Πολιτικη & Οικονομια

Τοξική υποκρισία

Το «ραντεβού» με την Ιστορία αποκάλυψε το βάθος και το πλάτος της υποκρισίας

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 380
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το «ραντεβού» με την Ιστορία αποκάλυψε το βάθος και το πλάτος της υποκρισίας. Θριαμβολόγησαν εκείνοι οι οποίοι ως μέλη της κυβέρνησης Παπανδρέου υπονόμευσαν συνειδητά ή όχι τις προηγούμενες συμφωνίες με τους δανειστές. Ανακουφίστηκαν εκείνοι της Δεξιάς Πολυκατοικίας οι οποίοι κραδαίνοντας τη μάχαιρα του αντιμνημονιακού αγώνα άλλαξαν στρατόπεδο εν μία νυκτί, έγιναν μνημονιακοί και στη συνέχεια καμιά τριανταριά από αυτούς επανήλθαν σε αντιμνημονιακή υστερία παρέα με τον πρόεδρο του ΛΑΟΣ. Ανακουφίστηκαν και στην Αριστερά. Ο πολιτικός λόγος που άρθρωναν έναντι των μνημονίων ήταν ευθέως αντίθετος με τη συστημική, συνειδησιακά, άποψή τους, ιδίως στον Περισσό αλλά και στην Κουμουνδούρου, η οποία άποψη βασίζεται ότι και τα δύο κόμματα δεν είναι τίποτε άλλο από τον αριστερό βραχίονα-πυλώνα του πολιτικού συστήματος της Μεταπολίτευσης. Ο ανατρεπτικός τάχα μου πολιτικός τους λόγος δεν ήταν παρά ένα ακόμη τέχνασμα στην προσπάθεια της πολιτικής επιβίωσής τους. Η Δημοκρατική Αριστερά όχι απλώς ανακουφίστηκε αλλά σχεδόν ντροπαλά έβγαλε και αναστεναγμό ευχαρίστησης. Δεν τόλμησε να το διακηρύξει λόγω εκλογικής τακτικής αλλά ήξερε και ξέρει πως αν στην ελληνική Αριστερά υπήρχε έστω και ένα κύτταρο πολιτικής εντιμότητας, τότε θα έπρεπε η ίδια να είχε εκφράσει την πολιτική στήριξη του σχεδίου μη χρεοκοπίας της χώρας. Δεν το έκανε και όπως μόνο η πολιτική ιστορία ξέρει, το τίμημα θα πληρωθεί στο ακέραιο.

Η υπέρτατη ωστόσο υποκρισία δεν ήταν των πολιτικών όσο εκείνη των «νταβατζήδων» της οικονομικής ζωής του τόπου. Με τις καταθέσεις τους διασφαλισμένες στο εξωτερικό, φρόντισαν και την πίτα αλλά και τους σκύλους τους. Επί μακρόν μέσω των εκδοτικών τους συγκροτημάτων «στήριξαν» τις επιλογές του Γ. Παπανδρέου. Όταν αντελήφθησαν το διαχειριστικό κενό του τότε πρωθυπουργού, εφάρμοσαν την τακτική του χαμαιλέοντα. Τα μεγάλα κανάλια «ευαισθητοποιήθηκαν» αιφνιδίως και αντιμνημονιακώς. Ο κήρυκας του Μνημονίου έγινε φανατικός αντίπαλος του τότε πρωθυπουργού και «ανακάλυψε», τάχα μου, την αποτρόπαια μορφή της Τρόικα, όταν προηγουμένως του ήταν απολύτως συμπαθής. Εθίχθη προσωπικά με την, αλίμονο, ετεροχρονισμένη πρωτοβουλία για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος ωσάν η πρωτοβουλία αυτή να ήταν η επαχθέστερη αντιδημοκρατική τοποθέτηση στην πολιτική ιστορία. Και, τέλος, όταν αυτά τα ίδια τα εκδοτικά συμφέροντα αποκάλυψαν την ηθική και πολιτική τους γύμνια, τότε ξαφνικά άρχισαν να διακοσμούν με πολιτικά άνθη τον νέο πρωθυπουργό Λουκά Παπαδήμο. Αντελήφθησαν πως αν δεν το κάνουν θα είναι εκτός εσοδείας την επόμενη περίοδο.

Τελικά το 2ο Ναβαρίνο ήταν εκεί στο ραντεβού με τη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Οι δανειστές, αντιλαμβανόμενoι τη δεινή οικονομική συγκυρία σε παγκόσμια κλίμακα, επέλεξαν το μικρότερο κακό και επενέβησαν με ταξιαρχίες ευρώ και δολαρίων για να διασώσουν το φαιδρό ακόμη και καπιταλιστικά σύστημα αξιών του σύγχρονου τοξικού νεοφιλελευθερισμού. Οι δανειζόμενοι, απαξάπαντες, αντελήφθησαν πως τέτοιες ευκαιρίες είναι σπάνιες. Οι άλλοι, οι «συστημικοί τραμπουκίζοντες», η δήθεν τάχα μου «συνδικαλιστική θωράκιση» των μαζών, οι Φωτόπουλοι, Παναγόπουλοι και Συντροφία, κατάλαβαν πως η επιβίωσή τους εντός ή εκτός συστήματος εξαρτάται πλέον μόνο από την εκφορά ιδεολογημάτων «Ψευδούς Συνείδησης». Έκτοτε καλούν σε συλλαλητήρια ομού με τους γέροντες βαρόνους της παρακμιακής εκδοχής της Αριστεράς και συλλέγουν χειροκροτήματα και μπράβο και δεν κατανοούν οι δύστυχοι πως καταναλώνουν χωρίς αιδώ το μέγιστο κεφάλαιο που τους παρέδωσε η Ιστορία. Τη «Μνήμη». Ναι, οι γέροντες, ο Μίκης, ο Μανώλης και οι άλλοι, ζουν εν μέσω ευφορίας του πολιτικού ωστόσο αλτσχάιμερ που τους διακατέχει διψώντας, στα γεράματα, για δύο δευτερόλεπτα δημοσιότητας. Κρίμα. Πολύ κρίμα, ένας πρώην αριστερός, αργότερα υπουργός του Καραμανλή και στη συνέχεια απλώς ένας φλύαρος λαϊκιστής, να αυτοϋπονομεύεται με τέτοιον τρόπο λες και εκδικείται τον ίδιο του τον εαυτό.

