Πολιτικη & Οικονομια

Κουλτούρα και χρήμα: Ποιος κερδίζει;

H A.V. αποκωδικοποιεί την πρόταση 7 ειδικών για μία σταθερή πολιτική για τον σύγχρονο πολιτισμό

Δήμητρα Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 383
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το Υπουργείο Πολιτισμού προσπαθεί να χαράξει μια ολοκληρωμένη και σταθερή πολιτική στον τομέα του σύγχρονου πολιτισμού. Η A.V. αποκωδικοποιεί την καινούργια πρόταση 7 ειδικών, που δίνει αφορμή για δημόσιο διάλογο.

Είμαστε καλοί πελάτες του πολιτισμού. Το καλοκαίρι ξεκοκαλίζουμε το πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών, το χειμώνα βλέπουμε όλο το ρεπερτόριο του Εθνικού, χτυπάμε και μια Λυρική ή και καμιά πιο εναλλακτική παράσταση. Εννοείται ότι προσπαθούμε να φιλτράρουμε και τις αντικρουόμενες πληροφορίες γύρω από τις επιχορηγήσεις, για το ποιες ομάδες θα εμφανιστούν στο εξωτερικό, για το ποιος είναι ο ρόλος των κρατικών πολιτιστικών φορέων και τελικά περιφερόμαστε τυφλά μέσα σε ένα χαώδες πολιτιστικό πεδίο. Είναι όμως αυτές οι απαιτήσεις μας από το σύγχρονο πολιτισμό, αλλά και από τον εαυτό μας ως δέκτη του;

Πριν από ενάμιση χρόνο το ΥΠΠΟΤ παρήγγειλε σε μια ομάδα εφτά ανθρώπων, οι οποίοι συνδυάζουν τη θεωρητική ματιά με την εμπειρία στο πεδίο τους (Γεράσιμος Γιαννόπουλος, Κωστής Δάλλας, Ντένης Ζαχαρόπουλος, Μυρσίνη Ζορμπά, Ζωή Καζαζάκη, Χήστος Καρράς, Νίκος Τσούχλος)*, να ετοιμάσουν μια ολοκληρωμένη πρόταση παρέμβασης στο πεδίο του σύγχρονου πολιτισμού. Η ATHENS VOICE ζήτησε από τους ειδικούς να αποκωδικοποιήσουν αυτή την πρόταση. Τα συμπεράσματα δικά σας. Άλλωστε, σύμφωνα και με το ΥΠΠΟΤ, το θέμα είναι να ξεκινήσει με βάση αυτό το κείμενο ένας δημόσιος διάλογος με όλους τους εμπλεκόμενους – καλλιτέχνες, κοινό, κρατικούς και ιδιωτικούς καλλιτεχνικούς φορείς.

Βασικά συμπεράσματα και προτάσεις

«Στην ουσία, μέχρι τώρα το υπουργείο δεν είχε τα αυτιά και τα μάτια για να βλέπει τις ανάγκες που προκύπτουν. Εποπτευόμενοι φορείς (Εθνικό Θέατρο, ΚΘΒΕ, Εθνική Λυρική Σκηνή, Κρατικές Ορχήστρες, δηλαδή οι πιο σημαντικοί φορείς πολιτισμού στην Ελλάδα), αλλά και το κομμάτι του θεάτρου, της μουσικής, των εικαστικών, του κινηματογράφου, όλα ήταν σκόρπια και ο κάθε υπουργός κινούνταν ανάλογα με το γούστο του» μου λένε οι συνεργάτες του Παύλου Γερουλάνου για τα θέματα σύγχρονου πολιτισμού τονίζοντας ότι το πιο βασικό κομμάτι που απουσιάζει είναι οι δομές, οι μηχανισμοί και τα εργαλεία για την πολιτιστική πολιτική. «Υπάρχει ένα βασικό ερώτημα. Τι θέλει το υπουργείο να συμβαίνει με τις επιχορηγήσεις του;

Μετά την υπόθεση του Ζαχόπουλου, η λέξη απόκτησε πολύ κακή έννοια. Το στοίχημα όμως είναι όποιος την παίρνει, ο ομότεχνός του να σκέφτεται ότι την αξίζει. Εκτός από το να δίνει τα χρήματα το υπουργείο, μπορεί να δίνει και παραμέτρους. Να έχουν π.χ. οι επιδοτούμενες παραστάσεις πρωτοεμφανιζόμενους ηθοποιούς ή να ενισχύονται τα νέα ελληνικά έργα. Οι επιχορηγήσεις πρέπει να είναι εξειδικευμένες. Δεν γίνεται η μία πλευρά του πολιτισμού να είναι μες στη χλιδή (λέγε με θέατρο) κι ο χορός, στον οποίο οι επαφές που έχουν οι καλλιτέχνες με τους δημοσιογράφους είναι μικρές ενώ απουσιάζουν και οι παράγοντες, να είναι το εντελώς αφρόντιστο κομμάτι. Και φυσικά υπάρχει και η ανάγκη για άνοιγμα στις νέες μορφές δημιουργίας, π.χ. gaming και design, αλλά και σε όσες έχουν παραμεληθεί, όπως μόδα».

