Πολιτικη & Οικονομια

Στα χνάρια του Σίλβιο

Τι σημαίνει η συνάντηση-συζήτηση της ιταλικής Αριστεράς

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 256
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

O Νίκος Γεωργιάδης σχολιάζει τη συνάντηση-συζήτηση της ιταλικής Αριστεράς γύρω από τα προβλήματα αξιοπιστίας που αντιμετωπίζει ο «αριστερός λόγος» στην ευρωπαϊκή κοινωνία.

Πριν από περίπου δύο εβδομάδες η ιταλική Αριστερά πραγματοποίησε μια συνάντηση-συζήτηση γύρω από τα προβλήματα αξιοπιστίας που αντιμετωπίζει ο «αριστερός λόγος» στην ευρωπαϊκή κοινωνία. Το εγχείρημα έχει τη δική του σημασία, μια και μιλάμε για την ισχυρότερη το πάλαι ποτέ Αριστερά της Ευρώπης, με μία ηγεμονική παρουσία στα πολιτικά πράγματα της Γηραιάς Ηπείρου – τόσο ηγεμονική ώστε για δεκαετίες να αποτελεί το «εργαστήριο πειραμάτων» της ευρωπαϊκής αριστερής διανόησης.

Η Αριστερά στα επείγοντα περιστατικά

Το γεγονός ότι το 55% της ιταλικής κοινής γνώμης «καγχάζει» με την έκφραση του αριστερού λόγου, προσλαμβάνει μια διάσταση που θα έπρεπε να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Οι σύνεδροι στη Ρώμη δεν μάσησαν τα λόγια τους. Αντιμετώπισαν με περίσκεψη, και όχι με τη γνωστή απορριπτική αριστερή θεολογική μέθοδο, το φαινόμενο Μπερλουσκόνι, ως ένδειξη σημαντικής αλλαγής στον τρόπο σκέψης της δεξαμενής των ψηφοφόρων. Το ότι ένας ικανός επιχειρηματίας αναδεικνύεται και σε αποδεκτό από την πλειοψηφία κυβερνήτη μιας χώρας, παρά το γελοίον της αισθητικής και το απαράδεκτο του μικροαστικού λόγου του, αποτελεί ενδιαφέρον αντικείμενο μελέτης.

Η πολιτική του «γαλατά»

Η Αριστερά στην Ιταλία αποπληρώνει δύο δεκαετίες σύνθλιψης της αριστερής πολιτικής από τα γρανάζια της διαφθοράς, της διαπλοκής και της ελλειμματικής διαχείρισης μιας κοινωνίας που μετασχηματίστηκε ραγδαία. Όλα τα πειράματα έχουν ημερομηνία λήξης. Η ιταλική Αριστερά που κατακερματίστηκε και απαξιώθηκε, γιατί δεν είχε τελικά πολιτικό λόγο ύπαρξης, αναλαμβάνει στο ακέραιο την ευθύνη της πολιτικής αυτοκτονίας της. Άλλωστε η μόνη προίκα της μεταπολεμικής Αριστεράς, απανταχού Γης, ήταν η ηθική υπόστασή της. Η συνδιαχείριση του καπιταλιστικού άλματος στη μεταμοντέρνα οικονομία επέφερε και τη φθορά της, ιδιαίτερα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες.

Στην Ελλάδα της πολιτικής απόγνωσης, όπου ο μπερλουσκονισμός δεν έχει εγκατασταθεί θεσμικά και κομματικά ως  διακυβέρνηση, η πολιτική δραστηριότητα διεξάγεται στη βάση μπερλουσκονικού μοντέλου. Η μία εκδήλωση αυτής της δυναμικής εκφράζεται από την τηλεοπτική δραστηριότητα, η οποία κυριαρχεί ως μέσο αναπαραγωγής των πολιτικών κλισέ και κατά συνέπεια της καθυπόταξης της πολιτικής δραστηριότητας στο μοντέλο που εκφράζεται από τους σύγχρονους δραγουμάνους, εκδότες, επιχειρηματίες που διατηρούν με τους πολιτικούς καθεστώς υπαλληλικής σχέσης, όπου βεβαίως οι υπάλληλοι είναι οι πολιτικοί.

Μία δεύτερη έκφραση του μπερλουσκονικού μοντέλου είναι η υπόθεση Βγενόπουλου. Ο επιχειρηματίας αυτός λειτουργεί με ανακλαστικά που έχουν αντιγραφεί από το λαϊκιστικό νεοφιλευθερισμό του καβαλιέρε. Ένα μείγμα κοινωνικής προσφοράς, επιχειρηματικής γλώσσας αλλά και πρακτικής επίλυσης των προβλημάτων. Η αγορά της Ολυμπιακής, με τη ρήτρα που θέλει την επόμενη κυβέρνηση να έχει το δικαίωμα επαναφοράς της εταιρείας στο Δημόσιο, υποχρέωσε το ΠΑΣΟΚ να αποδεχτεί αδιαμαρτύρητα (μούγκα στη στρούγκα επί τω λαϊκότερον) την εξαγορά με φθηνό τίμημα της προβληματικής αυτής εταιρείας. Η όλη επιχείρηση έλαβε και χαρακτήρα «κοινωνικής παρέμβασης», όπως και η πτώση της τιμής του γάλακτος, η οποία αιφνιδίως έγινε συμφέρουσα. Η εξαγορά του Παναθηναϊκού ανταποκρίνεται στο ίδιο μοντέλο. Μένει η εξαγορά τηλεοπτικών σταθμών και εφημερίδων ή απλά η συνδιαχείριση αυτών των μέσων με παρένθετα πρόσωπα. Άλλωστε, είναι γνωστό πως ήδη η ΜΑΡΦΙΝ διαθέτει ποσοστό σε τηλεοπτικό σταθμό.

