Πολιτικη & Οικονομια

Τα χειροκροτήματα

Παναγιώτης Μένεγος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σήμερα, κάποιος μπήκε στο γραφείο έξαλλος. «Μα, δεν μπορεί κάποιος να τους πιάσει;». Είχε, προφανώς, προηγηθεί η αποκαρδιωτική πρωινή βόλτα στα χαλάσματα της Αθήνας, εκεί όπου το φως δεν αφήνει κανένα περιθώριο για ρομαντικά tweets «Αθήνα απόψε είσαι όμορφη σαν τράπεζα που καίγεται», σαν τα χθεσινοβραδινά από τους φετιχιστές της ανέξοδης επανάστασης. Όμως δεν μπορώ να ακούω πάλι αυτό το ερώτημα που μετατοπίζει άλλη μια φορά την κουβέντα.

Το ακούω 31 χρόνια. Πολλοί από σας πολλά περισσότερα. Δεν υπάρχει «δεν μπορεί να τους πιάσει», υπάρχει «δεν θέλει να τους πιάσει». Άρα είναι συνένοχος, προσφέροντας άλλοθι σε όλο το σύστημα που για μερικές ώρες χθες έβγαλε από πάνω του την ρετσινιά της ανυπαρξίας. Κι αν κάποτε το αντεπιχείρημα ήταν «πιάνουμε πέντε – δέκα και σύσσωμο το πολιτικό-μιντιακό σύστημα τους αθωώνει λόγω κοινωνικής ανοχής», ήρθε δυστυχώς η Marfin για να το αποκρούσει κι αυτό. Αυτό που δεν έκανε κανένας Παπουτσής, το έκανε σχεδόν αυτορυθμιζόμενη η κοινωνία με το ενοχικό μούδιασμα που εξαφάνισε τις κινητοποιήσεις για αρκετό καιρό μετά τις δολοφονίες της Σταδίου 24. Παρότι το Μνημόνιο 1 κάλπαζε σημειώνοντας τη γνωστή του επιτυχία…

«Αυτούς μέσα στη βουλή, ποιος θα τους πιάσει;». Ξέρω, κάθε αναφορά που καταδικάζει συλλήβδην τους 300 θεωρείται «λαϊκισμός» από τους Αλέφαντους του νεοφιλελευθερισμού, αλλά πειστήκατε χθες βράδυ; Παρακολούθησα τις ομιλίες και των τριών αρχηγών των πολιτικών κομμάτων, προσπαθώντας να βρω κάτι για να ψηθώ. Ότι η νέα θυσία θα έχει κάποιο αντίκρισμα. Οργίζομαι στο ενδεχόμενο της δραχμής, απλούστατα γιατί είναι άδικο. Είναι άδικο για μένα, τους συνομήλικούς μου και τους αμέσως μικρότερους να ζήσουμε μόνοι μας, με όπλο το «ελληνικό DNA» και παρέα τα CD του Γιάννη Πάριου.

Για όλους εμάς που, χωρίς να το καταλάβουμε ίσως, έχουμε μεγαλώσει ενστερνιζόμενοι τις βασικές αρχές του καπιταλισμού, έχουμε εκμεταλλευτεί τα ανοιχτά σύνορα και δεν θεωρούμε τους εαυτούς μας Ευρωπαρακατιανούς, είναι λίγο προβληματικό να παρακολουθούμε prime time έναν πολιτικό αυτοεξευτελισμό που δεν έχει τέλος. Την κουρασμένη από τις κωλοτούμπες stand-up comedy του Καρατζαφέρη, τον «είναι βαριά η δειλία του τσολιά» πολιτικό λόγο του αυριανού πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, τον ατρόμητο ΓΑΠ που δεν δείλιασε τότε στο περίστροφο αλλά κώλωσε στους ταξιτζήδες. Την θρασύτατη "αυτοκριτική" του Βενιζέλου, τους τραμπουκισμούς με τις ρίψεις μνημονίων, την πολιτική των διαγραφών και του πειθαρχημένου «ναι, σε όλα». Τη μετατροπή, δηλαδή, μιας πολύ κρίσιμης περίστασης σε μια ακόμα τυπικά νεοελληνική προεκλογική περίοδο.

Δε θέλω τη δραχμή, αλλά ευχόμουν κρυφά ένα «ΟΧΙ» χθες. Κατανοώ ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε χωρίς τη νέα δανειακή σύμβαση, δεν μπορώ να αντιληφθώ όμως πώς θα βγούμε από τη λούπα της ύφεσης, όταν εδώ και δύο χρόνια σε όλα τα πακέτα δεν υπάρχει ούτε ένα μέτρο ανάπτυξης. Δεν είμαι ειδικός, πιθανότατα είναι σχιζοφρενική η παραπάνω αντίφαση. Κι άντε εγώ είμαι μπερδεμένος και τη διατυπώνω, αλλά τον Μεσσήνιο ηγέτη ποιος θα τον πάρει στα σοβαρά όταν έχει διαγράψει τη Ντόρα επειδή ψήφισε το Μνημόνιο 1 και άλλους 21 χθες επειδή δεν ψήφισαν το Μνημόνιο 2;

Κι αν τέλος πάντων αυτές τις μικροπολιτικές τις έχουμε συνηθίσει, αυτό που δε χωνεύεται με τίποτα είναι το ύφος τιμητή με το οποίο καταδίκαζαν τα επεισόδια. Όπως πολλοί από σας, έχω περάσει ένα μεγάλο μέρος της ενήλικης ζωής μου στο «Αττικόν» και τον «Απόλλωνα». Όπως πολλοί από σας είδα χθες έξω από το ΑΤ Ακροπόλεως μερικές δεκάδες ασφαλίτες – «μπάχαλους» να προστατεύουν τους συναδέλφους τους στο μικροσκοπικό στενό της οδού Λεοχάρους. Παραδίπλα Πακιστανούς να πουλάνε μέσα στο χαμό μάσκες προσώπου, πιτσιρικάδες να σπάνε μάρμαρα, φοβισμένους μεσήλικες να ζητάνε μαλόξ. Όπως πάντα δηλαδή.

Δεν υπαινίσσομαι την πάντα βολική προβοκάτσια, όμως δε δέχομαι να κουνάνε το δάχτυλο αυτοί που διαχειρίζονται την κρίση μεγεθύνοντας την απόγνωση, μέσα στην οποία δρουν όσοι καίνε είτε είναι μπαχαλάκηδες, είτε προβοκάτορες, είτε εξωγήινοι. Και ύστερα σαν χουλιγκάνοι να μη σέβονται καν το ιστορικό δυσάρεστο της στιγμής μετατρέποντας σε αρένα το κοινοβούλιο (που κάθε τόσο επικαλούνται ως δημοκρατική ασπίδα) με τα γηπεδικά χειροκροτήματά τους στη λήξη των ομιλιών και της ψηφοφορίας…