Μου εξηγούν ότι το ζητούμενο της νέας πρότασης είναι να δημιουργηθεί ένα σύστημα που δεν θα επηρεάζεται από τον εκάστοτε υπουργό. «Ένας καλός υπουργός να το απογειώνει κι ένας κακός τουλάχιστον να μην το χαντακώνει» λένε χαρακτηριστικά. «Μέχρι στιγμής, όποιος υπουργός δεν μπορούσε να αξιοποιήσει τις διευθύνσεις μέσα στο υπουργείο χρησιμοποιούσε τη μέθοδο του by pass, όπως το  1994 που δημιουργήθηκε το ΕΚΕΒΙ (το οποίο αναντίρρητα κάνει καλά τη δουλειά του), ενώ υπήρχε Γενική Διεύθυνση για την άσκηση πολιτικής στον τομέα του βιβλίου, ή το 2007 που συστάθηκε το ΕΚΕΘΕΧ (για να καταργηθεί τρία χρόνια μετά), ενώ υπήρχε Διεύθυνση Θεάτρου και Χορού.

Η οποία με τη σειρά της θεώρησε «άδειασμα» τη δημιουργία του ΕΚΕΘΕΧ, ενώ στην πράξη όντως δεν είχε το επιστημονικό δυναμικό –θεατρολόγους, μουσικολόγους, δικηγόρους– για να ασκήσει αυτή την πολιτική. Οι διευθύνσεις είχαν μυηθεί στο να μην αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες, ενώ κι ο συγκεντρωτισμός της εκάστοτε εξουσίας πολλές φορές τις υποβάθμιζε. Εδώ και πολλά χρόνια θεωρείται ότι ο σύγχρονος πολιτισμός επαφίεται στις προσωπικές σχέσεις του κάθε υπουργού».

Η πρόταση για την απο-υπουργοποίηση είναι ένα 11μελές Συμβούλιο Σύγχρονου Πολιτισμού –όλοι ειδικοί στο χώρο τους–, οι οποίοι θα αντιλαμβάνονται και θα υποδεικνύουν κάθε στιγμή στο υπουργείο τι πρέπει να αναδειχθεί. Στόχος είναι να βρίσκονται τέσσερις φορές το χρόνο, έτσι ώστε να μην υπάρχουν περιθώρια παραγοντισμού. «Σε αυτές τις θέσεις χρειάζονται άνθρωποι ανατρεπτικοί, που να μπορούν να ασκούν κριτική στο υπουργείο». Ένα άλλο κομμάτι που η ομάδα εργασίας διαπίστωσε ότι πρέπει να αλλάξει είναι η εξωστρέφεια των θεσμών. Να βοηθήσει δηλαδή το υπουργείο τους καλλιτεχνικούς φορείς –εποπτευόμενους και μη– να ενταχθούν σε δίκτυα του εξωτερικού, αναλαμβάνοντας την προβολή της χώρας μας. Τα δύο εργαλεία που «κοιμούνται» σε αυτό τον τομέα είναι το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού και το Κέντρο Δελφών.

Το πρώτο φιλοδοξούσε να είναι το αντίστοιχο Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδας (βλ. ακόμη Γκαίτε, Ελληνοαμερικανική Ένωση) και τελικά τα παραρτήματά του «κόλλησαν» στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας ενώ έπαιρναν αρκετά μεγάλα ποσά. Το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, από την άλλη, διαθέτει καταπληκτικές εγκαταστάσεις στους Δελφούς που δεν αξιοποιούνται καθόλου, ενώ θα μπορούσε να διοργανώνει εκδηλώσεις διεθνούς εμβέλειας. Το τελευταίο ζήτημα της πρότασης είναι η περιφέρεια με στοιχείο-«κλειδί» να μην είναι η πολιτιστική ατζέντα των δήμων «έρμαιο» στα χέρια ενός αντιδημάρχου, αλλά να υπάρχουν κι εδώ άνθρωποι του πολιτισμού από την ίδια την περιφέρεια οι οποίοι θα συντάσσουν έναν προγραμματισμό και θα τον στέλνουν στο υπουργείο.