Ασκήσεις σε πραγματικές συνθήκες

Ο μπερλουσκονισμός είναι μοντέλο διακυβέρνησης και όχι μια απλή επικοινωνιακή ανοησία. Ανταποκρίνεται στους μύχιους και ανομολόγητους πόθους των μικροαστικών κοινωνιών της Μεσογείου. Δίνει πρακτικές λύσεις στην απόγνωση των φτωχοδιαβόλων μικροαστών και απαλύνει τους φόβους με τον κρυπτοφασιστικό λόγο για τους ξένους, τους αριστερούς, τους ομοφυλόφιλους, τα ναρκωτικά, την πορνεία κ.λπ. Το μοντέλο μπορεί να συμμαχήσει με ετερόκλητες πολιτικές συνιστώσες, από τη Σοσιαλδημοκρατία έως την άκρα Δεξιά. Στη Γαλλία μπορεί, ως σαρκοσισμός, να διεμβολίσει τους σοσιαλιστές και να υφαρπάξει όλη τη δεξιά τους πτέρυγα. Στην Ιταλία βρίσκει ως αποκούμπι τους ακροδεξιούς εθνικιστές της Λέγκας του Βορρά.

Εργολήπτες σε νευρική κρίση

Κανείς δεν μπορεί να ξέρει με σιγουριά το τι ακριβώς διημείφθη κατά τη φημολογού μενη συνάντηση δύο ανώτερων στελεχών μεγάλου εκδοτικού συγκροτήματος με τον Κώστα Καραμανλή. Η πληροφορία κατεγράφη στις κυριακάτικες εκδόσεις των εφημερίδων. Ως γεγονός δεν αιφνιδιάζει κανέναν. Ως αποδεικτικό στοιχείο όμως που καταδεικνύει με σαφήνεια το πώς τα συγκεκριμένα συγκροτήματα και τα συγκεκριμένα στελέχη τους έχουν διαχειριστεί επαγγελματικά το «Πρόσωπο… Καραμανλής», συνεισφέρει απόλυτα στη διαπίστωση πως η τηλεοπτική και δημοσιογραφική δραστηριότητα, ένας από τους δύο πυλώνες του μπερλουσκονισμού, εξασκείται με αποτελεσματικότητα εντός της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας. Αν η συνάντηση έλαβε χώρα –ανεξάρτητα από το τι συζητήθηκε– η δημοσκοπική διαχείριση των ευρωεκλογών, μέσω τηλεοπτικής παραγωγής ή έντυπης αναπαραγωγής, δικαιολογεί, αν δεν επιβεβαιώνει, τις παραπάνω διαπιστώσεις.

Η μεθοδολογία της συγκριτικής μελέτης της δημοσκοπικής δραστηριότητας, από τα στελέχη-συνομιλητές του Κώστα Καραμανλή, κατά την τελευταία πενταετία, θα μπορούσε να αποδειχθεί μια θαυμάσια εγκεφαλική γυμναστική. Θα μπορούσε να συνδυαστεί και με τις συγκεκριμένες επιλογές στήριξης πολιτικών προσώπων εκτός Νέας Δημοκρατίας, όπως επί παραδείγματι στο χώρο του ΠΑΣΟΚ. Είναι απολύτως λογική, με τα παραπάνω δεδομένα, η επίμονη στήριξη του Ευάγγελου Βενιζέλου σε αντιπαράθεση με τον Γιώργο Παπανδρέου. Είναι απολύτως χρήσιμο το «άλλοθι Σημίτη», η διαχρονική στήριξη του οποίου καθορίζεται από το ότι εμφανίζεται, εντέχνως και καθ’ υπερβολή, ως αντίβαρο σοβαρότητας στη μη σοβαρότητα της σημερινής ηγεσίας της οδού Ιπποκράτους.

Υπαλληλικές σχέσεις

Συνήθως οι δημοσκόποι και οι εργοδότες τους αιφνιδιάζονται από την ωμότητα της πολιτικής πραγματικότητας. Πώς άραγε θα σχολιάζονταν στα επιτελεία των συγκροτημάτων Τύπου τα αποτελέσματα της έρευνας που δημοσιεύθηκαν την περασμένη Κυριακή από την εφημερίδα «Αγγελιοφόρος» της Θεσσαλονίκης και όπου η Νέα Δημοκρατία υποχωρεί κατά κράτος σε δύο παραδοσιακά πολιτικά κάστρα της, την Α΄ Θεσσαλονίκης και τη Β΄ Θεσσαλονίκης; Η υποχώρηση είναι ιστορικής σημασίας, διότι αγγίζει το 8,4 στο κέντρο της πόλης, όπου παραδοσιακά κυριαρχούν τα συντηρητικά στοιχεία της Δεξιάς και, θου φυλακήν τω στόματί μου, του ΚΚΕ. Πώς θα σχολιάζονταν τα αποτελέσματα της πανευρωπαϊκής έρευνας για τις ευρωεκλογές, και καταδεικνύει πως το ΠΑΣΟΚ προηγείται πανελλαδικά της Νέας Δημοκρατίας κατά 6 μονάδες; Πόσο απέχουν αυτές οι μετρήσεις από εκείνες που παραδίδονται στην τηλεοπτική κατανάλωση από εκπομπές και δελτία ειδήσεων, και οι οποίες επιμένουν να βασίζονται στο ελληνικής αποκλειστικότητας εύρημα της «καταλληλότητας για πρωθυπουργός», δημοσκοπικό εύρημα που προκαλεί τον καγχασμό όλων των σοβαρών επιστημόνων της αλλοδαπής και των ελαχίστων σοβαρών της ημεδαπής;