Τελικά οι δημοσκοπήσεις επιστρατεύτηκαν και αυτές προκειμένου να ανεβάσουν το πολιτικό θερμόμετρο σε επίπεδο κόκκινου συναγερμού. Ο Καρατζαφέρης καταρρέει και αν συνεχίσει έτσι πιθανόν να αγωνιά για την είσοδο του κόμματός του στη Βουλή. Η Νέα Δημοκρατία καταρρέει σε ποσοστά κάτω του 20% μετά την τοξική αιμορραγία της και τις θεατρικού τύπου διαγραφές. Το ΠΑΣΟΚ έχει καταρρεύσει, και αυτό το οποίο βιώνει είναι απλά η διακωμώδηση του ανύπαρκτου αλλά επικοινωνιακά πανταχού παρόντος συνειδησιακού του παρελθόντος (περήφανα γερατειά, η Ελλάδα στους Έλληνες, ισχυρή Ελλάδα και άλλα τέτοια ευτράπελα). Και τέλος, πάλι, η Αριστερά δημοσκοπικά αρχίζει να νιώθει την υποχώρηση των μαζών που τη στηρίζουν σε φυσιολογικότερα επίπεδα, αν κρίνει κανείς από τις τρεις τελευταίες δημοσκοπήσεις.

Διάχυτη είναι η εντύπωση πως η νοοτροπία βουλευτών, πολιτικών, κομμάτων και συντεχνιών να «χαϊδεύουν τα αυτιά» των απογοητευμένων πολιτών, χωρίς να ρισκάρουν να τοποθετηθούν με καθαρές και αποτελεσματικές αντιπροτάσεις για τη διαχείριση της κρίσης, έχει ημερομηνία λήξης. Η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων ανήκουν στην κατηγορία των μικρομεσαίων μικροαστών της οποίας τα χαρακτηριστικά είναι κυρίως η ατομικότητα, αν όχι ο φιλοτομαρισμός. Αυτή είναι κατηγορία η οποία στην κάλπη εκλέγει κυβερνήσεις και κινείται σε ρευστή ιδεολογική κατάσταση μεταξύ Κεντροδεξιάς και Κεντροαριστεράς. Αυτός είναι ο λεγόμενος και κοινωνιολογικά «κοινωνικός χυλός» ο οποίος γιγαντώθηκε κατά τη διάρκεια της Χούντας για να δημιουργήσει κοινωνικό πρότυπο και μάλιστα ισχυρά πλειοψηφικό κατά τη Μεταπολίτευση. Η πολιτική από τη Δεξιά έως και την Αριστερά προτίμησε για καθαρά ίδιον όφελος να «χαϊδεύει» τα αυτιά αυτού του «κοινωνικού χυλού» προκειμένου να αποκομίσει εκλογικά οφέλη. Σπάνιες ήταν και είναι οι εξαιρέσεις πολιτικών σχηματισμών που τόλμησαν να διαχωρίσουν τις ενέργειές τους από τον κυρίαρχο λαϊκισμό που προκρίθηκε ως μοντέλο σκέψης και δράσης από το 1974 έως σήμερα.

Δυστυχώς για τη χώρα και δυστυχώς για τους λαϊκιστές, τη διαχείριση της επόμενης φάσης της ύφεσης και άρα της κοινωνικής αστάθειας θα αναλάβει για λόγους καθαρά  συγκυριακούς (δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική προοπτική) η κατηγορία των ανθρώπων η οποία αρνείται να «χαϊδεύει αυτιά». Σε αντίθετη περίπτωση, τόσο τα ευρωπαϊκά κέντρα όσο και οι ιδιωτικοί επιχειρηματικοί κύκλοι εντός και εκτός γνωρίζουν πως οποιαδήποτε άλλη προοπτική διαχείρισης θα αποδειχθεί ατελέσφορη και καταστρεπτική. Μένει να αποδειχθεί αν αυτή η συμπιεσμένη από τα δεινά κοινωνία είναι σε θέση διασώσει ορισμένα από τα στοιχεία που θα διασφάλιζαν αξίες ανθρωπιστικής συμπεριφοράς ώστε να αποφευχθεί η κατοχύρωση ως εθνικού χαρακτηριστικού του κυνισμού και της αδιαφορίας. Μένει να αποδειχθεί αν μέσω του πανικού και της κυριαρχίας της ατομικότητας η απάντηση στην έννοια της κρίσης μπορεί ακόμη στη σύγχρονη Ελλάδα να είναι η έννοια της πολιτικής και κοινωνικής αλληλεγγύης.

n.georgiadis1@yahoo.com