  «Ωραία ακούγονται όλα αυτά, αλλά πότε;» τους ρωτάω. «Αποτυπώθηκαν τα προβλήματα κι έχουμε και μια πρόταση. Τώρα, ο χώρος του πολιτισμού –πανεπιστήμια, περιφέρειες, καλλιτέχνες κ.ά.– πρέπει να συζητήσει πάνω σε αυτό κείμενο, να κάνει τις παρατηρήσεις και τις προτάσεις του, τις περιμένουμε μαζί με αυτές του κοινού στο protasi@culture.gr. Να το δουν όλοι σαν ένα εργαλείο διεκδίκησης. Μπορεί να λειτουργήσει ως ένας μπούσουλας, ακόμα κι αν αυτή η ομάδα που είμαστε εδώ φύγει αύριο».

Η δικαιοσύνη απέναντι στο κοινό

«Κατ’ αρχάς υπάρχει ένα πρόβλημα στην πρόσληψη των εννοιών κουλτούρα και πολιτισμός. Η πρώτη αναφέρεται στο σύνολο των πράξεων μέσα στην καθημερινότητα, ενώ ο πολιτισμός είναι ένα στάδιο πιο παγιωμένο, πιο ιστορικό, και περιορίζεται συχνά στο αρχαιολογικό/ιστορικό κομμάτι. Υπάρχει μια αίσθηση δέους απέναντι στον αρχαίο πολιτισμό, που δεν μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε τον σύγχρονο. Είμαστε παγιδευμένοι κάτω από τον Παρθενώνα και γι’ αυτό δεν φταίει μόνο η κρατική πολιτική, αλλά κι εμείς» λέει η Μυρσίνη Ζορμπά, που με μυεί στα πιο θεωρητικά ζητήματα του κεφαλαίου «σύγχρονος πολιτισμός».

«Ένα άλλο θέμα είναι πώς θα επιλέξεις να παρατηρήσεις αυτό τον πολιτισμό. Στον τομέα της τέχνης; Στην καθημερινότητα; Στον τομέα της πολυπολιτισμικότητας στην κοινωνία; Στο κομμάτι της βίας, που βρίσκεται σήμερα σε απίστευτη έξαρση; Κανονικά θα έπρεπε να υπάρχει μια κοινωνικοπολιτισμική ανάλυση για τον πολιτισμό. Κομβικό θέμα πάντως της πρότασής μας είναι να μην έχεις την ενός ανδρός αρχή –βλ. υπουργός–, αλλά ένα σώμα εμπειρογνωμόνων (σ.σ. το εντεκαμελές συμβούλιο που αναφέρεται παραπάνω) το οποίο ανάμεσα στα άλλα θα παραγγέλνει και έρευνες – ένα κομμάτι που αγνοείται συστηματικά στην Ελλάδα». 

Τονίζει ότι το κόστος-όφελος από την επιχορήγηση στους εποπτευόμενους είναι νευραλγικό ζήτημα και αναφέρει το παράδειγμα της Λυρικής, όπου η επιδότηση εισιτηρίου που λαμβάνει ο φορέας είναι πολύ υψηλότερη από τα εισιτήρια που κόβει αλλά και το κοινό που αφορά. Υπάρχουν μάλιστα, λέει, περιπτώσεις όπου οι εποπτευόμενοι απειλούν το υπουργείο για τη χρηματοδότηση (π.χ. παίρνουν μικρότερο ποσό από αυτό που ζητάνε και απειλούν ότι θα ματαιώσουν το φεστιβάλ/εκδήλωση).

«Χρειαζόμαστε ορθολογικοποίηση των επιχορηγήσεων, δεν μπορούν να χρηματοδοτούνται κάποιοι φορείς απλώς και μόνο επειδή έχουν μεγάλο όνομα. Γιατί κάπως έτσι περιθωριοποιήθηκαν και στάλθηκαν στα σκυλάδικα ολόκληρες ομάδες πληθυσμού. Όμως ο πολιτισμός φτιάχνει ταυτότητες και αυτό που πρέπει να έχουμε στο νου μας είναι η δικαιοσύνη απέναντι στο κοινό. Πρέπει να μικρύνουν οι αποστάσεις. Είναι απαραίτητη η αξιοποίηση νέων ανθρώπων και ιδεών. Οι φορείς θα μπορούσαν αυτή τη χρονική στιγμή να αντιμετωπίζουν τα λιγότερα χρήματα ως πρόκληση. Οι πολιτιστικοί πόροι μιας χώρας δεν είναι δεδομένοι. Μπορεί να υπάρχουν πράγματα που να πρέπει να καούν και να τα δούμε εξ αρχής με νέα ματιά. Η κομβική έννοια στην πρότασή μας είναι: Αξιοποίηση πολιτιστικών πόρων σε αυτή την καταραμένη πόλη που καταρρέει, πολιτιστικοί πόροι που μπορούμε να βρούμε παντού γύρω μας, στους Αλβανούς, στους Τσιγγάνους…»

Στο τέλος δεν παραλείπω να κάνω και στην κυρία Ζορμπά την ίδια ερώτηση: «Ωραία όλα αυτά, αλλά θα γίνουν;». «Αν είσαι καλλιτέχνης πάρ’ το πάνω σου, βοήθησέ το, στήριξέ το, κάνε κάτι για να αξιοποιήσεις αυτές τις προτάσεις, μην περιμένεις από τους επόμενους, μπορεί να τις κατεδαφίσουν. Αν είσαι δέκτης του πολιτισμού, υπερασπίσου το. Χρειαζόμαστε μια συμμαχία ανθρώπων για τον πολιτισμό. Χρειαζόμαστε φθηνότερη και ποιοτικότερη πολιτισμική παραγωγή».


Ο υπουργός Πολιτισμού Παύλος Γερουλάνος δίνει το στίγμα της νέας πρότασης

«Οι συνθήκες είναι ώριμες για αυτό το κείμενο, η πρότασή μας δεν έρχεται ως κεραυνός εν αιθρία. Προέκυψε χάρη στη γνώση και τη φαντασία της ομάδας εργασίας που δούλεψε γι’ αυτή –επτά πολύ σημαντικών ανθρώπων από το χώρο του πολιτισμού–, αλλά και από τη δική μας εμπειρία αυτά τα δυόμισι χρόνια. Δεν θα φτάναμε ποτέ σ’ αυτήν αν δεν είχαμε πρώτα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια συνολική παρέμβαση στο πεδίο του σύγχρονου πολιτισμού, ο οποίος διαχρονικά είναι ο μεγάλος “αδικημένος” αυτού του υπουργείου, από πλευράς δομών, κονδυλίων, ανθρώπινου δυναμικού. Είναι επιτακτικό η Πολιτεία να πορευτεί πλέον με βάση ένα συγκροτημένο σχέδιο κι αυτός είναι ο πιο ουσιαστικός τρόπος ενίσχυσης του πολιτισμού εν μέσω κρίσης. Το κείμενο προσφέρει μια δέσμη συγκεκριμένων και υλοποιήσιμων προτάσεων για κάθε κεφάλαιο της δημόσιας πολιτιστικής πολιτικής (σχεδιασμό, δημόσιους πολιτιστικούς οργανισμούς, περιφέρεια, εξωστρέφεια). Δεύτερον –κι αυτό να είναι ίσως το πιο σημαντικό– μας βοηθάει να κρατήσουμε τον πολιτισμό ψηλά στην ατζέντα του δημόσιου διαλόγου. Να συνειδητοποιήσουμε, ως κοινωνία αλλά και ως κράτος, ότι δεν είναι καθόλου πολυτέλεια να ανοίγουμε αυτά τα θέματα σ’ αυτές τις δύσκολες εποχές. Αντιθέτως, τώρα είναι η ώρα να μιλήσουμε για τον πολιτισμό πιο ουσιαστικά από ποτέ. Αν προλάβουμε να υλοποιήσουμε την πρόταση, θα έχουμε καταφέρει να βάλουμε τα θεμέλια ώστε το Υπουργείο Πολιτισμού να αντιλαμβάνεται τον εαυτό του και το ρόλο του διαφορετικά. Να μπορεί να στηρίζει και να ενδυναμώνει τη φωνή της Τέχνης, χωρίς όμως, μέσω της χρηματοδότησης, να τη φιμώνει ή να δημιουργεί νοσηρές εξαρτήσεις».


Ποιοι είναι οι επτά στην ομάδα εργασίας της πρότασης

Γεράσιμος Γιαννόπουλος Δικηγόρος, σύμβουλος στο Ίδρυμα Νιάρχος

Κωστής Δάλλας Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ειδικός στα θέματα πολιτιστικής πολιτικής

Ντένης Ζαχαρόπουλος Ιστορικός τέχνης, διευθυντής Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης

Μυρσίνη Ζορμπά Πολιτικός επιστήμονας

Ζωή Καζαζάκη Γενική δευθύντρια στη Διεύθυνση Σύγχρονου Πολιτισμού

Χρήστος Καρράς Διευθυντής στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών

Νίκος Τσούχλος Καλλιτεχνικός διευθυντής στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών