζαν όλη τους την πολιτική επιχειρηματολογία στο απλό και εύληπτο «Εμείς με τους άλλους; Ποτέ!».

Δεύτερον, η συρρίκνωση των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ τού αφαίρεσε την κυριαρχία στο χώρο της αριστερής ταυτότητας, με αποτέλεσμα η Αριστερά να εκπροσωπείται πλέον από παλαιά και νέα κόμματα που αυξάνουν συνεχώς τα ποσοστά τους.

Τρίτον, συντελείται μια ιδεολογική ανασύνταξη της Δεξιάς, όπου αντίπαλος δεν είναι πλέον το ΠΑΣΟΚ αλλά η Αριστερά, η οποία δαιμονοποιείται και κατηγορείται ως βασική υπαίτια –ή, πάντως, συνυπαίτια– για την κρίση. Στην πραγματικότητα δηλαδή, η ΝΔ, αν και κόμμα εξουσίας, μεταθέτει την ευθύνη στη δράση ομάδων και σε πολιτικές που συνδέονται με την αριστερή ιδεολογία: συντεχνιασμός, διαδηλώσεις, «αταξία», πανεπιστημιακό «άσυλο», «κουκουλοφόροι» κ.λπ. Εννοείται βεβαίως ότι στοχοποιεί και το ΠΑΣΟΚ, εφόσον οι δικές του κυβερνήσεις, σύμφωνα με τη ΝΔ, επέτρεψαν την εξάπλωση αυτών των φαινομένων.

Η Νέα Δημοκρατία είχε λοιπόν ανάγκη να επανεφεύρει τον ιδεολογικό της αντίπαλο επαναπροσδιορίζοντας τη δική της ιδεολογική ταυτότητα. Το πρώτο βήμα ήταν να ξαναβρεί τη «χαμένη τιμή» της Δεξιάς. Ο Αντώνης Σαμαράς είχε ξεκινήσει, από τη στιγμή που εκλέχτηκε πρόεδρος της ΝΔ, να εκφράζει ένα λόγο που παρέπεμπε στην περηφάνια να είναι κάποιος δεξιός. Στην Έκθεση της Θεσσαλονίκης τον Σεπτέμβριο 2011 και στην ομιλία του την Κυριακή 11 Μαΐου από το βήμα της Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ, επανέφερε τον πατριωτισμό ως κεντρική αξία της παράταξής του, ως αποκλειστικά «δεξιά» αξία, και υιοθέτησε το φοβικό λόγο για την αλλοίωση της εθνικής ταυτότητας.

Αφετέρου, τμήματα της Αριστεράς εμφανίζουν εξίσου ενδιαφέρουσες ιδεολογικές μετατοπίσεις, τουλάχιστον στην πολιτική τους ρητορεία. Δεν είναι μόνο η αγαστή συνύπαρξη ΠΑΜΕ και Χρυσής Αυγής στο πλευρό των απεργών της Χαλυβουργίας. Είναι και οι ατυχείς δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα για «Έλληνες» και «μη Έλληνες». Κατά κάποιον τρόπο, όπως η Δεξιά δεν ανέχεται την Αριστερά «να της κουνά το δάχτυλο» (σύμφωνα με δήλωση του Αντώνη Σαμαρά), έτσι και η Αριστερά δεν ανέχεται πλέον να φέρει το εμφυλιοπολεμικό στίγμα του «μη πατριώτη». Αυτή είναι η δική της «χαμένη τιμή», που φαίνεται πως κάποιοι εκπρόσωποί της θέλουν να την ξαναβρούν.

Επομένως, παρά την κρίση του ποδοσφαιρικού διπολισμού, τα κόμματα επιχειρούν να επανεφεύρουν τη μετωπική σύγκρουση και με αυτούς τους όρους να πάμε προς τις εκλογές.

Επιχειρούν επίσης οι ευθύνες για την κρίση να διαχυθούν στην ελληνική κοινωνία αδιακρίτως, στους «πολιτικούς» –ανώνυμα και συλλήβδην–, στους «ξένους». Να ξεχαστούν έτσι όλες αυτές οι «ενοχλητικές λεπτομέρειες» για την ανεργία που καλπάζει, το επίπεδο διαβίωσης, την καθημερινή έκπτωση του κοινωνικού κράτους, την κρίση της δημοκρατίας. Ή πάλι όλα αυτά να είναι απλά συνθήματα στην προεκλογική φαρέτρα. Με την ελπίδα να ντοπάρουν τους στρατούς τους με κραυγές και μίσος προς τον αντίπαλο.

Σε αυτή την κρίση του νηφάλιου διαλόγου, όταν ετοιμάζονται τα στρατόπεδα για την εκλογική μάχη, μια ομάδα πολιτών προσπαθεί να κάνει μια διαφορετική παρέμβαση για την «υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας». Πρώτα απ’ όλα, χρειάζεται να γίνει κατανοητό τι συμβαίνει. Να καταλάβουμε τι σημαίνει η λογική του μονόδρομου και των διλημμάτων. Ποιο είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσουμε για να «σωθούμε». Και, κυρίως, ποιοι και γιατί καλούνται να το πληρώσουν.

Έπειτα, είναι απαραίτητο να μιλήσουμε για την Ευρώπη χωρίς τα εύκολα σχήματα του λαϊκισμού – τις σβάστικες και τις φουστανέλες, τους εργατικούς και τους τεμπέληδες, τη φράου και τα παλικάρια. Να καλέσουμε δηλαδή σε έναν πανευρωπαϊκό διάλογο όλους τους πολίτες όλων των χωρών που αντιλαμβάνονται ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό και ότι είναι επείγον να δημιουργηθεί μια πανευρωπαϊκή (όχι στενά φιλελληνική) αλληλεγγύη. Και τέλος, χρειάζεται να υπερασπιστούμε τη δημοκρατία. Σήμερα, που απαξιώνεται περισσότερο από ποτέ μετά την πτώση της Χούντας. Σήμερα, που η ανικανότητα και η υποκρισία (κάποιων) πολιτικών και κομμάτων ευνοεί την αντικοινοβουλευτική ιδεολογία των άκρων. Στην ουσία, χρειάζεται να αποκαταστήσουμε τη «χαμένη τιμή» της πολιτικής.

Η Χριστίνα Κουλούρη είναι ιστορικός και μέλος του Συντονιστικού της Πρωτοβουλίας «Για την υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας»